Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιβεβαίωσαν με τις αποφάσεις που έλαβαν, την Τετάρτη και την Πέμπτη, αντίστοιχα, τις προβλέψεις ότι έχουν φτάσει ή πλησιάζουν στο τέλος του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων σε μία προσπάθεια ίσως να σταματήσουν (οι Αμερικανοί) τις εκροές καταθέσεων στις μικρές τράπεζες που έχουν φτάσει τα 360 δισ. δολάρια.
Η Fed προχώρησε σε αύξηση του βασικού επιτοκίου της κατά 25 μονάδες βάσης (ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας) στο 5% έως 5,25%, η δέκατη συνεχόμενη από τον Μάρτιο του 2022, αλλά αυτή είναι πιθανό να είναι και η τελευταία στην προσπάθεια της για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό.
Αν και η Fed δεν αποφάσισε ρητά τον τερματισμό των αυξήσεων, ήταν η πρώτη φορά που δεν ανέφερε στην ανακοίνωσή της ότι αναμένονται νέες κινήσεις στα επιτόκια, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο στη συνεδρίαση του Ιουνίου να αλλάξει σελίδα στην πολιτική της.
Οι αποφάσεις στις επόμενες συνεδριάσεις της θα λαμβάνονται με βάση τα νεότερα διαθέσιμα στοιχεία και κυρίως τις προοπτικές του πληθωρισμού, ο οποίος έτρεχε τον Μάρτιο με ετήσιο ρυθμό 5%, σημαντικά υψηλότερο από τον στόχο 2% της κεντρικής τράπεζας.
Η αναζωπύρωση της αναταραχής στον τραπεζικό κλάδο των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα συμβάλλει στη μη περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής καθώς οι συνθήκες τραπεζικής χρηματοδότησης έχουν γίνει πολύ πιο σφιχτές.
Οι νέες αναταράξεις αφορούν τις αμερικανικές περιφερειακές τράπεζες, οι οποίες βρέθηκαν ξανά στο «μάτι του κυκλώνα» μετά την κατάρρευση της First Republic Bank, τα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία της οποίας αγόρασε η JPMorgan. Ήταν η τέταρτη τράπεζα των ΗΠΑ που απέτυχε φέτος, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη χρεοκοπία από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Η ΕΚΤ προχώρησε και αυτή σε αύξηση των βασικών επιτοκίων της κατά 25 μονάδες βάσης, με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης των τραπεζών να διαμορφώνεται στο 3,75% και το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 3,25%. Ήταν η έβδομη συνεχόμενη αλλά και η μικρότερη αύξηση από τον περασμένο Ιούλιο, όταν άρχισε η ΕΚΤ να συσφίγγει την πολιτική της.
Η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι θα ακολουθήσουν και άλλες αυξήσεις, αλλά το γεγονός ότι η ΕΚΤ μείωσε ταχύτητα δείχνει ότι έχει εισέλθει στην τελική φάση σύσφιξης της πολιτικής της.
Στο ερώτημα σε ποιο επίπεδο θα κορυφωθούν τα επιτόκια, η πρόεδρος της ΕΚΤ δεν απάντησε. Ωστόσο, μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ανέφεραν μετά τη συνεδρίαση ότι θα ακολουθήσουν άλλες δύο έως τρεις αυξήσεις των 25 μ.β. Αυτό σημαίνει ότι οι αυξήσεις θα σταματήσουν τον Ιούλιο ή τον Σεπτέμβριο, όταν το επιτόκιο καταθέσεων φθάσει στο 3,75% ή το 4%.
Οι αγορές είναι πιο αισιόδοξες και θεωρούν βέβαιη μόνο μία ακόμη αύξηση 25 μ.β. στη συνεδρίαση του Ιουνίου, ενώ θεωρούν πιθανή και μία ακόμη ίδιου μεγέθους τον Ιούλιο.
Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη παραμένει πολύ υψηλός καθώς τον Απρίλιο ο γενικός δείκτης έτρεχε με ρυθμό 7%. Από την άλλη πλευρά, ο δομικός πληθωρισμός – που δεν περιλαμβάνει τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας – μειώθηκε, έστω και οριακά, στο 5,6% μετά από ένα 10μηνο συνεχών αυξήσεων του. Παράλληλα, ο πληθωρισμός στα τρόφιμά φαίνεται ότι έχει κορυφωθεί καθώς επιβραδύνθηκε τον Απρίλιο, αν και παραμένει σε διψήφια επίπεδα.
Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με τα πιο αυστηρά κριτήρια χορήγησης δανείων από τις τράπεζες της Ευρωζώνης και τη μείωση της ζήτησης δανείων στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας 10ετίας, έγειραν την πλάστιγγα υπέρ της μικρότερης αύξησης επιτοκίων από την ΕΚΤ.