Το Αφγανιστάν, σε όλες τις ιστορικές αναφορές και περιόδους, δεν υπήρξε ποτέ χώρα προορισμού. Ενδεχόμενα να έπαιξε ρόλο και το γεγονός, ότι ήταν αδύνατη ή σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά δύσκολη η καθυπόταξή του και ο φόρος αίματος, που οι επίδοξοι εισβολείς έπρεπε να πληρώσουν. Χαρακτηρίστηκε ως αναγκαία διαδρομή, στον δρόμο του μεταξιού και αργότερα σε αυτόν της παπαρούνας και των οπιοειδών.
Ακόμα και ο μέγιστος των Ελλήνων και ανυπέρβλητος στρατηλάτης Αλέξανδρος, δοκιμάστηκε ιδιαίτερα στα δύσκολα εδάφη του. Στη νεότερη ιστορία η Βρετανική αυτοκρατορία ταπεινώθηκε και το εκστρατευτικό της σώμα αποδεκατίστηκε. Και ούτε λόγος να γίνεται για την περιπέτεια της Σοβιετικής εισβολής, που η αποτυχία της αποτέλεσε το πάρθιο βέλος για την κατάρρευση της Κόκκινης υπερδύναμης. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος του, ως του νεκροταφείου των αυτοκρατοριών.
Τελευταία στη σειρά, έρχεται η Τουρκία του Ερντογάν. Που μπορεί μεν να ονειρεύεται το οθωμανικό παρελθόν της, πλην όμως οι φαντασιώσεις αυτές επί του παρόντος εξαντλούνται στα φαραωνικά ενδιαιτήματα του εκλεγμένου Σουλτάνου. Κατά τα άλλα η στόχευσή του για να αναδείξει τη χώρα του σε περιφερειακή και διεθνή δύναμη, περισσότερο θυμίζει προσπάθεια για να την καταστήσει στο διεθνές υποσυνείδητο, ως πολύ μεγάλη για να αποτύχει (too big to fail). Θέλει με τον τρόπο αυτό να γίνει η διεθνής κοινότατα άρρητος εγγυητής της Τουρκικής σταθερότητας και κατ΄ ουσία του καθεστώτος του.
Το στοίχημα που αναλαμβάνει με το Αφγανιστάν, κάθε άλλο παρά εύκολο είναι. Σε επίπεδο ελιγμών, είναι αναμφισβήτητα μια σπουδαία υπηρεσία που προσφέρει για την αποχώρηση των εναπομεινάντων στρατευμάτων την Δύσης. Χωρίς αυτό να σημαίνει, με βάση τα ιστορικά δεδομένα και παραδείγματα, ότι θα μπορέσει να προασπίσει και το Αφγανικό καθεστώς, ή έστω κάποιους θύλακες Τουρκικού ελέγχου, μέσα στην πλημμυρίδα των Ταλιμπάν. Μπαίνει σε μια περιπέτεια διαρκείας. Σε μια ρουφήχτρα αίματος και πόρων.
Αν πάλι πιστεύει ότι οι προνομιακοί δεσμοί, που έχει καλλιεργήσει με κάθε είδους στρατευμένους στο όνομα του Ισλάμ, τον καθιστά και αξιόπιστο συνομιλητή των Ταλιμπάν και δυνάμενο να τους διαχειριστεί, μάλλον θα πρέπει να ανατρέξει στις σχετικά πρόσφατες εξελίξεις της χώρας. Μιας χώρας που τις τελευταίες πέντε δεκαετίες δεν έχει σταματήσει να πολεμά. Τι κι αν οι Παστούν είναι η μεγάλη πλειοψηφία. Οι Χαζάροι και άλλες μειονότητες δε φαίνεται να αποθαρρύνονται και να παραδίδονται. Και όσον αφορά τους θρησκευτικούς δεσμούς με γειτονικές χώρες, κάθε άλλο παρά κατευναστικά λειτούργησαν.
Το πλέον αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι το Πακιστάν. Στους μεντρεσέδες του ανδρώθηκε το κίνημα των ‘μαθητών’, των Ταλιμπάν. Αυτών που με την ορμή του νεοφώτιστου, στη φλόγα της πίστης, παρέσυραν σαν οχυρά αχύρων τους κραταιούς Μουτζαχεντίν. Τους πολεμιστές δηλαδή που ταπείνωσαν τη Σοβιετική μηχανή. Και δε σταμάτησαν εκεί. Ουδεμία υποχρέωση αισθάνθηκαν για τη θρησκευτική τους alma mater.
Στράφηκαν ακόμα και ενάντια στον Πακιστανικό στρατό και τις πανίσχυρες, για τον έλεγχο της χώρας τους, Πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες. Και εξήγαγαν την επανάστασή τους, στη λεγόμενη περιοχή των φυλών, τη μεθόριο δηλαδή με το Πακιστάν. Αποτελούν έτσι ένα μόνιμο βραχνά και εστία έντασης και υπονόμευσης του Πακιστανικού καθεστώτος. Οι μαθητές φάνηκε ότι ξεπέρασαν τους δασκάλους. Και από όσα τουλάχιστον είναι γνωστά, η διδασκαλία, δεν είναι το δυνατό χαρτί του Ερντογάν.