Η εβδομάδα που πέρασε σηματοδότησε μια σπουδαία Ιταλική επιτυχία. Συμφωνήθηκε το έλλειμμα του προϋπολογισμού τους να είναι 2,04 %, αντί του 2,4% που αρχικά είχαν προτείνει.
Ένας ξεκάθαρα μαξιμαλιστικός και ανέφικτος στόχος, που τους επέτρεψε όμως και να ελιχθούν και να πετύχουν. Τη στιγμή που η προηγούμενη Κεντροαριστερή κυβέρνηση είχε δεσμευθεί να παρουσιάσει έλλειμμα 0,8%.
Και ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προγραμμάτιζε να κάνει «δώρο» στη Λέγκα και τα 5 αστέρια και να αποδεχθεί έλλειμμα της τάξης του 1,4%. Που όμως δεν θεωρήθηκε από τους Ιταλούς αρκετό. Και κατάφεραν να επιβάλουν τους όρους τους. Και για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, η διαφορά μεταξύ του ελλείμματος που είχαν συμφωνήσει οι Δημοκρατικοί του Ρέντσι και αυτού που πέτυχαν τελικά ο Σαλβίνι, ο Κόντε και ο Ντι Μάιο, υπερβαίνει τα 20 δισεκατομμύρια Ευρώ.
Χρήματα που θα «πέσουν» στην Ιταλική οικονομία. Και ως επιδόματα, αλλά και ως φορολογικές ελαφρύνσεις. Ένα πραγματικό εργαλείο, οικονομικής ανακούφισης και δυνητικών μέσων ανάπτυξης. Τη στιγμή που στη χώρα μας όχι μόνο ελλείμματα δεν επιτρέπονται αλλά μας υπαγορεύθηκαν πλεονάσματα 3,5 %. Για σειρά ετών. Και με πραγματική αποστράγγιση της Οικονομίας.
Ανάλογη αναμένεται να είναι η αντιμετώπιση και ως προς τα επιδοματικά μέτρα του Μακρόν, που τινάζουν τους στόχους του ελλείμματος και τους κανόνες της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Ούτε λόγος για κυρώσεις. Και ούτε βέβαια δρομολογούνται διαδικασίες για την αντιμετώπιση του αυξημένου ελλείμματος στις «άτακτες» οικονομίας. Είναι κατά τον Μοσκοβισί, αναγκαία προφύλαξη για να μην ενισχυθούν οι «ευρωσκεπτικιστές».
Κάτι δηλαδή σαν τον Ζήκο στον μπακαλόγατο «που μάλωνε μόνο στα σοβαρά». Κατά τα άλλα τα τιμωρητικά μέτρα στην Ελλάδα, τα μιλιούνια των «προσφύγων» που κατέκλυσαν την Ευρώπη, κλόνισαν τις τοπικές κοινωνίες, «θέριεψαν» τα άκρα και τα κόμματα του περιθωρίου, σμπαράλιασαν τη Σέγκεν και διευκόλυναν το Brexit, μάλλον κοινωνικές επαφές ήταν.
Η αλλοπρόσαλλη αυτή στάση, «προσφέρει» ωστόσο και διδάγματα. Πρώτα από όλα, ότι στην Ευρωπαική Ένωση, αυτό που πάντα μετράει και αυτό που στο τέλος της μέρας ισχύει, είναι οι αποφάσεις και η επιρροή των κρατών μελών. Που αν με τη σειρά τους έχουν ηγέτες, με πυγμή, γνώσεις, ικανότητες και αποφασιστικότητα, θα πετύχουν τους στόχους τους. Και θα εξασφαλίσουν ισορροπίες.
Κάθε τι άλλο και η δήθεν επίκληση των οργάνων, είναι απλά το «χρύσωμα του χαπιού». Η αποδυνάμωση της Μέρκελ και οι συγκρίσεις με το πριν και το μετά, είναι οι ασφαλέστερες αποδείξεις.
«Πικρό»ακόμα είναι και το συμπέρασμα, ότι η «συνέπεια» δεν επιβραβεύεται. Οι διακηρυγμένοι «Ευρωπαιστές» του Ρέντσι, ουσιαστικά διασύρθηκαν. Και έμειναν απελπιστικά εκτεθειμένοι, απέναντι σε αυτούς που κατηγορούσαν ως λαικιστές. Και οι οποίοι ουσιαστικά «ανταμείφθηκαν» από τους θεσμούς για την «αποκοτιά» και την αποφασιστικότητά τους. Γιατί προφανώς έτσι εξυπηρετούσε τη δεδομένη στιγμή η στάθμιση των συμφερόντων.
Που τις ισορροπίες τους τις διαμορφώνουν, αποφασισμένοι και ικανοί ηγέτες. Εύλογος είναι πλέον και ο προβληματισμός για τους κανόνες της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τη σκοπιμότητα, την αναγκαιότητα και το κόστος των συνεπειών τους.
Φάνηκε επίσης η σημασία των προσώπων. Οι Ιταλοί είχαν την ορμητικότητα και τον ενθουσιασμό. Έδειξαν όμως και ωριμότητα, καθώς την κρίσιμη στιγμή, τους εκπροσώπησαν ως Υπουργός Οικονομικών, ένας παλαίμαχος τεχνοκράτης των «Ευρωπαϊκών Διαδρόμων» και ένας καθηγητής Νομικός, που αν μη τι άλλο γνώριζε από θεσμούς, διαδικασίες και όργανα.
Η σύγκριση με την αντίστοιχη Ελληνική περίπτωση, μόνο σε «σπαγγέτι γουέστερν» παραπέμπει. Και προκαλεί μελαγχολία. Γιατί ακόμα και το «ρεγάλο», που ως τακτική ελιγμού στην «ριζοσπαστική» κυβέρνηση θα προσφέρονταν, αγνοήθηκε, χάθηκε και θυσιάστηκε μέσα στη θολούρα της «Βαρουφάκιας διαπραγμάτευσης». Ίσως και αυτό να είναι ένας παράγοντας, που δικαιολογεί την οργή των πρώην συντρόφων του, απέναντί του.
Η Κοινοτική πολιτική σκηνή προσφέρει διδάγματα. Αλλά και συμπεράσματα. Δεν υπάρχουν αυτοματισμοί. Ακόμα και η επίφασή τους είναι προϊόν ισορροπιών. Που τις διαμορφώνουν άνθρωποι. Που πρέπει να έχουν γνώσεις, έμπνευση και ικανότητες. Και για τους οποίους δε χωράνε ‘αυταπάτες’.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι Δικηγόρος, ΔΝ, αν. Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων