Παρά την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ελλάδα τον Απρίλιο, οι τιμές στα τρόφιμα διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, που άγγιξαν το 13,3%, δείγμα ότι οι τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ συνεχίζουν να «καίνε» την τσέπη των καταναλωτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Εurostat, σημείο αναφοράς και τον Απρίλιο ήταν το χαμηλό επίπεδο των ενεργειακών τιμών.
Στη χώρα μας, ο εναρμονισμένος δείκτης καταναλωτή που χρησιμοποιεί η Eurostat σημείωσε πτώση στο 4,5%, από 5,4% τον προηγούμενο μήνα.
Ποια ήταν η εικόνα του Μαρτίου
Τις επόμενες εβδομάδες θα ανακοινωθούν και τα στοιχεία πληθωρισμού Απριλίου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., η οποία χρησιμοποιεί τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή.
Σύμφωνα με αυτόν, για τον μήνα Μάρτιο οι κυριότερες μεταβολές δεικτών σε ετήσιο επίπεδο ήταν οι ακόλουθες:
- Μεταφορά επιβατών με ταξί, 32,9%
- Μεταφορά επιβατών με αεροπλάνο, 32,2%
- Στερεά καύσιμα, 24%
- Γαλακτοκομικά και αβγά, 23,1%
- Κρέατα (γενικά), 19,8%
- Είδη άμεσης κατανάλωσης νοικοκυριού, 17,8%
- Ελαια και λίπη, 17,5%
- Υγραέριο, 16,4%
- Ψωμί και δημητριακά, 15,6%
- Ενδυση και υπόδηση, 14,4%
- Καφές – κακάο – τσάι, 14%
- Λοιπά τρόφιμα 13,5%
- Λαχανικά (γενικά) 8,8%
Αυξήθηκε ο πληθωρισμός στην Ευρώπη
Στην ευρωζώνη ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 7%, από 6,9% τον Μάρτιο. Ο δείκτης τροφίμων, αλκοόλ και καπνού, αν και υποχώρησε από το 15,5% του Μαρτίου στο 13,6% τον Απρίλιο, παραμένει σε υψηλά επίπεδα και βρίσκεται στην κορυφή των σχετικών δεικτών.
Ακολουθούν τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (6,2%, έναντι 6,6% τον Μάρτιο), οι υπηρεσίες (5,2%, έναντι 5,1% τον Μάρτιο) και η ενέργεια (2,5%, έναντι 0,9% τον Μάρτιο).
Ο δομικός πληθωρισμός, η πορεία του οποίου απασχολεί δεόντως την ΕΚΤ, έπεσε από το ιστορικό υψηλό του Μαρτίου 5,7% στο 5,6% τον Απρίλιο. Είναι η πρώτη μείωση από τον Ιούνιο του 2022, κάτι που έχει τη σημασία του, κυρίως στις αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας.
Οι αναλυτές προεξοφλούν νέα αύξηση επιτοκίων κατά 0,25%, χωρίς όμως να αποκλείουν κατηγορηματικά το ενδεχόμενο η ΕΚΤ να επιφυλάσσει μια δυσάρεστη έκπληξη και να προχωρήσει στην ανακοίνωση υψηλότερης αύξησης των επιτοκίων κατά 0,50%. Σημειώνεται πως από όποια απόφαση της Φρανκφούρτης δεν θα επηρεαστούν οι Έλληνες δανειολήπτες, καθώς οι τράπεζες της χώρας μας έχουν «παγώσει» τα επιτόκια για 12 μήνες.