Ο κάθε εργαζόμενος, στην έναρξη της καλοκαιρινής του άδειας, θα πρέπει να λάβει το επίδομα άδειας από τον εργοδότη του.
Σημειώνεται πως τόσο οι αποδοχές κατά την άδεια όσο και το επίδομα δεν μπορούν να συμψηφιστούν με τις νόμιμες καταβολές.
Όπως επισημαίνει το ΚΕΠΕΑ, κατά τη διάρκεια της άδειας ο μισθωτός δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη τις “συνήθεις αποδοχές” που θα ελάμβανε αν πραγματικά απασχολούνταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο της άδειάς του.
Στην έννοια των συνήθων αποδοχών περιλαμβάνεται οτιδήποτε καταβάλλεται στο μισθωτό τακτικά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της εργασίας του, δηλαδή τόσο ο πάγιος μισθός ή το ημερομίσθιο, όσο και κάθε είδους πρόσθετες συμπληρωματικές παροχές, είτε σε χρήμα είτε σε είδος (όπως λ.χ. τροφή, κατοικία, ποσοστά, επιδόματα κλπ).
Διευκρινίζεται ότι στην έννοια των συνήθων αποδοχών περιλαμβάνονται και οι προσαυξήσεις για εργασία κατά τις νύκτες, τις Κυριακές και αργίες, καθώς επίσης και η αμοιβή για υπερεργασία και η προσαύξηση για νόμιμη υπερωριακή απασχόληση (όχι όμως και η παράνομη υπερωρία), την οποία ο μισθωτός πραγματοποιεί είτε τακτικά κάθε μήνα, είτε κατ’ επανάληψη σε ορισμένα ή και ακανόνιστα χρονικά διαστήματα μέσα στο χρόνο, κατά τρόπο που να αποτελεί σύνηθες φαινόμενο (π.χ. όταν είναι βέβαιο ότι θα καταβάλλονταν οι ανωτέρω αμοιβές και κατά το χρόνο της άδειας, αν ο μισθωτός εργαζόταν κατ’ αυτή).
Δεν αποτελούν μισθό και συνεπώς δεν λαμβάνονται για τον καθορισμό των αποδοχών αδείας, τα ποσά που καταβάλλονται για οδοιπορικά και έξοδα κίνησης, καθώς και η αποζημίωση για εκτός έδρας εργασία, εκτός εάν αυτή παρέχεται τακτικά και σταθερά.
Επίσης, δεν συνυπολογίζονται το επίδομα αδείας και τα Δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα.
Εκτός από τις αποδοχές της άδειας ο μισθωτός δικαιούται και επίδομα αδείας.
Το επίδομα αδείας δεν μπορεί να υπερβεί για όσους αμείβονται με μισθό τον μισό μισθό και για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο τα 13 ημερομίσθια.