Δύο εικοσιτετράωρα πλέον μετά την τρομοκρατική ενέργεια σε βάρος του ΣΚΑΙ η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση του δημοκρατικού φάσματος δεν έχουν ακόμα αισθανθεί την ανάγκη να ενώσουν δυνάμεις ιδέες και ανθρώπους για μια κοινή συμφωνία δράσης εναντίον της νέας και εντεινόμενης μορφής εγχώριας τρομοκρατίας, την οποία κατά μόνας η παρούσα και οι προηγούμενες κυβερνήσεις ούτε εξάρθρωσαν ούτε και έλεγξαν.
Κυβέρνηση και κόμματα προχώρησαν χθες σε ένα πακτωλό ξύλινων ανακοινώσεων σχετικά με το συμβάν και αφού έπραξαν το καθήκον τους επέστρεψαν «στις δουλειές τους» ήτοι στην ακατάσχετη παροχολογία και σε υποσχέσεις επί υποσχέσεων προς τους ψηφοφόρους, που «θα δουν άσπρη μέρα» αν ψηφίσουν αυτόν έναντι του άλλου.
Όμως η ζημιά για τη χώρα εξακολουθεί να μεγεθύνεται γιατί, αυτά τα τρομοκρατικά χτυπήματα αθροιζόμενα, παρουσιάζουν εικόνα μιας χώρας με πρόβλημα εγχώριας τρομοκρατίας, που δεν ελέγχεται, ενώ αυτή έχει την άνεση της επιλογής στόχου και επιτυχούς χτυπήματος.
Έτσι η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα με αυξανόμενη εσωτερική τρομοκρατία «νέου τύπου» (χωρίς σαφείς ιδεολογικές αναφορές, σε αντίθεση με την «παλαιού τύπου «τρομοκρατία π.χ 17 Νοέμβρη,), απέναντι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που πλήττονται βαριά από τα χτυπήματα του ISIS και των οπαδών του , που κατά κανόνα δύσκολα επιβιώνουν μετά τις πράξεις τους.
Στην περίπτωση που τα ελληνικά φαινόμενα στον χώρο των τρομοκρατικών χτυπημάτων αυξηθούν σε αριθμό και ένταση το επόμενο διάστημα-ανεξαρτήτως κυβέρνησης-είναι ζήτημα χρόνου να δημιουργηθεί ένα ακόμα αρνητικό πρόσημο στην προσέλκυση επενδύσεων στον ελληνικό χώρο, ως «μη ασφαλής περιοχή».
Η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως υπαίτια του τρομοκρατικού χτυπήματος στον ΣΚΑΙ και όσοι το υπονοούν με αυτόν ή εκείνο τον τρόπο κάνουν ζημιά στη Δημοκρατία και πολώνουν επικίνδυνα το πολιτικό τοπίο.
Το φαινόμενο των Εξαρχείων και της ανοιχτής εισβολής στους πανεπιστημιακούς χώρους, η κυβέρνηση είχε τα μέσα και τους τρόπους- χωρίς ακραίες μεθόδους καταστολής- να το «συμμαζέψει».
Δεν θέλει να το κάνει. Δίνοντας έτσι το σήμα , ότι υπάρχει ανοιχτό το πεδίο και για «αναβαθμισμένες ενέργειες»-τρομοκρατικά χτυπήματα, αφού εκ των προτέρων η στάση της κυβέρνησης δηλοί ότι δεν πρόκειται να υπάρξει άμεση –και αποτελεσματική-δίωξη.
Η κυβέρνηση δηλαδή έχει επιλέξει δύο μέτρα και δύο σταθμά στον τομέα της ασφάλειας της χώρας. Ο
ι αστυνομικές και διωκτικές αρχές κυριολεκτικώς «πετάνε» όταν πρόκειται για οικονομικό έγκλημα όλων των βαθμίδων, αλλά είναι κυριολεκτικώς ανάπηρες όταν πρόκειται για τήρηση της τάξης απέναντι σε «ειδικού τύπου κοινωνικές αναταραχές».
Ο έλεγχος είναι χαμένος εκ προοιμίου και γι αυτήν την κυβέρνηση αλλά και για τον ΣΥΡΙΖΑ, που πολύ δύσκολα, ακόμα και ως αντιπολίτευση, θα μπορούσε να υπολογίζει στην στήριξη «ειδικού τύπου» συλλογικοτήτων, χωρίς να κατηγορηθεί ότι ο ίδιος τις εξέθρεψε.