Η κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης που προωθούν την προπαγάνδα της πανηγύρισαν την αύξηση του ΑΕΠ κατά 14,5% το 3ο Τρίμηνο του 2021, σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2020, που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Η Ελλάδα αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς είναι το αφήγημα που θέλουν να εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών ώστε να μπορούν να τους χειραγωγούν στις κυβερνητικές πολιτικές επιλογές. Η πραγματικότητα όμως που βιώνει στην καθημερινότητά του ο ελληνικός λαός είναι τελείως διαφορετική.
Η προσεκτική ανάλυση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ οδηγεί στα εξής συμπεράσματα:
1. Η σύγκριση γίνεται με τα στοιχεία του 2020 που, λόγω της πανδημίας, καταγράφηκε μια τεράστια ετήσια ύφεση του ΑΕΠ κατά 9,2% (-16,8 δις). Τα εντυπωσιακά, δηλαδή, ποσοστά του 2021 οφείλονται στην πολύ χαμηλή βάση σύγκρισης.
2. Για το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 11,2 δις (9%), ενώ το ίδιο διάστημα του 2020 είχε μειωθεί κατά 13 δις (9,5%). Τα ποσοστά είναι παραπλήσια, αλλά αυτό είναι παραπλανητικό γιατί υπολογίζονται σε διαφορετική βάση σύγκρισης. Η ουσία είναι ότι παρά την αύξηση του ΑΕΠ τους πρώτους εννέα μήνες του 2021 αυτό παραμένει σε επίπεδο χαμηλότερο από το ίδιο χρονικό διάστημα του 2019 (πριν την πανδημία). Αυτό το αποκαλούν ανάπτυξη και πανηγυρίζουν.
3. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι προσωρινά και αναθεωρούνται κάθε τρίμηνο είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω, ακόμη και περισσότερο από 2 μονάδες του ΑΕΠ.
4. Σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2022 το ΑΕΠ προβλέπεται να επανέλθει στα επίπεδα του 2019 το τελευταίο τρίμηνο του 2022. Θα απαιτηθούν, δηλαδή, περίπου δύο χρόνια για να καλυφθούν οι απώλειες του 2020, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα αρθούν οι περιορισμοί που έχουν επιβληθεί για την ανάσχεση της πανδημίας (τώρα στην ΕΕ αυξάνονται), θα μειωθεί το κόστος της ενέργειας και θα τιθασευθεί ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (+4,8% το Νοέμβριο). Η ελπίδα πάντα πεθαίνει τελευταία.
Το κόστος για όλα αυτά, δηλαδή, για να περιοριστεί η συνολική ύφεση της διετίας 2020-21, ήταν η αύξηση του δανεισμού κατά 30 δις που προστέθηκαν στο δημόσιο χρέος (386,8 δις ή 218% του ΑΕΠ – Σεπτέμβριος 2021). Η αύξηση του δανεισμού με χαμηλά επιτόκια έγινε εφικτή λόγω της απόφασης της ΕΕ, το Μάρτιο του 2020, να ενεργοποιήσει τη γενική ρήτρα διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης που επιτρέπει στα κράτη – μέλη να εκδίδουν αφειδώς ομόλογα σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Παράλληλα η ΕΚΤ καθιέρωσε, λόγω της πανδημίας, το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων PEPP (Pandemic Emergency PurchaseProgramme) στο πλαίσιο του οποίου κατέστησαν επιλέξιμοι για αγορά οι τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου που δεν έχουν την ελάχιστη απαιτούμενη πιστοληπτική διαβάθμιση.
Μόνο που η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας προβλέπεται να τερματιστεί στο τέλος του 2022 και το πρόγραμμα PEPPτον προσεχή Μάρτιο, αν και η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να επανεπενδύει το κεφάλαιο των ομολόγων που λήγουν. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ, με το πρόγραμμα PEPP αγοράζει ομόλογα των κρατών – μελών μέχρι το 50% κάθε έκδοσης και με βάση την «κλείδα» κάθε χώρας (euro system key) που για την Ελλάδα είναι 2,47%. Από το κανονικό διευρυμένο πρόγραμμα APP (Asset PurchaseProgramme) της ΕΚΤ δεν αγοράζονται ελληνικοί τίτλοι γιατί αξιολογούνται, μέχρι σήμερα, ως junk.
Από το συνολικό ελληνικό χρέος των 386,8 δις τα 94,4 δις είναι σε ομόλογα του Δημοσίου. Από αυτά τα 34,9 δις ή το 36,9% του συνόλου των ομολόγων έχουν αγοραστεί (στη δευτερογενή αγορά) από την ΕΚΤ. Σημειώνεται ότι το 62,9% (243,2 δις) του συνολικού χρέους κατέχεται από τον Μηχανισμό Στήριξης της Ευρωζώνης (GLF, EFSM, ESM). Πρόκειται για τα δάνεια των τριών μνημονίων.
Η χώρα μας μετά τη λήξη του τελευταίου μνημονίου το 2018, βρίσκεται υπό αυξημένη εποπτεία και θα βρίσκεται μέχρι να αποπληρώσει, δανειζόμενη από τις αγορές (ανακύκλωση), το 75% του χρέους προς το Μηχανισμό Στήριξης της Ευρωζώνης. Αυτό, αν όλα πάνε καλά, θα συμβεί μετά 40 χρόνια, το 2060.
Χαρακτηριστικό είναι ότι υπό το καθεστώς αυξημένης εποπτείας η Ελλάδα χρειάζεται έγκριση του Eurogroup για να διατηρήσει το μειωμένο ΦΠΑ στα νησιά του Α. Αιγαίου ή άδεια του ίδιου άτυπου οργάνου εάν θελήσει να μειώσει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης Καυσίμων λόγω της ενεργειακής κρίσης. Παράλληλα συνεχίζονται οι πωλήσεις σε ιδιώτες των υπόλοιπων στρατηγικών υποδομών της χώρας. Μετά τη ΔΕΗ, πρόσφατα πουλήθηκε και η ΔΕΠΑ-Υποδομών. Οι εκποιήσεις αυτές επιβάλλονται στα πλαίσια της αυξημένης εποπτείας από τους δανειστές.
Τι θα συμβεί στην ελληνική οικονομία όταν επανέλθει το Σύμφωνο Σταθερότητας και θα απαιτείται κάθε χρόνο, για την πληρωμή των τόκων του χρέους, πρωτογενές αποτέλεσμα (πλεόνασμα); Τι θα συμβεί όταν λήξει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων PEPP και τα επιτόκια των ομολόγων αυξηθούν; «Θα έχουμε ανάπτυξη» απαντούν οι κάθε είδους απολογητές του Ευρωσυστήματος. Αλλά, πραγματική ανάπτυξη με ένα δυσθεώρητο συναλλαγματικό χρέος και χωρίς μεγάλη χρηματοδότηση της εγχώριας παραγωγής δεν μπορεί να υπάρξει. Αυτές οι «ευρω-αλυσίδες» είναι πολύ γερές και δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας.
Το 2002 η Ελλάδα παραχώρησε τη νομισματική της κυριαρχία στην Φρανκφούρτη (ΕΚΤ) και μετέτρεψε το τότε δραχμικό χρέος της (το 75% του συνόλου) σε συνάλλαγμα. Οκτώ χρόνια μετά χρεοκόπησε και το Eurogroup έχει καταστεί η ουσιαστική κυβέρνηση της χώρας. Όλες οι σημαντικές αποφάσεις πρέπει να έχουν την έγκριση του. Ακόμη και που θα διατεθούν τα νέα δάνεια ( π.χ. Ταμείο Ανάκαμψης) αποφασίζεται από τους δανειστές.
Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας που έχει επέλθει δεν αφορά μόνο τη δημοσιονομική πολιτική αλλά και την παραγωγική ανασυγκρότηση, την αμυντική βιομηχανία, τη δημογραφική συρρίκνωση, την κοινωνική συνοχή, τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, την αποτροπή των εθνικών απειλών και γενικά όλες τις εκφάνσεις του ελληνικού έθνους.
www.ellinikiantistasi.gr