Την ώρα που τα τεκμήρια διαβίωσης απειλούν και φέτος εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενους υπάρχει ένας κωδικός στη φορολογική δήλωση, ο οποίος μπορεί να ακυρώσει τα τεκμήρια και να γλιτώσει τους φορολογούμενους από την πληρωμή έξτρα φόρου για εισόδημα που δεν έχουν αποκτήσει.
Πρόκειται για τον κωδικό 787-788 στον οποίο δηλώνεται η ανάλωση κεφαλαίου. Δηλαδή, δηλώνονται εισοδήματα που απέκτησαν κατά το παρελθόν οι φορολογούμενοι και με τα εισοδήματα αυτά μπορούν να καλύψουν τα τεκμήρια.
Οι φορολογούμενοι μπορούν να επικαλεστούν εισοδήματα προηγούμενων ετών χωρίς να υπάρχει περιορισμός. Δηλαδή, μπορούν να επικαλεστούν εισοδήματα που είχαν πριν από 5, 10, 20 ή περισσότερα χρόνια.
Για παράδειγμα ένας φορολογούμενος που το 2022 έχει πραγματικό εισόδημα 15.000 ευρώ και τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων 20.000 ευρώ, μπορεί να ανατρέξει στο παρελθόν και να επικαλεστεί εισοδήματα, τα οποία καλύπτουν το ποσό των 5.000 ευρώ που είναι διαφορά πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος.
Βασική προϋπόθεση είναι, βέβαια, τα προηγούμενα χρόνια, να υπήρχαν δηλωμένα εισοδήματα, ικανά για καλύψουν τις τρέχουσες τεκμαρτές δαπάνες.
Πώς λειτουργεί το μέτρο
Ο φορολογούμενος αν διαπιστώσει ότι υπάρχει πρόβλημα τεκμηρίων, αυτό που πρέπει να κάνει είναι να ανατρέξει στις προηγούμενες φορολογικές του δηλώσεις, να αθροίσει όλα τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, ενοίκια, επιχειρήσεις, τόκους καταθέσεων, μερίσματα, υπεραξίες (π.χ. μετοχών) κ.λπ., τα ποσά των εσόδων από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων ή άλλα εισοδήματα όπως εφάπαξ παροχές ασφαλιστικών ταμείων, κέρδη από λαχεία, δωρεές.
Σύμφωνα με τις οδηγίες της ΑΑΔΕ τα βήματα είναι τα ακόλουθα:
Ο φορολογούμενος θα πρέπει να συντάξει σε χαρτί ή σε ηλεκτρονικό πρόγραμμα Excell μια «κατάσταση ανάλωσης κεφαλαίου», μια μορφή πίνακα, που θα περιέχει τρεις τουλάχιστον σειρές και με αριθμό στηλών ίσο με τον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία ανατρέχει συν μία ακόμη στήλη για τα σύνολα των ποσών όλων των ετών.
Στην πρώτη σειρά κάθε στήλης πρέπει να αναγράψει τα εισοδήματα και τα έσοδα που δήλωσε στη φορολογική δήλωση του κάθε έτους, στη δεύτερη σειρά τα ποσά των τεκμηρίων του ιδίου έτους τα οποία αφαιρούνται και στην τρίτη σειρά το υπόλοιπο εναπομείναν «κεφάλαιο» που μπορεί να επικαλεστεί για το ίδιο έτος.
Στην τελευταία στήλη του πίνακα θα πρέπει να αναγράφονται, ως αθροίσματα, στην πρώτη σειρά τα συνολικά ποσά εισοδημάτων και εσόδων όλων των παρελθόντων ετών που επικαλείται ο φορολογούμενος, στη δεύτερη σειρά τα συνολικά ποσά τεκμηρίων που εκπίπτουν από τα εισοδήματα και έσοδα όλων των ετών και στην τρίτη σειρά το συνολικό εναπομείναν «κεφάλαιο προς ανάλωση» από όλα τα παρελθόντα έτη.
Τα ποσά που θα αναγραφούν στον πίνακα αυτό θα πρέπει να αποδεικνύονται από τα δεδομένα των φορολογικών δηλώσεων των παρελθόντων ετών που θα επικαλεστεί ο φορολογούμενος. Τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν από το 2003 και μετά (χρήση 2002) μπορεί να τις αναζητήσει στην πλατφόρμα της ΑΑΔΕ μέσω της οποία υποβάλλονται οι φορολογικές δηλώσεις. Αν επικαλεστεί εισοδήματα παλαιότερων ετών, τότε θα πρέπει να έχει αντίγραφα ο ίδιος ή να τα ζητήσει από την ΔΟΥ.
Από το άθροισμα που θα προκύψει, πρέπει να αφαιρέσει τα ποσά που ελήφθησαν υπόψη στις ίδιες φορολογικές δηλώσεις ως τεκμήρια διαβίωσης (για κατοικίες, Ι.Χ. αυτοκίνητα, πισίνες, σκάφη, υπηρετικό προσωπικό κ.λπ.), καθώς και τα ποσά που δήλωσε στις ίδιες δηλώσεις ότι δαπάνησε για να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη, κινητά αντικείμενα μεγάλης αξίας κ.λπ.).
Το ποσό που θα απομείνει είναι το «κεφάλαιο» των προηγούμενων ετών που μπορεί ο φορολογούμενος να επικαλεστεί για να καλύψει τη διαφορά τεκμηρίων.
Ο φορολογούμενος θα γράψει το «αναλωθέν» μέρος του «κεφαλαίου των προηγουμένων ετών» στον πίνακα 6 της φορολογικής δήλωσης, στους κωδικούς 787-788 και με τον τρόπο αυτό να υπερκαλύψει την πρόσθετη διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, οπότε στην περίπτωση αυτή ως φορολογητέο εισόδημα δεν θα ληφθεί υπόψη από την Εφορία το τεκμαρτό αλλά το πολύ πιο χαμηλό δηλωθέν εισόδημά του.
Η επίκληση των παλαιότερων εισοδημάτων, δεν μπορεί να γίνεται εσαεί, αλλά μέχρι το ποσό που απαιτείται κάθε φορά και εφόσον υπάρχει «απόθεμα». Δηλαδή ο φορολογούμενος που έχει απόθεμα ύψους 50.000 ευρώ από προηγούμενες φορολογικές δηλώσεις, αν χρησιμοποιήσει για ένα έτος το ποσό των 5.000 ευρώ, για τα επόμενα έτη θα έχει διαθέσιμο ποσό ύψους 45.000 ευρώ, το οποίο σταδιακά θα απομειώνεται.