Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα τέσσερις στους πέντε Ελληνες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο αυτοχαρακτηριζονται φτωχοί.
Η διαφορά από τον μέσο όρο της ΕΕ είναι τεράστια καθώς στην ίδια κατηγορία μόνο ένας στους τρεις Ευρωπαίους θεωρεί τον εαυτό του φτωχό.
«Υποκειμενική φτώχεια» είναι η αντίληψη του ίδιου τού ατόμου για την οικονομική του κατάσταση.
Η Ελλάδα βρίσκεται στον πάτο της κατάταξης και στις τρεις κατηγορίες πολιτών με κριτήριο το μορφωτικό τους επίπεδο.
Το 2022 η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (81,6%) που θεωρούνταν φτωχά. Σε αυτή την κατηγορία είναι οι πολίτες χωρίς απολυτήριο Λυκείου. Ακολουθούν η Βουλγαρία (67,9%) και η Σλοβακία (53,3%). Τα χαμηλότερα νούμερα καταγράφονται στη Φινλανδία (7,3%), στο Λουξεμβούργο (10,0%) και στη Σουηδία (11,3%).
Το 2022, το 29,5% του πληθυσμού της ΕΕ με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (με απολυτήριο γυμνασίου και όχι λυκείου), θεωρείται υποκειμενικά φτωχό. Το ποσοστό αυτό είναι πάνω από τρεις φορές χαμηλότερο (9,2%) για τα άτομα με υψηλή εκπαίδευση (τριτοβάθμια εκπαίδευση) ενώ για τα άτομα με μέσο μορφωτικό επίπεδο (απολυτήριο λυκείου χωρίς τριτοβάθμια εκπαίδευση) ήταν 18%.
Στην Ελλάδα, με την ακρίβεια να καλπάζει και τα εισοδήματα να παραμένουν χαμηλά, καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, ατόμων με μεσαίο (απολυτήριο Λυκείου) και υψηλό μορφωτικό επίπεδο που θεωρούνται υποκειμενικά φτωχά, με ποσοστά 70% και 49% αντιστοίχως.
Τα περισσότερα από τα κράτη-μέλη της ΕΕ ανέφεραν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων πληθυσμού με υψηλή και χαμηλή εκπαίδευση. Η διαφορά ήταν τουλάχιστον 20 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) σε 12 χώρες. Οι πιο αξιοσημείωτες διαφορές ήταν στη Βουλγαρία (47,7 π.μ.), την Ουγγαρία (41,5 π.μ.) και τη Σλοβακία (39,5 π.μ.) και οι χαμηλότερες στη Φινλανδία (4,5 π.μ.), τη Δανία (5,9 π.μ.) και τη Σουηδία (7,1 π.μ.).
Σημειώνεται ότι «υποκειμενική φτώχεια» είναι η αντίληψη του ατόμου για την οικονομική και υλική του κατάσταση. Ο δείκτης αυτός αξιολογεί την αντίληψη των ερωτηθέντων για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νοικοκυριό του να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις. Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη την κατάσταση της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών, συμπεριλαμβανομένων των εσόδων, των δαπανών, του χρέους και του πλούτου.