Η συνάντηση των δύο ηγετών πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα. Ένα γεγονός ούτως ή άλλως ιδιαίτερα σημαντικό. Τόσο σε σχέση με το χρονικό πλαίσιο κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε, όσο και σε σχέση με τη θεματική, που ανακοινώθηκε και που σίγουρα αφορά τη χώρα μας.
Αλλά και η συνάντηση από μόνη της αποτελεί είδηση, δεδομένου μάλιστα ότι οι δύο Πρόεδροι, με τη μακρά θητεία τους στην εξουσία, αλλά και τις δομές που έχουν διαμορφώσει στις χώρες τους, έχουν ταυτίσει τα κράτη τους με τα πρόσωπά τους.
Στην ατζέντα των συζητήσεών τους, φιγουράρει σε περίοπτη θέση, το θέμα της Συρίας. Η Ρωσία έχει εδραιώσει την παρουσία της στη χώρα, με βάσεις στην Ταρτούς και τη Λαττάκεια και έχει υπό την ουσιαστική κηδεμονία της το καθεστώς Άσαντ.
Μετά μάλιστα την επικράτησή του στις πολυετείς μάχες, επιδιώκει να επεκτείνει το ιμπέριούμ του και στις περιοχές που σήμερα ελέγχουν οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι εν όπλοις Κούρδοι, που τους στηρίζουν οι ΗΠΑ. Με τη σειρά της η Τουρκία, αντιμετωπίζει τους Κούρδους ως «κόκκινο πανί» και επιθυμεί τόσο την κατάλυση της αυτόνομης παρουσίας τους, όσο και τη διασφάλιση των θέσεων και συμφερόντων των ανταρτών, που υποστηρίζει στην επαρχία Ιντλίμπ.
Ένα εκρηκτικό μείγμα, που απειλεί την προσπάθεια ειρήνευσης. Και δρα ανασχετικά, τόσο στην προοπτική επιστροφής των προσφύγων στη Συρία, όσο και στον ενδεχόμενο εκ νέου κίνησης των μεταναστευτικών ροών.
Με δεδομένη μάλιστα την παρουσία των τριών εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων και ενδεχόμενα οικονομικών μεταναστών στην Τουρκία και της διαρκούς απειλής της, να «πνίξει» την Ευρώπη, με πρώτη τη χώρα μας, ανοίγοντας την «κάνουλα» των μεταναστευτικών ροών, κάθε συζήτηση, συμφωνία και απόφαση, μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, μας επηρεάζει και μας αφορά άμεσα.
Πούτιν και Ερντογάν με βάση το πρόγραμμα συζήτησαν επίσης για τον Πυρηνικό σταθμό στο Ακουγιού, που κατασκευάζουν Ρωσικές Εταιρείες και τον αγωγό Turkish Stream.
Ειδικά η κατασκευή και διέλευση του αγωγού, επηρεάζει άμεσα τις ενεργειακές ισορροπίες, τη διακηρυγμένη ανάγκη διαφοροποίησης των πηγών προμήθειας ενέργειας για την Ευρώπη και τον περιορισμό της εξάρτησης από τη Ρωσία.
Στο μέσο όλων αυτών των δεδομένων βρίσκονται οι προσπάθειες εκμετάλλευσης από Ελλάδα και Κύπρο του υποθαλάσσιου ενεργειακού μας πλούτου, που θα αναδείξει νέους «παίκτες» και ανταγωνιστές στην ενεργειακή αγορά.
Ενδεχόμενο ουδόλως επιθυμητό, τόσο για τη Ρωσία που βλέπει το ΑΕΠ της να μειώνεται κατά 4% λόγω της μείωσης των τιμών πετρελαίου, αλλά και για την Τουρκία που θέλει να διασφαλίσει τη σπουδαιότητά της ως χώρα διέλευσης, έναντι της εξαιρετικά αμφίβολης προοπτικής συμμετοχής της στα όποια κέρδη εκ τω εξορύξεων.
Παράμετρος που αν μη τι άλλο πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα σοβαρά υπόψη από πλευράς μας.
Οι Ρωσο Τουρκικές συνομιλίες περιλαμβάνουν εξάλλου και θέματα πολιτισμού και τουρισμού, με αποκορύφωμα την τελετή στα Μπολσόι. Μια εξαιρετικά σημαντική θεματική, που ενδεχόμενα προοιωνίζεται την «κάθοδο» εκατομμυρίων Ρώσων τουριστών στην Τουρκία, μια πραγματική ανάσα για τη χειμαζόμενη Τουρκική οικονομία, αλλά και διαπραγματευτικό χαρτί για τους Ρώσους για να εξασφαλίσουν την υλοποίηση του συμβολαίου πώλησης των S 400.
Περιττό να αναλογιστούμε από που θα λείψει ένας σημαντικός αριθμός από τους επισκέπτες αυτούς. Διαπιστώσεις κατά πρώτον στενάχωρες. Αναγκαίες ωστόσο για να χαράξουμε την πολιτική μας, συνεκτιμώντας συνθήκες και δεδομένα. Ως γνωστό είναι εξόχως επισφαλές να αντιμετωπίζει μια δυσάρεστη πραγματικότητα, απλά αγνοώντας την.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι Δικηγόρος, ΔΝ, αν. Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων