Σε 1,5 δισ. δολάρια, μεταφράζεται η παγκόσμια ζήτηση για ελληνικό μάρμαρο, υλικό με το οποίο χτίστηκε ο Παρθενώνας κι εξακολουθεί και σήμερα, να συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική ευημερία της Ελλάδας.
Αυτό επισήμανε σε συνέντευξή της στον κρατικό τηλεοπτικό σταθμό CGTN της Κίνας, η πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Μαρμάρου Μακεδονίας-Θράκης (ΣΕΜΜΘ), Ιουλία Χαϊδά, αναπληρώτρια διευθύνουσα σύμβουλος της Ικτίνος Ελλάς Α.Ε.
Η Ελλάδα, όπως υπογράμμισε, είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας μαρμάρου και πλακών διεθνώς και το 75% της παραγωγής της κατευθύνεται σε 120 χώρες, με τον κλάδο να σημειώνει θετική ποσοστιαία μεταβολή σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις του εκτός ελληνικών συνόρων, κατά 25% το 2021, έναντι του 2020, γεγονός που τον κατέταξε στην 12η θέση της λίστας των προς εξαγωγή ελληνικών προϊόντων.
Διευκρίνισε μάλιστα ότι μέσω της οικονομικής κρίσης, ο κλάδος πάτησε «γκάζι» σε ό,τι αφορά την εξωστρέφειά του και έτσι σήμερα, «περίπου το 50% του εξαγώγιμου μαρμάρου της Ελλάδας πηγαίνει στην Κίνα, με το ποσοστό να αγγίζει το 80% όταν πρόκειται για ακατέργαστο μάρμαρο». Εξήγησε ότι πολλές από τις εταιρείες στην Κίνα που εισάγουν ελληνικό ακατέργαστο μάρμαρο, είτε το χρησιμοποιούν για εγχώρια έργα, είτε το μεταπωλούν και επισήμανε «το να πάρουμε μερίδιο από την κινεζική αγορά με τα μάρμαρά μας είναι μια ελληνική ιστορία επιτυχίας».
Θέλοντας δε να υπογραμμίζει τη σημασία του κλάδου για την εθνική οικονομία, η κ. Χαϊδά σημείωσε ότι για κάθε ευρώ που προέρχεται από την παραγωγή του μαρμάρου, «συνεισφέρουμε περίπου 2,19 ευρώ στην οικονομία, που σημαίνει ότι έχουμε υπερδιπλάσια συνεισφορά».
Η ίδια ανέφερε ότι ο κλάδος απασχολεί 6.500 εργαζόμενους άμεσα και 18.000 εργαζόμενους έμμεσα και ανέλαβε τη δέσμευση ότι η ελληνική βιομηχανία μαρμάρου θα αυξήσει την παραγωγή της, καθώς τα προϊόντα της είναι δημοφιλή εδώ και χιλιάδες χρόνια.