Εν αρχή είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι κανείς δεν έχει μονοπώλιο στα αισθήματα. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτά αφορούν τον ανθρώπινο πόνο και την αγανάκτηση για όσους βιαιοπραγούν σε παιδιά και τον απροστάτευτο πληθυσμό.
Είναι άλλο όμως πράγμα η αυτονόητη καταδίκη της βαρβαρότητας και άλλο πράγμα η χάραξη και υλοποίηση πολιτικής με όρους μελοδράματος. Είναι σύνηθες εξάλλου το φαινόμενο, το μελόδραμα να σκηνοθετείται και να αναδεικνύεται στο πλαίσιο ψυχολογικών επιχειρήσεων ή από πρόσωπα και οργανώσεις με ιδιοτελείς στοχεύσεις και ιδεοληπτική ατζέντα. Από πραγματικούς εμποράκους δηλαδή του ανθρώπινου πόνου, για τον οποίο ουδόλως κόπτονται.
Στην περίπτωση του Αφγανιστάν, έχουμε μια déjà vu πραγματικότητα. Ακραίες εκδοχές και κήρυκες του θρησκευτικού φανατισμού, για τα δεδομένα πάντα και τις αξίες του Δυτικού Πολιτισμού, σάρωσαν ένα κράτος, που θεωρητικά οικοδομήθηκε με τη αμέριστη στήριξη και την τουλάχιστον γαλαντόμο οικονομική στήριξη της διεθνούς κοινότητας. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους.
Οι αφγανικές ένοπλες δυνάμεις αριθμούσαν, με βάση το μισθολόγιό τους, περί τις 300.000 προσωπικό και στελέχη. Ο εξοπλισμός και τα μέσα που τους παρασχέθηκαν, ήταν σύγχρονα, ενώ είχαν στη διάθεσή τους 162 αεροσκάφη και ελικόπτερα (κατά άλλες δημοσιευθείσες πηγές, ο αριθμός τους ανέρχεται στα 211). Μεταξύ του στελεχιακού αυτού δυναμικού περιλαμβάνονται και δέκα χιλιάδες Αφγανοί, των ειδικών δυνάμεων ασφαλείας.
Έναντι αυτής της στρατιωτικής μηχανής, που αφορά μια χώρα 38 εκατομμυρίων, οι δυνάμεις των Ταλιμπάν, όταν ξεκίνησε η οργανωμένη επίθεσή τους, για την απόκτηση του ελέγχου της χώρας, ανέρχονταν στις 75.000!
Κατάφεραν οι Ταλιμπάν να αποδομήσουν και να σαρώσουν μια υποδομή και έναν μηχανισμό, για τη δημιουργία και τη στήριξη του οποίου μόνο οι ΗΠΑ είχαν δαπανήσει περί τα 2,6 τρισεκατομμύρια δολάρια και το Ηνωμένο Βασίλειο 21 δισεκατομμύρια λίρες. Στα ποσά αυτά δεν υπολογίζονται και όσα χορηγήθηκαν υπό τη μορφή οικονομικής ενίσχυσης και μέσων, στις οργανώσεις που επί μία εικοσαετία παρείχαν ανθρωπιστική υποστήριξη στον λαό του Αφγανιστάν.
Είναι πρόδηλο με βάση τους αδιάψευστους αριθμούς και ανεξάρτητα από την έκταση της διαφθοράς ως προς την απόληξη των χρηματοδοτικών ροών, πως οι Ταλιμπάν έχουν λαικό έρεισμα και αδιαμφισβήτητη ανοχή, αν όχι αποδοχή από τον ετερόκλητο Αφγανικό λαό. Πέρα και πάνω από μεταφυσικές ερμηνείες και απογοήτευση που προκαλεί η διαπίστωση αυτή, φαίνεται να αντανακλά και τη λυπηρή παραδοχή, για την κλίμακα αξιών του Δυτικού πολιτισμού μας, πως οι Ταλιμπάν αποτελούν συνέχεια και εικόνα της Αφγανικής κοινωνίας.
Με βάση το εν λόγω υπόβαθρο, πρέπει να γίνει και η αξιολόγηση, όσων διεκδικήσουν άσυλο και διεθνή προστασία. Και από ότι οι πρώτες εκτιμήσεις δείχνουν, είναι μυριάδες. Έως σήμερα υπάρχουν 2, 6 εκατομμύρια Αφγανοί πρόσφυγες. Υπολογίζεται πως μόνο στο Πακιστάν και το Ιράν, εγκαταβιούν 5.000.000 ενώ ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων που ξεκίνησαν την Άνοιξη του 2021, 500.000 έχουν μετακινηθεί στο εσωτερικό του Αφγανιστάν.
Ο αριθμός αυτός αναμένεται να φτάσει τα 3.000.000. Κι όλα αυτά έναντι της επέλασης 75.000 μαχητών ή ζηλωτών. Που το ήμισυ της ηγεσίας τους είχε συλληφθεί και φυλακιστεί τα προηγούμενα χρόνια. Δε φαίνεται πειστικό το επιχείρημα των εκατομμυρίων υποψήφιων προσφύγων και αιτούντων άσυλο, ότι κινδυνεύουν για τις ιδέες τους και την φυλετική και εθνική καταγωγή τους, όπως οι Διεθνείς Συνθήκες προβλέπουν.
Μάλλον δεν πολυπιστεύουν στις ιδέες τους αυτές, όταν δεν μπορούν να τις προασπίσουν έναντι μιας ισχνής μειοψηφίας, με εγκληματικό παρελθόν και διεθνή καταδίκη. Είναι τραγικό και αδύνατο να ζητάς στήριξη για έναν αγώνα που δεν έχεις καν δώσει.