Το να έχει η Τουρκία στρατηγικό σχέδιο για το Κυπριακό είναι απόλυτα λογικό για ένα σοβαρό κράτος που ξέρει να υπερασπίζεται τα συμφέροντά του. Το να εξυπηρετεί την υλοποίηση αυτού του σχεδίου η ελληνική πλευρά ξεπερνάει τα όρια της ηλιθιότητας και αγγίζει αυτά της προδοσίας.
Επί πέντε μέρες η απεσταλμένη του ΟΗΕ Τζέϊν Χολ Λουτ συνομιλεί με τον πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη και τον «ηγέτη» των Τουρκοκυπρίων Μουσταφά Ακιντζί για την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών με βάση τη συνομολόγηση των «όρων αναφοράς».
Σχεδιάζεται, προσεχώς, τριμερής συνάντηση με το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και στη συνέχεια νέα πενταμερής διάσκεψη στα πρότυπα του Κραν-Μοντάνα του 2017.
Αλήθεια τι αντιπροσωπεύει ο κ. Μουσταφά με τον οποίο συνομιλεί ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενός κράτους διεθνώς αναγνωρισμένου, μέλους του ΟΗΕ, της ΕΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης, άλλων Διεθνών Οργανισμών και με οριοθετημένη την ΑΟΖ της;
Γιατί ο κ. Αναστασιάδης υποβαθμίζει το αξίωμά του, από πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε εκπρόσωπο της ελληνοκυπριακής κοινότητας για να είναι πολιτικά ισοϋψής με τον εκπρόσωπο των Τούρκων (Τουρκοκύπριοι και έποικοι) της Κύπρου; Τον κ. Μουσταφά Ακιντζί αναγνωρίζει ως «πρόεδρο» μόνο η Τουρκία.
Δεν αντιλαμβάνονται στη Λευκωσία αλλά και στην Αθήνα ότι με τον τρόπο αυτό υποβαθμίζεται η Κυπριακή Δημοκρατία και αναβαθμίζεται η ζώνη κατοχής που αυτοαποκαλείται «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου – ΤΔΒΚ»;
Οι κάθε είδους ενδοτικοί – φοβικοί θα ρωτήσουν: «Καλά, αν δεν γίνουν συνομιλίες και διαπραγματεύσεις πώς θα λυθεί το Κυπριακό; Πώς θα φύγουν τα τουρκικά στρατεύματα; Πώς θα ενώσουμε ξανά την πατρίδα μας και θα πάρουμε πίσω τα σπίτια και τις περιουσίες μας;»
Δυστυχώς τίποτα απ’ όλα αυτά δεν πρόκειται να συμβεί γιατί οι συνομιλίες και οι διαπραγματεύσεις γίνονται με κάποιον που δεν μπορεί να συμφωνήσει για τίποτα. Ο κ. Μουσταφά δεν μπορεί να αποφασίσει:
– Αν θα αποχωρήσουν και πότε τα στρατεύματα κατοχής.
– Αν θα αρθούν τα επεμβατικά δικαιώματα των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου.
– Αν θα φύγουν οι έποικοι που, σήμερα, είναι περισσότεροι από τους Τουρκοκύπριους.
– Αν θα υφίσταται κυπριακή ΑΟΖ και ποια θα είναι η έκτασή της.
– Αν και ποιο θα είναι το μερίδιο των Τουρκοκυπρίων από τους υδρογονάνθρακες.
– Αν η περίκλειστη Αμμόχωστος αποδοθεί στους κατοίκους της και αν αυτοί θα υπάγονται στην τουρκική διοίκηση.
– Αν θα υπάρχει veto των Τουρκοκυπρίων που θα μπορεί να παραλύει τη λειτουργία της επιδιωκόμενης Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
– Αν θα υπάρχουν κυπριακές ένοπλες δυνάμεις για την ασφάλεια της ενιαίας Κύπρου.
Για όλα αυτά και πολλά άλλα, αυτή που θα αποφασίσει είναι η Άγκυρα και όχι κάποια μαριονέττα της. Επί 45 χρόνια διεξάγονται διακοινοτικές συνομιλίες και το μόνο που έχουν επιτύχει είναι η εδραίωση και αναβάθμιση της τουρκικής κατοχής.
Κάποτε πρέπει να μπει ένα τέλος σ’ αυτό «το θέατρο σκιών», πριν είναι πολύ αργά. Συνομιλίες για τη λύση του Κυπριακού μπορούν να γίνονται μόνο μεταξύ κυρίαρχων κρατών, δηλαδή, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Ελλάδας, της Τουρκίας και πιθανόν της Μ. Βρετανίας.
Για την «ΤΔΒΚ» υπάρχουν ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που ζητούν τη μη αναγνώριση, απ’ όλα τα κράτη, της αποσχιστικής και παράνομης αυτής οντότητας.
Η Τουρκία βέβαια δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, τη θεωρεί «εκλιπούσα» και την αποκαλεί «Ελληνική Διοίκηση της Νότιας Κύπρου» αρνούμενη να συνομιλήσει μαζί της. Η ελληνική πλευρά γιατί συνομιλεί με τον εκπρόσωπο – «πρόεδρο» της παράνομης «ΤΔΒΚ»;
Την αναγνωρίζει και ως τι; Ως κοινότητα ή ως συνιδιοκτήτη της Κύπρου, όπως λέει η Τουρκία; Οι Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου (1959) που εγκαθίδρυσαν την Κυπριακή Δημοκρατία δεν προέβλεπαν κανένα ανεξάρτητο κράτος σε κάποιο τμήμα του νησιού.
Πού εδράζονται λοιπόν τα επιχειρήματα για τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων στο έδαφος ή στη θάλασσα της Κύπρου; Μόνο στην τουρκική στρατιωτική ισχύ.
Το στρατηγικό σχέδιο της Άγκυρας δεν είναι κάποια λύση του Κυπριακού αλλά ο γεωπολιτικός έλεγχος όλης της Μεγαλονήσου με εργαλείο την τουρκοκυπριακή στρατηγική μειονότητα. Αυτό επιτάσσει η φιλοδοξία της να καταστεί ηγεμονική περιφερειακή δύναμη.
Με τον εποικισμό, η Τουρκία, αλλάζει τη δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού.
Τα γεωτρύπανα και τα ερευνητικά σκάφη της, με την προστασία πολεμικών πλοίων, έχουν εγκατασταθεί στα χωρικά ύδατα και την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία, σύμφωνα με την «αλλα- τούρκα» ερμηνεία του Δικαίου της Θάλασσας, ως νησί, δε δικαιούται ΑΟΖ.
Έτσι επισήμως η Τουρκία παρουσιάζει χάρτες που εμφανίζουν την υφαλοκρηπίδα της να συνορεύει με αυτήν της Λιβύης και της Αιγύπτου, ενώ φτάνει και μέχρι τη μέση του Αιγαίου (25ος Μεσημβρινός), αφού θεωρεί ότι και όλα τα ελληνικά νησιά «κάθονται» πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας και δικαιούνται μόνο χωρικά ύδατα 6 ναυτικών μιλίων.
Το Κυπριακό δεν είναι διακοινοτικό θέμα, αλλά πρόβλημα παράνομης εισβολής, κατοχής και εποικισμού – εθνοκάθαρσης (Συνθήκη της Γενεύης του 1949) από την πλευρά της Τουρκίας.
Γι’ αυτό οι όποιες συνομιλίες, με τον κάθε κύριο Μουσταφά, πρέπει να σταματήσουν άμεσα. Αρκετή ζημιά έχουν ήδη προκαλέσει. Οι επικλήσεις προς την Τουρκία να δείξει καλή θέληση αποτελεί γεωπολιτική αφέλεια και μάλιστα ιδιαίτερα επικίνδυνη. Τα σοβαρά κράτη δεν έχουν καλή ή κακή θέληση αλλά μόνο στρατηγικά συμφέροντα.
Η αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής απαιτεί ενίσχυση όλων των συντελεστών ισχύος του Ελληνισμού. Τα τουρκικά πολεμικά που σουλατσάρουν τώρα ανενόχλητα στα χωρικά ύδατα και την ΑΟΖ της Κύπρου πρέπει να δουν απέναντί τους τα αντίστοιχα ελληνικά.
Μόνο αν υπάρξει μια αξιόπιστη και ικανή αποτρεπτική στρατηγική θα σταματήσουν οι πειρατικές ενέργειες της Άγκυρας, που υλοποιούνται με βάση το δίκαιο του ισχυρότερου. Οι όποιες διακοινοτικές συνομιλίες απλώς νομιμοποιούν τις ενέργειές της και ο κ. Μουσταφά είναι απλώς ο «λαγός».
Καταλαβαίνει κανείς;
Η Ελλάδα, που διαθέτει πολεμικό ναυτικό και αεροπορία, οφείλει να προστατεύσει την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως ακριβώς ισχυρίζεται ότι κάνει η Άγκυρα για τα δικά της συμφέροντα και αυτά των Τουρκοκυπρίων.
Το εθνικό κέντρο, η Αθήνα, οφείλει να υπερασπιστεί όχι μόνο τις 800.000 των Ελληνοκυπρίων από την τουρκική επιβουλή, αλλά και τα γεωστρατηγικά συμφέροντά του στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Κύπρος δεν «κείται μακράν». Ακούει κανείς;
Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται όμως πως έχει άλλες προτεραιότητες: Πώς θα απαξιώσει τη ΔΕΗ για να την πουλήσει στη συνέχεια σε ξένα συμφέροντα, μάλλον γερμανικά. Πώς θα τσιμεντοποιήσει το Ελληνικό με 6 ουρανοξύστες ύψους 200 μέτρων και άλλα κτίρια καθώς και με την ίδρυση καζίνου.
Η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων μάλλον μπορεί να περιμένει. Μόνο που δεν περιμένει η Τουρκία. Έχει ένα μεγάλο «παράθυρο ευκαιρίας» με την ελληνική αδυναμία, λόγω των Μνημονίων και της οικονομικής αφαίμαξης από τους δανειστές και το εκμεταλλεύεται. Καταλαβαίνει κανείς;
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η δεύτερη κρατική οντότητα και το προκεχωρημένο φυλάκιο του ελληνικού έθνους. Αν αυτό πέσει ο εχθρός θα είναι εντός των τειχών και η Ανατολική Μεσόγειος μαζί με το Αιγαίο θα γίνουν τουρκική λίμνη. Η Ελλάδα θα καταστεί γεωπολιτικός δορυφόρος της νεο-οθωμανικής Τουρκίας. Ακούει κανείς;
* Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το τελευταίο βιβλίο του «Στρατηγικές Επιλογές Επιβίωσης του Ελληνισμού» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Στοχαστής».