Την ανάκαμψη, αλλά και τους κρίσιμους «αστερίσκους» και τις σημαντικές προκλήσεις, της ελληνικής οικονομίας καταγράφει το Reuters σε εκτενές δημοσίευμά του.
«Η ανάκαμψη είναι έντονη, τουλάχιστον στα χαρτιά», σημειώνει το διεθνές πρακτορείο, υπογραμμίζοντας πως τώρα η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με νέα προβλήματα. Αίσθηση προκαλεί πως οι επισημάνσεις του Reuters αγνοήθηκαν από την κυβερνητική προπαγάνδα, η οποία μάλλον διάβασε μόνο το πρώτο μέρος του δημοσιεύματος.
«Μετά από μια καταστροφική κρίση χρέους, με χρόνια λιτότητας, δυσκολιών και αναταραχών, τώρα αξιωματούχοι και επενδυτές υποστηρίζουν πως το 2024 θα μπορούσε να είναι η χρονιά που θα ολοκληρωθεί τελικά η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας», αναφέρει το Reuters στην εισαγωγή του.
Παραθέτοντας τις εκτιμήσεις των αρμόδιων θεσμών αναφέρει πως η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί φέτος σχεδόν 3%. Εάν αυτή η εκτίμηση επιβεβαιωθεί τότε θα πλησιάσει το μέγεθός της πριν από την κρίση του 2009 και θα ξεπεράσει κατά πολύ τον μέσο όρο της ευρωζώνης, η ανάπτυξη της οποίας εκτιμάται σε 0,8%.
Στα θετικά, το Reuters, συμπληρώνει πως το κόστος δανεισμού έχει πέσει κάτω από αυτό της Ιταλίας και πως οι τράπεζες που διασώθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης πρόκειται να επιστρέψουν πλήρως στα χέρια ιδιωτών, για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες. Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή, υπενθυμίζει, πως μέχρι το 2015 η Ελλάδα είχε υπογράψει τρία «προγράμματα διάσωσης» με την ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αξίας 280 δισεκατομμυρίων ευρώ.
«Σε αντάλλαγμα συμφώνησε σε μέτρα λιτότητας που μείωσαν τους μισθούς και τις συντάξεις του δημόσιου τομέα και προκάλεσαν χρόνια βίαιων διαδηλώσεων. Από τότε που η Ελλάδα βγήκε από το πρόγραμμα διάσωσης το 2018, έχει αναζωογονήσει το τραπεζικό της σύστημα και έχει στηριχθεί αποκλειστικά στις αγορές χρέους για τις δανειακές ανάγκες της. Το 2022, εξόφλησε το ΔΝΤ δύο χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα», αναφέρει, παρουσιάζοντας και σχετικό πίνακα με τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, το οποίο ωστόσο παραμένει το υψηλότερο στην Ευρώπη και ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο.
Οι 10 αστερίσκοι
Περνώντας στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία, το ρεπορτάζ του Reuters αναφέρει πως το πρώτο «καινούργιο πρόβλημα» είναι πως η ανάκαμψή της συγκρατείται από τη στασιμότητα των «ίδιων γιγάντων της ευρωζώνης που κάποτε της επέβαλαν αυστηρές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία».
Πάνω από τις μισές άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα, οι οποίες ανήλθαν συνολικά σε περίπου 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ (7,98 δισεκατομμύρια δολάρια) το 2022, προέρχονται χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, οι οποίες καταγράφουν ασθενή έως και μηδαμινή ανάπτυξη.
Οι ελληνικές εξαγωγές, τα δύο τρίτα των οποίων κατευθύνονται στην ΕΕ, μειώθηκαν σχεδόν κατά 9% πέρυσι και εν τέλει η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε στο 2% το 2023. «Οι χαμηλότερες προσδοκίες για ανάπτυξη στην Ευρώπη επηρεάζουν την Ελλάδα με δύο βασικούς τρόπους: Μέσω της πίεσης στις εξαγωγές και μέσω του υψηλότερου κόστους του χρήματος», δήλωσε ο Νίκος Βέττας, επικεφαλής του ΙΟΒΕ.
Και το Reuters συνεχίζει με τα υπόλοιπα «αγκάθια»: «Η υπογεννητικότητα και οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού απειλούν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές και η εξάπλωση των καταστροφών που σχετίζονται με το κλίμα, όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες, έχουν επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά».
«Πολλοί από τους Έλληνες που χτυπήθηκαν από την κρίση λένε πως βλέπουν μικρή διαφορά στην καθημερινότητά τους, ενώ οι οικονομολόγοι υπογραμμίζουν πως τα ευρύτερα οφέλη από την ανάκαμψη θα χρειαστούν χρόνο». Για πολλούς Έλληνες, σημειώνεται στο δημοσίευμα, η οικονομική ανάκαμψη δεν μεταφράστηκε σε βελτιωμένο βιοτικό επίπεδο.
Η ανεργία παραμένει πάνω από το 10%, το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ μετά την Ισπανία και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε αγοραστική δύναμη είναι το δεύτερο χαμηλότερο στο ευρωπαϊκό μπλοκ, πάνω μόνο από τη Βουλγαρία, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Σύμφωνα επίσης με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, ο μέσος μηνιαίος μισθός των 1.175 ευρώ είναι 20% χαμηλότερος από ό,τι πριν από 15 χρόνια.
Σχετικά με το κύμα ακρίβειας που σαρώνει την ελληνική αγορά, το Reuters αναφέρεται στην μεγάλη 24ωρη γενική απεργία που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη με αίτημα υψηλότερους μισθούς και μέτρα αντιμετώπισης του πληθωρισμού και της αισχροκέρδειας.
Στο δημοσίευμα επισημαίνεται ακόμη πως για να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, η χώρα πρέπει να κινηθεί πέρα από τους παραδοσιακούς οικονομικούς τομείς της, δηλαδή τον τουρισμό, την αγορά ακινήτων και τις υπηρεσίες. Η Ελλάδα χρειάζεται να αναπτύξει τομείς όπου οι επενδύσεις είναι πιο μακροπρόθεσμες, όπως τα έργα υποδομής και η μεταποίηση, υπογράμμισε ο Νίκος Βέττας.