Μετά από ατέλειωτες διαβουλεύσεις και πέντε μέρες διαπραγματεύσεων οι 27 ηγέτες της ΕΕ κατέληξαν, όπως συνήθως, σ’ έναν συμβιβασμό για την αντιμετώπιση της δραματικής ύφεσης που προκαλεί στις οικονομίες η πανδημία του κορονοϊού.
Η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ (17-21 Ιουλίου 2020) απέδειξε, για πολλοστή φορά, τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις της Ένωσης λόγω του ότι τα κράτη-μέλη έχουν παραδώσει το σημαντικότερο τμήμα της εθνικής κυριαρχίας τους σε ευρωπαϊκές υπερεθνικές δομές όπως η Κομισιόν, η ΕΚΤ, ο ESM κ.α.
Όλοι συμφώνησαν ότι οι οικονομίες των κρατών-μελών πρέπει να ενισχυθούν μ’ ένα συνολικό πακέτο 750 δις ευρώ (Ταμείο Ανάκαμψης) αλλά μετά προέκυψαν τα προβλήματα. Πού θα βρεθούν τα χρήματα; Ποιος θα τα δανείσει και σε ποιόν; Ποιος θα ελέγχει τα δάνεια; Πώς τα κράτη θα χρησιμοποιήσουν τα δάνεια; Πότε θα επιστραφούν τα δάνεια;
Το πακέτο των 750 δις, για λόγους επικοινωνιακούς – προπαγανδιστικούς, χωρίστηκε αρχικά σε δύο κατηγορίες : 250 δις δάνεια και 500 δις επιχορηγήσεις. Τελικά επήλθε συμβιβασμός και τα δάνεια ανήλθαν στα 360 δις και οι επιχορηγήσεις μειώθηκαν στα 390 δις. Τα παιδία παίζει!
Επιχορήγηση είναι όταν κάποιος από τα δικά του χρήματα δίνει ένα ποσόν σε κάποιον άλλο και ο τελευταίος δεν έχει την υποχρέωση να το επιστρέψει. Αυτό δε συμβαίνει στην ΕΕ. Οι δήθεν επιχορηγήσεις είναι και αυτές δανεικά με άλλο όνομα, γιατί αυτός που θα τις δώσει, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν έχει δικά της χρήματα αλλά θα τα δανειστεί, με έκδοση ομολόγων, από τις «αγορές». Τα ομόλογα όμως όταν λήξουν (ωριμάσουν) θα πρέπει να αποπληρωθούν.
Από πού θα αποπληρωθούν; Μα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ τον οποίον χρηματοδοτούν όλα τα κράτη-μέλη της ή από νέους πανευρωπαϊκούς (μάλλον πράσινους) φόρους, που θα πληρώνουν όλοι.
Στον ετήσιο προϋπολογισμό της Ένωσης κάθε χώρα καταβάλει ένα ποσό ανάλογα με το ΑΕΠ της, ένα ποσοστό επί του ΦΠΑ, τους δασμούς επί των εισαγωγών κ.α. Αυτές οι καταβολές θα πρέπει να αυξηθούν για να πληρώνονται τα ομόλογα που θα εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ελλάδα όπως και οι άλλες χώρες της ΕΕ, μέσω των αυξημένων καταβολών στον προϋπολογισμό, θα επιστρέψουν τις δήθεν δωρεάν «επιχορηγήσεις».
Πραγματικές επιχορηγήσεις θα υπήρχαν αν η ΕΚΤ προχωρούσε στην έκδοση νέου χρήματος το οποίο θα δινόταν κατευθείαν ή μέσω της Κομισιόν στα κράτη-μέλη, ανάλογα με τις ανάγκες τους, χωρίς απαίτηση επιστροφής. Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει η ΕΚΤ γιατί απαγορεύεται από τη Συνθήκη δημιουργίας του Ευρωσυστήματος.
Η ΕΚΤ εκδίδει νέο χρήμα αλλά αυτό κατευθύνεται αποκλειστικά στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, όπου αγοράζει κρατικά, τραπεζικά και εταιρικά ομόλογα (πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – QE) ή στην παροχή ρευστότητας στις εμπορικές τράπεζες. Πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για δανειακό χρήμα που επιστρέφεται αργότερα στην ΕΚΤ. Η ΕΚΤ είναι μια ανάπηρη, εκ γενετής, Κεντρική Τράπεζα αφού δεν μπορεί να δανείζει τις κυβερνήσεις, όπως κάνουν όλες οι Κεντρικές Τράπεζες του κόσμου.
Γιατί όμως έγινε όλος αυτός ο ευρω-καβγάς; Η απάντηση είναι απλή. Αφού τα χρήματα από τις «αγορές» είναι δανεικά και πρόκειται να επιστραφούν, οι χώρες του Βορρά (Ολλανδία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία, Φιλανδία) θέλουν να ελέγχουν πού θα δαπανηθούν ώστε να επωφεληθεί η δική τους οικονομία. Γι’ αυτό, για να λάβει μια χώρα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης πρέπει να υποβάλει συγκεκριμένα σχέδια που θα εγκριθούν από την Κομισιόν αν εναρμονίζονται με τις δικές της επιλογές και στόχους.
Στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ενισχυμένη πλειοψηφία. Τέτοιες επιλογές είναι η «Πράσινη Συμφωνία» και η «Ψηφιοποίηση». Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι οι επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Η Ελλάδα, δηλαδή, πρέπει να κλείσει τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη και να εισάγει ανεμογεννήτριες από τη Γερμανία και τη Δανία. Αυτό το πρόγραμμα θα χρηματοδοτηθεί. Αντίθετα, προγράμματα για ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και της βιομηχανίας δεν πρόκειται να εγκριθούν γιατί δεν αποτελούν προτεραιότητες της Ένωσης. Υπάρχει υπερπαραγωγή στις χώρες του Βορρά.
Τα δάνεια και οι «επιχορηγήσεις» από την ΕΕ αποσκοπούν στην εδραίωση του νέου οικονομικού καταμερισμού. Σ’ αυτόν η χώρα μας θα είναι προσανατολισμένη στην παραγωγή ορισμένων μεσογειακών αγροτικών προϊόντων (λάδι, φρούτα, ντομάτες κλπ), στον τουρισμό και στις κατασκευές (οικοδομή) ως συμπληρωματική οικονομία της Βόρειας Ευρώπης. Πρόκειται για μια προοπτική απόλυτης οικονομικής και εθνικής εξάρτησης που θα χρηματοδοτηθεί με δανεικά που θα αποπληρώνουμε για δεκάδες χρόνια.
Οι χώρες του Νότου, από την άλλη πλευρά, ελπίζουν ότι αυτά που θα εισπράξουν θα είναι λίγο περισσότερα απ’ αυτά που θα πρέπει να επιστρέψουν. Τη διαφορά θα την επωμιστούν οι πλουσιότερες χώρες του Βορρά. Αυτήν την αμοιβαιοποίηση του χρέους αλλά και της εξάρτησης την αποκαλούν «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη».
Όλη αυτή η «Ευρωβαβέλ» οφείλεται στο «στενό κορσέ» του ευρώ που έχουν «φορέσει» και τους εμποδίζει να κινηθούν ελεύθερα με βάση το οικονομικό και εθνικό συμφέρον κάθε χώρας.
Υ.Γ. Το βέτο των χωρών του Βορρά, στην αρχική πρόταση της Κομισιόν για το Ταμείο Ανάκαμψης, δείχνει τη δυνατότητα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω παρόμοιου βέτο, να εξαναγκάσουν την ΕΕ να επιβάλει αυστηρές οικονομικές, τουλάχιστον, κυρώσεις στην επιθετική Τουρκία. Τώρα και όχι το Σεπτέμβριο που θα γίνει Ειδική Συνεδρία για να συζητηθεί η «Στρατηγική Σχέση» ΕΕ – Τουρκίας.