«Μπλόκο» στους καταναλωτές που αλλάζουν συνεχώς προμηθευτές ηλεκτρικού ρεύματος αφήνοντας ληξιπρόθεσμες οφειλές στους προηγούμενους, ετοιμάζεται να ανακοινώσει σύντομα το υπουργείο Ενέργειας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου, ο αριθμός των συστηματικών κακοπληρωτών υπολογίζεται σε 25.000 με 30.000 με τα χρέη τους να φτάνουν στα 500 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, μεταξύ των μέτρων που εξετάζονται είναι η δυνατότητα του προηγούμενου παρόχου να ζητήσει διακοπή του ρεύματος σε καταναλωτές που δεν είναι πλέον πελάτες αλλά του έχει αφήσει δύο ανεξόφλητους λογαριασμούς χωρίς να έχει διακανονίσει την αποπληρωμή τους.
Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας από αυτούς έχει αφήσει απλήρωτους λογαριασμούς ύψους 16.000-20.000 ευρώ μέσα σε δύο χρόνια.
«Αυτά τα ποσά εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν προκύπτουν από καταναλωτές που δεν μπορούν να αποπληρώσουν τον λογαριασμό τους. Δεν κάνουν τα νοικοκυριά τέτοιες καταναλώσεις μέσα σε δύο χρόνια», τονίζουν παράγοντες της αγοράς, επισημαίνοντας ότι «το φαινόμενο εξελίσσεται σε μάστιγα και πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα και δραστικά, αφού στο τέλος της ημέρας επιβαρύνει το σύνολο των συνεπών καταναλωτών».
Σε αυτό το πλαίσιο η ΡΑΑΕΥ έβγαλε σε μια πρώτη ανεπίσημη διαβούλευση την πρότασή της, η οποία ισορροπεί μεταξύ της διασφάλισης του δικαιώματος ελεύθερης μετακίνησης των καταναλωτών, που κατοχυρώνεται από το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, και της αναλογικότητας που προβλέπει η απόφαση του ΣτΕ (2020) και της αποτροπής της καταστρατήγησής του.
Για το δεύτερο και κρίσιμο αυτό σκέλος που θα βάλει τέλος στον «ενεργειακό τουρισμό» προτείνεται αφενός η κατοχύρωση του δικαιώματος του προηγούμενου παρόχου να αιτηθεί στον ΔΕΔΔΗΕ εντολή αποκοπής ρεύματος σε καταναλωτή που δεν είναι πλέον πελάτης του, αλλά του έχει αφήσει δύο ανεξόφλητους λογαριασμούς χωρίς να έχει διακανονίσει την αποπληρωμή τους, και αφετέρου το δικαίωμα σήμανσης στην πλατφόρμα «Θαλής» του ΔΕΔΔΗΕ πελατών με ανεξόφλητα χρέη.
Ο προηγούμενος πάροχος, σύμφωνα με την πρόταση της ΡΑΑΕΥ, έχει δικαίωμα να αιτηθεί αποκοπή ρεύματος στον ΔΕΔΔΗΕ σε διάστημα ενός τριμήνου από την ημερομηνία μετακίνησης του πελάτη του σε νέο πάροχο.