Τελικά όλα όσα πέτυχε η κυβέρνηση Μητσοτάκη τις τελευταίες εβδομάδες τα είχε «προετοιμάσει» ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά απλώς δεν πρόλαβε να τα υλοποιήσει.
Τουλάχιστον αυτό θέλει να πιστέψουμε η Κουμουνδούρου, αλλά με αυτό το σκεπτικό προκύπτει αυτομάτως ένα βασικό ερώτημα: Εάν πράγματι οι επιτυχίες της κυβέρνησης ήταν «προδιαγεγραμμένες», όπως χαρακτήρισε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών στις τραπεζικές συναλλαγές, γιατί ο Τσίπρας τη βραδιά των ευρωεκλογών ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει αμέσως σε εθνικές εκλογές και δεν μετέθετε τις κάλπες για τον Σεπτέμβριο, ώστε να πιστωθεί και το έργο του;
Η απάντηση είναι ότι μεταξύ των όσων «προγραμμάτιζε» ο Τσίπρας και όσων πέτυχε ο Μητσοτάκης μεσολάβησε ένα καθοριστικό για την οικονομία και συνολικά για τη χώρα γεγονός. Οι κάλπες και η πολιτική αλλαγή.
Ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης με άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που εφαρμόσθηκε από την πρώτη κιόλας ημέρα ενίσχυσε την αξιοπιστία της χώρας στις αγορές.
Τα επιτόκια δανεισμού για τα δεκαετή ομόλογα από 4% που ήταν τον Μάρτιο έχουν υποχωρήσει τώρα σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 1,8%. Οι επενδυτές προεξοφλούν θετικές εξελίξεις για την οικονομία και αγοράζουν ελληνικά ομόλογα.
Τα capital controls, τα οποία επέβαλε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με την τυχοδιωκτική της συμπεριφορά στο πρώτο εξάμηνο, τα «καταργούσε» ο Τσίπρας από τον Σεπτέμβριο του 2015 και κάθε τρεις μήνες αλλά οι περιορισμοί παρέμεναν. Η πλήρης άρση των κεφαλαιακών περιορισμών δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ επί ΣΥΡΙΖΑ, όταν η χώρα βρισκόταν μπροστά σε κάλπες και μία ενδεχόμενη ακυβερνησία θα προκαλούσε νέο γύρο συστημικής αστάθειας.
Το σύστημα προειδοποίησης πυρκαγιών «112» επί 12 μήνες παρέμενε στα χαρτιά όπως και ο διαγωνισμός για τον καθαρισμό του οικοπέδου στο Μάτι. Τελικά χρειάστηκαν οι εκλογές για να προχωρήσουν ακόμη και αυτονόητα ζητήματα.
Ακόμη και οι τελικές μειώσεις του ΕΝΦΙΑ προσδιορίσθηκαν με βάση τις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης, που ήθελε να στείλει το μήνυμα ότι οι ελαφρύνσεις δεν θα αφορούν μόνο στην πολύ χαμηλή ιδιοκτησία αλλά και τη μεσαία τάξη που πλήρωσε τα σπασμένα της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Τσίπρας ευθύνεται για την επιβολή των capital controls, που έφεραν την οικονομία πολλά χρόνια πίσω, και για τη μη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να μπορεί τώρα να «καυχιέται» ότι ο ίδιος ήταν έτοιμος να απογειώσει την οικονομία.
Το περίφημο «ελατήριο της οικονομίας» παρέμεινε ανενεργό τα τελευταία χρόνια γιατί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φόρτωνε διαρκώς βάρη τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Πλέον υπάρχει η ελπίδα να μη χαθούν άλλες αναπτυξιακές ευκαιρίες καθώς τα βαρίδια περιορίζονται και ο πολιτικός ορίζοντας είναι καθαρός.
Η ήττα φέρνει γκρίνιες
Ο ΣΥΡΙΖΑ περνά σε φάση εσωστρέφειας. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όταν ύστερα από 4,5 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας έχασε την εξουσία, που πάντα λειτουργεί ως «συγκολλητική ουσία». Οσο κι αν ορισμένοι στην Κουμουνδούρου ακόμη καμαρώνουν για το εκλογικό αποτέλεσμα υποστηρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπέστη στρατηγική ήττα, η αλήθεια είναι ο Τσίπρας ηττήθηκε κατά κράτος από τον Μητσοτάκη και ο πολιτικός του σχεδιασμός τελικώς ήταν εκτός πραγματικότητας.
Οι εσωκομματικές γκρίνιες έχουν επικεντρωθεί στο πρόσωπο του γραμματέα Π. Σκουρλέτη. Ωστόσο, ο κ. Σκουρλέτης μάλλον φέρνει τη μικρότερη ευθύνη για το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα. Οι πολίτες αποδοκίμασαν την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τις χαμηλές της επιδόσεις σε οικονομία και καθημερινότητα, το πώς λειτουργεί το κόμμα μάλλον τους αφήνει αδιάφορους…
*Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου