Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών γύρω από τη σύμπηξη της συμμαχίας μεταξύ Αγγλίας, ΗΠΑ και Αυστραλίας, προκάλεσαν πολλαπλούς κλυδωνισμούς, στις γεωπολιτικές ισορροπίες και συσχετισμούς. Όχι ότι ήταν κεραυνός εν αιθρία.
Τα τελευταία χρόνια με τη διαρκή αντιπαράθεση στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, τις επιθετικές Κινεζικές πρακτικές έναντι της Ιαπωνίας, του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων, τη σταθερή ένταση στο θέμα της Ταιβάν και των πρωτοβουλιών για την ανάπτυξη των διεθνών της σχέσεων, την άσκηση πιέσεων από τον Ασιατικό Οικονομικό γίγαντα, με αντιπροσωπευτικές τις σχετικές σε βάρος της Αυστραλίας, αλλά και όσων ανακινούν ‘ενοχλητικά΄ ζητήματα, όπως αυτό του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή τη μεθοδευμένη οικονομική κατακυρίευση σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι εύλογη συνέπεια η ‘υπερθέρμανση΄ της Κινεζικής αντιπαράθεσης, με κορυφαίους ‘παίκτες΄ των διεθνών σχέσεων.
Σε πρώτη ανάγνωση η νέα αμυντική, τεχνολογικά και στρατιωτική συμμαχία, καταδεικνύει το μέγιστο ενδιαφέρον, που οι ΗΠΑ και ο Αγγλοσαξωνικός κόσμος, αποδίδουν στην ανάσχεση της Κινεζικής εξάπλωσης. Που δεν περιορίζεται μόνο στον οικονομικό έλεγχο κρατών, αλλά εξελίσσεται σε πολιτική ποδηγέτησή τους. Ανάλογα είναι τα συμπεράσματα ως προς τον αποδιδόμενο ρόλο στην ηπειρωτική Ευρώπη και τις μέχρι σήμερα γραμμές αντιπαράθεσης, που ο Ψυχρός Πόλεμος και σε δεύτερο χρόνο ο Ισλαμικός Φονταμενταλισμός, είχαν δημιουργήσει.
Επ ουδενί βέβαια η διαμορφούμενη νέα πραγματικότητα, συνιστά εγκατάλειψη της Ευρώπης, ή αδιαφορία των Ατλαντικών συμμάχων για την πορεία και την προοπτική της. Θα ήταν μια ‘πολυτέλεια΄ μεγαλείου, που πέρα από τις πολιτισμικές και πολιτικές κοινές καταβολές, ουδείς από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού θα μπορούσε να αντέξει. Η εστίαση στον ρόλο της Κίνας, έχει και τις δυνητικά παράπλευρα θετικές για τη χώρα μας συνέπειες, στο μέτρο που αποδυναμώνει ως αρχή εργασίας τον ρόλο της Τουρκίας.
Όταν αλλάζουν οι προτεραιότητες και από τη Μαύρη Θάλασσα και τις οδούς των πετρελαίων στρέφονται στο μαλακό υπογάστριο της Κίνας, είναι λογικό επακόλουθο, το κέντρα παραγωγής πολιτικής και αναλύσεων, να μην επιδεικνύουν το ίδιο ενδιαφέρον για την προσδοκώμενη γεωπολιτική συνεισφορά της γειτονικής μας χώρας. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν πρόσφατα ο Ταγίπ Ερντογάν, επιδίωξε τη σύσφιγξη των Σινοτουρκικών σχέσεων, αδιαφορώντας εν τοις πράγμασι για τους φερόμενους ομοεθνείς τους Ουιγούρους και τις συνθήκες εγκλεισμού και καταναγκαστικής εργασίας που καταγγέλλεται ότι υφίστανται στην Κινεζική επαρχία Ξιν Γιανγκ.
Αλλά και για την Ευρώπη η νέα συμμαχία AUKUS, όπως αποδίδεται από το αρκτικόλεξο των εταίρων της, συνιστά ένα μήνυμα με αυτοτροφοδούμενη δυναμική και πολλαπλούς αποδέκτες. Είναι μια υπόμνηση, πως ιστορικά ήταν ο Αγγλοσαξωνικός κόσμος, που ουσιαστικά επικράτησε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Κατ’ επέκταση και στον Ψυχρό Πόλεμο. Καταδεικνύονται επίσης οι ισχυροί δεσμοί των μελών της Κοινοπολιτείας, των Down and Under, με το Μητροπολιτικό Κέντρο του Λονδίνου. Είναι και μια επιβεβαίωση πως η στόχευση για Παγκόσμιο ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας, στον τομέα τουλάχιστον της Άμυνας και της Ασφάλειας, κάθε άλλο παρά φενάκη είναι.
Στον απόηχο της σύμπραξης των τριών σπουδαίων κρατών, υπάρχει η έντονη Γαλλική δυσαρέσκεια. Που είναι κατανοητή, τόσο σε επίπεδο γεωπολιτικό όσο και οικονομικό. Η Γαλλία είναι αυτή, που πρώτη από τις Ευρωπαϊκές Χώρες εκπόνησε το 2018, στρατηγική για την περιοχή του Ινδικού και Ειρηνικού Ωκεανού (Indo Pacific). Την ακολουθεί πλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση με ειδική για τον σκοπό αυτό πολιτική, που μόλις εξήγγειλε. Η Γαλλία εξάλλου έχει ζωτικά ενδιαφέροντα, καθώς οι υπερπόντιες κτήσεις της ως Υπερδύναμης, στην περιοχή αυτή, αριθμούν περί το 1,5 εκατομμύριο πολιτών της και της εξασφαλίζουν τα τρία τέταρτα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της, που είναι η δεύτερη στον κόσμο.
Αλλά και στο οικονομικό και τεχνολογικό επίπεδο η δημιουργία της νέας συμμαχίας της αποστερεί το ‘συμβόλαιο του αιώνα’, καθώς όπως ανακοινώθηκε τα 12 υποβρύχια, που είχε παραγγείλει η Αυστραλία και ναυπηγούνταν από το Naval Group, θα κατασκευαστούν τελικά από τις ΗΠΑ και θα είναι πυρηνοκίνητα. Αναμφισβήτητα οι οικονομικές και πολιτικές συνέπειες, εφτά μόλις μήνες πριν τις Γαλλικές εκλογές, είναι εκκωφαντικές.
Χρήσιμο είναι να συγκρατηθεί ότι μια από τις προβαλλόμενες αιτιάσεις των Αυστραλών, για την αλλαγή της παραγγελίας τους, ήταν ότι η Γαλλική πλευρά δεν τήρησε τη δέσμευσή της, για κατασκευή των υποβρυχίων σε ποσοστό 90% στην Αυστραλία και τη δημιουργία 12.000 θέσεων εργασίας στη χώρα τους. Είναι μια σημαντική παράμετρος για το πως οι μεγάλες χώρες αντιλαμβάνονται τους όρους πραγματοποίησης των προμηθειών τους. Και πως ενεργούν για τη διασφάλισή τους.