Έχω ξεθάψει τρεις φορές όλο κι όλο την Λερναία Ύδρα απ’ τον κόσμο-απόκοσμο των παιδικών μου αναμνήσεων. Τον κόσμο που πλημμύριζε από μορφές μυθικών ηρώων που μπλέκονταν στους λαβύρινθους του μυαλού μου με γνωστούς και άγνωστους ήρωες του ιστορικού παρελθόντος και των λαϊκών αναγνωσμάτων του μικρασιατικού ελληνισμού, οι οποίοι πέρασαν στην παράδοση σαν προστάτες της φτωχολογιάς και της πατρίδας.
Η πρώτη φορά που την ξέθαψα (σε ρόλο καθοριστικό για την εκπαιδευτική μου πορεία) είχε αιτία τον ρατσισμό ως θεωρία και πράξη προσαρμοσμένη στα σχολικά δεδομένα. Ως συνιστώσα του φασισμού άρρηκτα συνδεδεμένη με στερεότυπα και προκαταλήψεις και διαδεδομένη πλατιά, έτσι που να είναι δύσκολα αντιμετωπίσιμη, γιατί ήταν πολύμορφη και πολυεπίπεδη η αρματωσιά της.
Η δεύτερη ήταν με αφορμή την πολυπρόσωπη διαφθορά και διαπλοκή στον πολιτικό βίο της χώρας, ο οποίος είναι διαβρωμένος διαχρονικά λόγω του κομματισμού και της φθίνουσας πίστης μας στις αξίες, που είχε εγκιβωτιστεί στην νοοτροπία του Νεοέλληνα μαζί με τον ατομικισμό και τον υλικό ευδαιμονισμό του.
Η τρίτη προέκυψε σχετικά πρόσφατα με αφορμή μια πλειάδα ”Ελλήνων” πανεπιστημιακών (ελληνικών και ξένων ιδρυμάτων, από Καναδά έως Τουρκία), αξιωματούχων του παρελθόντος και του παρόντος της ελληνικής πολιτικής σκηνής, συμβούλων και συνεργατών του πρωθυπουργού, βουλευτών, ”αυλικών” και φιλοκυβερνητικών δημοσιογράφων (διορισμένων ή μη) σε θέσεις-κλειδιά της κοινωνικής μας ζωής.
Ο χαρακτηρισμός δια των εισαγωγικών είναι βαρύς, το ξέρω. Όμως πώς να ονομάσει κανείς τους Έλληνες στην ταυτότητα, όταν γνωρίζει τον υπονομευτικό ρόλο που παίζουν απέναντι στην Ελλάδα; Και είναι υπονομευτικός ο ρόλος τους γιατί είναι υποστηρικτικός των ανιστόρητων επιχειρημάτων των Τούρκων.
Των Τούρκων που ιστορικά δεν παύουν να είναι ο ”προαιώνιος αντίπαλος” με τον οποίο μας χωρίζουν ποταμοί αίματος στο διάβα του χρόνου, έστω κι αν είπαμε να αφήσουμε πίσω μας αυτά που μας χωρίζουν για χάρη της… ”ελληνοτουρκικής φιλίας”, της συμφιλίωσης και της ειρήνης.
Με σκέψη πειθαρχημένη, γενναία κι ακλόνητα φιλειρηνική βάλαμε πλείστες φορές νερό στο κρασί μας και κατάπιαμε καντάρια λάσπης εκ μέρους των ηγετών τους, ενώ σπάραζαν μέσα μας οι βόγγοι της γενοκτονίας μας και της βαρβαρότητας κατά των Κυπρίων αδελφών μας.
Ανεχτήκαμε με Ιώβεια υπομονή τις προκλήσεις και τις υβριστικές τους αναφορές στους παππούδες μας, που χάραξαν με το αίμα τους τα σύνορα των ”Χαμένων Πατρίδων”. Τραβήξαμε το δρόμο της ανακωχής (όχι της λήθης) στην απέλπιδα προσπάθειά μας να κρατήσουμε άσβεστη τη δάδα της ειρήνης ”εις το διηνεκές”…
Φευ!.. Αυταπατηθήκαμε, καθώς το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε είναι εθνικά άηθες, ατιμωτικό, και διαγράφει μονοκοντυλιά την συνολική και συνθετική δοξασμένη ελληνική πορεία. Μια πορεία χωρίς προηγούμενο υποταγής (ως το ’96, τουλάχιστον), απάρνησης της αντίστασης απέναντι σε ιταμούς εισβολείς και υποστολής της σημαίας μας κατόπιν εντολής του… αέρα.
Γι’ αυτό θεωρώ όνειδος μέγα, κατάντημα των Ελλήνων ”προθύμων” (όποιο βαρύγδουπο όνομα κι αν φέρουν αυτοί κι από όποια περίοπτη θέση κι αν εκτοξεύουν τα δηλητηριώδη βέλη της ηττοπάθειάς τους) να κλίνουν το γόνυ στη δύναμη της πυγμής των βαρβάρων εξ Ανατολών μας.
Να κατακλύζουν με απαξιωμένες για τα κεκτημένα μας στο Αιγαίο εκτιμήσεις που επικυρώνουν τα λόγια του Ερντογάν περί ανύπαρκτης ελληνικής επήρειας στην ΑΟΖ ή – έστω – πολύ περιορισμένης, ενώ γνωρίζουν καλά πως οι απόψεις των Τούρκων (τις οποίες υιοθετούν) παραβιάζουν κατάφορα το Δίκαιο της Θάλασσας.
Το Δίκαιο της Θάλασσας που ”αποδίδει πλήρη ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα σε κατοικημένα νησιά με οικονομική ζωή”, όπως διαβεβαίωσε και ο Αμερικανός πρέσβης (Τζέφρυ Πάιατ) τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους και επανέλαβε τον Ιούνιο.
Ας σημειωθεί ότι το έναυσμα για την αναγκαιότητα προσφυγής μας στη Χάγη το έδωσαν η Νόρα Μπακογιάννη και ο Ευάγγελος Βενιζέλος (Δεκέμβριος ’19), ενώ τον δρόμο για έναν πιθανό εδαφικό ακρωτηριασμό μας τον άνοιξε στην αρχή του τρέχοντος έτους η πρωθυπουργική αδελφή (σε ρόλο ”λαγού” της κυβέρνησης), για να ακολουθήσει τον Φεβρουάριο ο βουλευτής της ΝΔ Δ. Καιρίδης και στη συνέχεια όλοι οι άλλοι.
Ας σημειωθεί, επίσης, ότι η όλη… φιλοτουρκική κινητικότητα βαίνει κλιμακούμενη το διάστημα απ’ την υπογραφή της ελληνοϊταλικής συμφωνίας και εντεύθεν, γιατί (όπως είχα εξηγήσει στο άρθρο μου ”Για να μην πούμε ότι ”κείται μακράν” και η Κρήτη”), ”αποδείχθηκε ένα κακό προηγούμενο που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου δίνοντας τη χρυσή ευκαιρία στους Τούρκους να ζητούν να εφαρμοστεί η ίδια συμφωνία μειωμένης ελληνικής επήρειας (η οποία στην περίπτωση των τουρκικών αιτημάτων μηδενίζεται) και στην περίπτωση των νησιών του Αιγαίου”.
Και μαζί με την όρεξη των Τούρκων έβγαλε στην επιφάνεια τις ανίερες σχέσεις τους με ”Έλληνες” της… υψηλής διανόησης, της πολιτικής, διπλωματικής και δημοσιογραφικής… ελίτ, που ταυτίζονται πεισματικά με τις τουρκικές θέσεις αμφισβητώντας τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο.
Το τελευταίο μάλιστα επιχείρημά τους, που ενισχύει τη φαρέτρα των Τούρκων σε βάρος μας, παραλληλίζει την περίπτωση του Καστελόριζου με το ακατοίκητο νησί των Φιδιών στη Μαύρη Θάλασσα, το οποίο διεκδικούσε στη Χάγη η Ρουμανία γιατί ήταν κοντύτερα σ’ αυτήν απ’ ό,τι στην Ουκρανία στην οποία ανήκε (”θεωρία εγγυτέρων νήσων”, που επικαλείται και η Τουρκία).
Με βάση λοιπόν την τελική απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, δε δόθηκε καθόλου ΑΟΖ στο νησί των Φιδιών για τον λόγο μάλλον ότι απείχε 15νμ απ’ την Ρουμανία που το διεκδικούσε και 179νμ απ’ την Ουκρανία που το κατείχε.
Σ’ αυτό το δικαστικό τετελεσμένο πατούν σκοπίμως οι κυβερνητικοί σύμβουλοι… προπαγάνδας προσπαθώντας (με μπούσουλα την απόφαση για το νησί των Φιδιών) να πείσουν και να προετοιμάσουν τον κόσμο – μέσω των φιλικών τους ΜΜΕ – πως ”το Καστελόριζο έχει περιορισμένη επήρεια στην ΑΟΖ” (για να μην πουν καθόλου, όπως θεωρεί η Αίγυπτος), γιατί είναι κάτι αντίστοιχο με το νησί των Φιδιών (αν και το ”περιορισμένη επήρεια” δεν αναφέρεται πουθενά, ως όρος στο Δίκαιο τα Θάλασσας).
Είναι αθλιότητα, ωστόσο, να μη συμπληρώνουν σ’ αυτά – ως όφειλαν – ότι:
Α) Το Καστελόριζο (ο θαλάσσιος χώρος του οποίου θα είναι μεγάλης σημασίας για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της χώρας μας, αν ανακηρυχθεί η ΑΟΖ και οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα με την Τουρκία) έχει δυο ουσιώδεις διαφορές που το διαφοροποιούν απ’ το νησί των Φιδιών: 1. Είναι κατοικημένο (κοντά 500 Έλληνες κάτοικοι), ενώ εκείνο ΔΕΝ είναι και 2. Έχει οικονομική ζωή που ”καλύπτεται πλήρως απ’ το Δίκαιο της Θάλασσας για πλήρη ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα”, ενώ το νησί των Φιδιών ΔΕΝ έχει τίποτε απ’ όλα αυτά.
Β) Με βάση τη Συνθήκη του 1982 περί του Δικαίου της Θάλασσας (την οποία δε συνυπέγραψε η Τουρκία), ”όλα τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και θαλάσσιες ζώνες”.
Με τα δεδομένα αυτά, είναι τουλάχιστον αδικαιολόγητη, αν όχι ύποπτη, η στάση της Λερναίας Ύδρας των ”προθύμων” που επιμένουν τουρκικά μιλώντας για την χαμένη… ΑΟΖ του Καστελόριζου, σε μια προσπάθεια να προετοιμάσουν το έδαφος για το μέλλον που το περιμένει με ορίζοντα Χάγης.
Ως εκ τούτου, δε θα υπάρχει ΚΑΜΙΑ δικαιολογία στην κυβέρνηση αν, ”πατώντας” στους ισχυρισμούς τους, θελήσει αργότερα να δικαιολογηθεί για την πιθανή διπλωματική της ήττα στη Χάγη από την Τουρκία.
Γι’ αυτό καλά θα κάνει να αποσύρει τους γνωστούς-άγνωστους ”λαγούς” της απ’ τα ΜΜΕ και, αντί να πασχίζει να μας προετοιμάσει για τις δεύτερες Πρέσπες με ακόμα οδυνηρότερα αποτελέσματα, να ρίξει όλο το βάρος στη διασφάλιση των ανατολικών μας συνόρων απ’ τη Θράκη και το θρακικό πέλαγος μέχρι την Κρήτη, με ενδιάμεσο το σύμπλεγμα Μεγίστης-Καστελόριζου, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη Ρω (το νησί της ηρωικής Δέσποινας Αχλαδιώτη) και τη Στρογγύλη (το ανατολικότερο σημείο της Επικράτειάς μας, χάρη στο οποίο Ελλάδα και Κύπρος έχουν γεωλογική επαφή-όρια υφαλοκρηπίδας, γιατί – αν δεν είχαν – θα ήμασταν σε πολύ δυσμενή θέση και σε ευνοϊκότατη η Τουρκία).
Καταλήγοντας θέλω να στείλω ένα μήνυμα στους τυχόν κυβερνητικούς αξιωματούχους που θα με διαβάσουν. Η Ελλάδα είναι μια φιλειρηνική χώρα, αλλά δεν πρέπει – εν ονόματι της ειρήνης – να επιτρέψει στον θρασύτατο γείτονα εξ Ανατολών να ελπίσει ότι είναι διατεθειμένη να του παραδώσει και το ελάχιστο της κυριαρχίας της σε ξηρά, αέρα και θάλασσα.
Καλό θα είναι λοιπόν να σιγήσουν οι φωνές των ”προθύμων”, των έτοιμων προς παραχώρηση ελληνικών κεκτημένων και – αντ’ αυτών – να ακουστεί δυνατότερη η ηχώ του ”Μολών Λαβέ” απ’ όλα τα ακριτικά φυλάκια της Θράκης και του Ανατολικού Αιγαίου, προσαρμοσμένη στη σάλπιγγα-σηματωρό την οποία εκπέμπει ήδη η αναβαθμισμένη Δύναμη Άμυνας (ΔΑΝ) απ’ την Μεγίστη-Καστελόριζο ως τις νήσους Ρω και Στρογγύλη.
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)