Το ερώτημα για το πως θα αντικαταστήσει η Ευρώπη το φυσικό αέριο πλανάται πάνω από τη Γηραιά Ήπειρο που έχει επιδοθεί σε αγώνα δρόμου δρομολογώντας πρόγραμμα περικοπών στην ενέργεια ενώ η Ρωσία κλείνει τη στρόφιγγα των παροχών φυσικού αερίου.
Το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel δημοσιεύει μελέτη, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ θα εξελιχθούν στον βασικό προμηθευτή αερίου για την Ευρώπη τα επόμενα χρόνια.
Το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) θα παίξει σημαντικό ρόλο στο μέλλον και είναι πιθανό το περισσότερο από αυτό να προέρχεται από τις ΗΠΑ. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μελέτης, την οποία δημοσιεύει το Spiegel, και ασχολείται επίσης με την εξέλιξη των τιμών.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης του Energy Economics Institute του Πανεπιστημίου της Κολωνίας (EWI) για λογαριασμό της βιομηχανικής ένωσης Zukunft Gas της Γερμανίας, οι ΗΠΑ αναμένεται να γίνουν στο μέλλον ο σημαντικότερος προμηθευτής υγροποιημένου φυσικού αερίου στη Γερμανία και την Ευρώπη.
Η μελέτη χρησιμοποίησε διάφορα σενάρια για να εξετάσει τη μελλοντική κατάσταση στην αγορά φυσικού αερίου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας και τον αντίκτυπό της στις παγκόσμιες εμπορικές σχέσεις. «Το αποτέλεσμα είναι σαφές: Η ευρωπαϊκή ζήτηση για LNG αυξάνεται σημαντικά», ανέφερε η Zukunft Gas.
Η Ευρώπη μπορεί να προμηθευτεί επιπλέον αέριο μέσω αγωγών μόνο από τη Νορβηγία, το Αζερμπαϊτζάν και την Αλγερία και αυτό σε περιορισμένο βαθμό. Το κενό στις προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου πρέπει επομένως να καλυφθεί με τη βοήθεια των εισαγωγών LNG.
«Οι παραδόσεις LNG από τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να διαδραματίσουν τον μεγαλύτερο ρόλο στην ευρωπαϊκή αγορά», ανέφερε η μελέτη.
Σε όλα τα σενάρια που εξετάστηκαν, οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν σημαντικά σε σύγκριση με το 2021. Εάν δεν διακινείται φυσικό αέριο μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ, η μελέτη υποθέτει ότι οι ΗΠΑ θα αντιπροσωπεύουν το 39% των συνολικών εισαγωγών της ΕΕ έως το 2030, υπό την προϋπόθεση ότι θα κατασκευαστούν επαρκείς μονάδες υγροποίησης έπειτα.
«Αυτό θα έκανε την ΕΕ, μαζί με την Ασία, μια από τις πιο σημαντικές αγορές πωλήσεων φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ». Στο σενάριο αυτό, η Νορβηγία έχει μερίδιο προσφοράς 28%. Η μελέτη δεν εξέτασε πώς η παραγωγή του λεγόμενου σχιστολιθικού αερίου (fracking) στη Γερμανία, η οποία δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, θα επηρεάσει τις αγορές φυσικού αερίου.
Οι συντάκτες της μελέτης αναμένουν μόνο περιορισμένη αύξηση της προμήθειας LNG από το Κατάρ. Και πιθανότατα ούτε οι πρόσθετες εισαγωγές από την Αυστραλία ή τον Καναδά θα είναι σημαντικές για την ευρωπαϊκή αγορά. «Ωστόσο, οι πρόσθετες ποσότητες μπορούν να βοηθήσουν στην αποφυγή ελλείψεων στις παγκόσμιες αγορές».
Η χαμηλότερη ζήτηση θα μπορούσε επίσης να συμβάλει, για παράδειγμα μέσω της ηλεκτροδότησης, στη μεγαλύτερη αποδοτικότητα και στην παραγωγή βιομεθανίου ως υποκατάστατου του φυσικού αερίου.
Οι τιμές του φυσικού αερίου αναμένεται να μειωθούν από το 2024 και μετά. «Η ταχεία επέκταση των τερματικών σταθμών LNG στην Ευρώπη θα εξαλείψει τα σημεία συμφόρησης στις εισαγωγές και θα ευθυγραμμίσει τις ευρωπαϊκές και τις ασιατικές τιμές», δήλωσε το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Zukunft-Gas, Timm Kehler.
Ωστόσο, οι συντάκτες της μελέτης δεν αναμένουν επίπεδα τιμών του 2018 πριν -τουλάχιστον- το 2026 και μόνο εφόσον υπάρξει τουλάχιστον μερική εμπορική σχέση με τη Ρωσία.
Χωρίς ρωσικό αέριο, οι τιμές χονδρικής στη Βορειοδυτική Ευρώπη ενδεχομένως να βρίσκονται ακόμη πάνω από τα 90 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2026. «Εάν η ζήτηση πέσει παγκοσμίως, ωστόσο, το επίπεδο τιμών του 2018 μπορεί να επιτευχθεί ξανά μέχρι το 2030, ακόμη και χωρίς ρωσικό αέριο».