Με μόλις 3,9 εκατομμύρια αγροτών, ήτοι 8 αγρότες ανά 1000 κατοίκους, άρα και με μικρότερη παραγωγή τροφίμων κινδυνεύει να μείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2040, σύμφωνα με τη μελέτη «Το μέλλον του Ευρωπαϊκού Αγροτικού Μοντέλου» για την Επιτροπή Γεωργίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Από τις ελληνικές περιφέρειες τον μεγαλύτερο συγκριτικά αλλά πάντως μέτριο κίνδυνο αντιμετωπίζουν Θεσσαλία και Ήπειρος, ενώ, αντίθετα, ο κίνδυνος μείωσης των αγροτών στην Κρήτη είναι πολύ χαμηλός και στις υπόλοιπες χαμηλός.
Το 2005 η ΕΕ των 27 κρατών αριθμούσε 15 εκατομμύρια αγρότες. Το 2016 είχαν μειωθεί στα 10,3 εκατομμύρια και έως το 2040 προβλέπεται νέα μείωση στα 3,9 εκατομμύρια. Δηλαδή τα επόμενα 18 χρόνια η ΕΕ εκτιμάται ότι θα χάσει αθροιστικά 6,4 εκατομμύρια αγροτών, δηλαδή 267 χιλιάδες το χρόνο, περισσότερους από 22 χιλιάδες το μήνα ή 700 κάθε ημέρα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η αναλογία αγροτών ανά 1000 κατοίκους πρόκειται να μειωθεί από 23 το 2016 σε μόλις 8 το 2040. Συνολικά, σε διάστημα 35 ετών η ΕΕ αναμένεται να χάσει το 74% των αγροτών της.
Από τις ελληνικές περιφέρειες η Θεσσαλία και η Ήπειρος εντάσσονται στην κατηγορία μετρίου κινδύνου μείωσης του αριθμού των αγροτών με τις πιθανότητες να κυμαίνονται μεταξύ 40-60%. Στον αντίποδα η Κρήτη εντάσσεται στην κατηγορία πολύ χαμηλού κινδύνου (0-20% οι πιθανότητες) και οι υπόλοιπες περιφέρειες στην κατηγορία χαμηλού κινδύνου (20-40% οι πιθανότητες).
Ωστόσο, σύμφωνα με τη μελέτη, ο βαθμός οικονομικής ανθεκτικότητας της γεωργίας στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας είναι χαμηλός, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο εξόδου των αγροτών από τον πρωτογενή τομέα. Το ίδιο ισχύει πολύ περισσότερο στις ορεινές περιοχές.
Αυξάνονται το μέσο εισόδημα και οι φάρμες με περισσότερα από 500 στρέμματα
Αντίθετη πορεία από τον αριθμό των αγροτών που μειώνεται ακολουθεί το εισόδημά τους που βρίσκεται σε ανοδική τροχιά. Από το 2005 έως το 2016 το μέσο εισόδημα ανά γεωργική εκμετάλλευση αυξήθηκε κατά 77%, στις 33.000 από 18.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Επιπρόσθετα, αυξάνεται σταθερά το μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και συγκεντρώνεται η γη σε ολοένα λιγότερα χέρια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 2005-16 αυξήθηκε (κατά 7%) μόνο ο αριθμός των αγροτικών εκμεταλλεύσεων με περισσότερα από 500 στρέμματα. Σε όλε στις υπόλοιπες κατηγορίες κατεγράφη μείωση:
*-38% στις φάρμες με λιγότερα από 50 στρέμματα
*-17% στις φάρμες με 50-190 στρέμματα
*και -12% στις φάρμες με 200-490 στρέμματα.
Οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί οι λόγοι της μείωσης.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μείωση του αριθμού των αγροτών οφείλεται σε μια σειρά λόγους, όπως η κλιματική αλλαγή και η έλλειψη φυσικών πόρων, το εισόδημα και το κόστος παραγωγής, η γήρανση του πληθυσμού (δημογραφικοί λόγοι).
Ωστόσο, η επίδραση των συγκεκριμένων παραγόντων δεν είναι ίδια σε όλες τις κατηγορίες εκμεταλλεύσεων. Για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή και η παγκοσμιοποίηση επιδρούν αρνητικά σε όλες, όμως η οικονομική ανάπτυξη και οι επενδύσεις έχουν θετικό αποτύπωμα στις αγροτικές επιχειρήσεις (μεγάλες φάρμες).
Θετικό αντίκτυπο στις αγροτικές επιχειρήσεις έχουν και οι τεχνολογικές εφαρμογές, οι οποίες θεωρούνται ότι επιδρούν τόσο θετικά όσο και αρνητικά και στις μικρομεσαίες εκμεταλλεύσεις.
Τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης και οι επιδοτήσεις θεωρείται ότι έχουν θετικό αποτύπωμα σε όλες τις κατηγορίες αγροτικών εκμεταλλεύσεων.