Η πολυπληθέστερη και οικονομικά ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκαλεί ανά κράτος και χρονική περίοδο, ποικίλα συναισθήματα και αντιδράσεις. Δέος, φόβο, προσδοκία, σεβασμό, απογοήτευση, θυμό. Ποτέ όμως αδιαφορία. Οι συνθήκες των εσωτερικών πολιτικών της ανακατατάξεων, πέρα από το θυμικό, ως προς την αντιμετώπισή τους, έχουν άμεσες συνέπειες στην προοπτική του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος και τις οικονομίες των κρατών μελών του.
Η εμβληματική φυσιογνωμία της Άνγκελα Μέρκελ, από το τέλος ήδη των τελευταίων Γερμανικών εκλογών, έχει μπει σε διαδικασία αποδρομής. Με δήλωση μάλιστα της ιδίας και με ζητούμενο τον βαθμό κατά τον οποίο θα συντελεστεί συντεταγμένα. Η απόφαση αυτή καθαυτή είναι το αποτέλεσμα εκλογικών αποτελεσμάτων και συσχετισμών αλλά και η θρυαλλίδα που επιβεβαιώνει και επιτείνει το σκηνικό αστάθειας της Γερμανικής πολιτικής ζωής.
Η Μέρκελ αναδείχθηκε σε κορυφαία Ευρωπαϊκή πολιτική φυσιογνωμία των τελευταίων δεκαπέντε ετών. Ενδεχομένως αξιοποίησε και την έλλειψη αντίπαλου δέους σε επίπεδο ηγετών. Με την πολιτική της σφράγισε τις Ευρωπαϊκές προτεραιότητες, κατά τρόπο μάλιστα που μεγιστοποίησε όπως λέγεται τα πλεονεκτήματα της Γερμανικής οικονομίας, σε βάρος των ασθενέστερων ιδίως οικονομιών. Η χώρα μας βιώνει τις πικρές συνέπειες.
Η πρωτοκαθεδρία ωστόσο αυτή, δείχνει να είναι μοιραία για την περαιτέρω εξέλιξη, τόσο για τη χώρα της όσο και για την ίδια την Καγκελάριο. Η αίσθηση του αλάθητου και ενδεχομένως η αλαζονεία της επιτυχίας, οδήγησε στην υλοποίηση των ανοιχτών θυρών για τους ‘πρόσφυγες’. Το αποτέλεσμα γνωστό. ‘Ανέλπιστη’ ενίσχυση των άκρων και αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και στη Γερμανία. Καταβαράθρωση των Σοσιαλδημοκρατών, ανάδειξη της Εναλλακτικής για τη Γερμανία σε σοβαρή πολιτική δύναμη, ενίσχυση σε ρόλο πρωταγωνιστή των Πρασίνων και μείωση της εκλογικής επιρροής των Χριστιανοδημοκρατών.
Και επειδή σε περίοδο ανακατατάξεων, ενός κακού και κατά τον νόμο του Μέρφυ, μύρια έπονται το σκηνικό ήρθαν να επιβαρύνουν και αρνητικές για τη Γερμανία διεθνείς εξελίξεις. Από τη μια ο Πρόεδρος Τράμπ, που με πράξεις και εξαγγελίες δημιουργεί πανικό στην κατεξοχήν εξαγωγική Γερμανική οικονομία και από την άλλη ο αθόρυβος Κινέζος γίγαντας, που σταδιακά θέτει υπό τον έλεγχό του νευραλγικής σημασίας Γερμανικές επιχειρήσεις. Θυμίζει έτσι ότι το δέλεαρ της αχανούς αγοράς που εύσχημα προέβαλε ήταν η μια μόνο όψη του νομίσματος. Από κοντά και οι προκλήσεις ασφάλειας αλλά και οι υπενθυμίσεις από Αμερικανικής πλευράς ότι έχει παρέλθει η εποχή που άλλοι πλήρωναν για τη Γερμανική Άμυνα, για να μπορεί η χώρα απερίσπαστα να μεγαλουργεί οικονομικά. Η δυστοκία επιρροής αποτυπώνεται και στην προβληματική εξέλιξη ως προς την κάλυψη των κορυφαίων θέσεων στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Απέναντι στην κρισιμότητα των καιρών η Γερμανία δείχνει να συναισθάνεται την ανάγκη να προσαρμόσει αντίστοιχα την πολιτική της. Και να αναλάβει πρόσθετες ευθύνες. Ακόμα και εάν αυτό συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση για την ίδια.
Είναι το ελάχιστο τίμημα για να στηριχθεί η Ευρωπαϊκή οικογένεια. Μέσα και χάριν της οποίας δημιουργήθηκε και το Γερμανικό ‘οικονομικό θαύμα’. Το δυστύχημα είναι ότι στην κρίσιμη αυτή φάση, δείχνει να λείπει το αναγκαίο πολιτικό κεφάλαιο, τόσο συλλογικά, όσο και σε επίπεδο Καγκελαρίας, που θα διευκόλυνε τη λήψη αποφάσεων, ενδεχόμενα δυσάρεστων για τον μέσο Γερμανό ψηφοφόρο. Η ίδια η Καγκελάριος Μέρκελ, μόλις πρόσφατα δήλωσε ως πρωταρχική μέριμνά της, την εφαρμογή της λεγόμενης Συμφωνίας των Πρεσπών. Ως επιλογή αποτελεί μια πρόσθετη απόδειξη της κρίσης στόχων. Ας ελπίσουμε ανάλογη να είναι και η εξέλιξή της.