Το δάσος είναι, από φυσικού του, ”φτιαγμένο” για να ‘ναι ιδανικό καταφύγιο πολλών ζώων: ήμερων, ημιάγριων, άγριων. Είναι φτιαγμένο για να ‘ναι το σπίτι της αρκούδας.
Την εμπειρία να ‘ρθεις σε επαφή με αρκούδα την έχω βιώσει από νωρίς και την κρατώ μέσα μου σαν ανάμνηση παιδική, άρρηκτα συνδεδεμένη με τα χρόνια της μαθητείας μου στα σχολειά των χωριών όπου υπηρετούσαν ως δάσκαλοι οι δικοί μου.
Κυρίαρχη στις παιδικές αναμνήσεις μου είναι η εικόνα του αρκουδιάρη που γυρόφερνε στα χωριά της Μακεδονίας σέρνοντας απ’ την μύτη της μια βαριά, καφετιά αρκούδα, γεμάτη αγκάθια και τριβόλια στην πλάτη της απ’ τις τούμπες που την υποχρέωνε να κάνει.
Ο ήχος από το ντέφι του, την ώρα που έδινε τον ρυθμό στο ζώο για να ”χορέψει” στηριγμένο στα πισινά του πόδια, είναι ακόμα στ’ αυτιά μου, ανάκατος με τις τρομαγμένες φωνές των μικρών και τους περιγελαστικούς σχολιασμούς των μεγάλων.
Με βάση τις συνειρμικές διαδικασίες που λειτουργούν διεγερτικά στο μυαλό μου, συνηθίζω να βάζω συχνά την Ελλάδα στη θέση της ταλαιπωρημένης και πειθαναγκασμένης να χορεύει στον ρυθμό του αθίγγανου (του Τούρκου εν προκειμένω) αρκούδας, χωρίς να εκδηλώνει σημάδια αντίδρασης, μια και συνήθισε να κρατά υποτακτική, πειθήνια και ηττοπαθή στάση, που τη βαφτίζουν οι κυβερνητικοί ”ψυχραιμία”…
Θα μου πείτε τι άλλο απ’ αυτό το τελευταίο μπορούμε να επιδείξουμε έχοντας απέναντί μας έναν πανούργο, διεκδικητικό και ”γαλβανισμένο” από εθνικιστικές φιλοδοξίες αντίπαλο; Έναν αντίπαλο που έγινε έρμαιο του μεγαλοϊδεατισμού του και μάχεται με θεμιτούς και αθέμιτους (κυρίως) τρόπους, για να αναβιώσει το οθωμανικό μεγαλείο της πατρίδας του;
Θα σας έλεγα πως γι’ αυτήν την επιθετική στάση του ευθυνόμαστε και εμείς σε κάποιο βαθμό, γιατί μονίμως υποχωρούμε δείχνοντας με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο πως τον φοβόμαστε. Και όσο δείχνεις στον εχθρό ότι τον φοβάσαι, τόσο ενισχύεις περαιτέρω την αυτοπεποίθηση και τη θρασύτητά του. Του δίνεις πέτρες να σε πετροβολήσει και λόγους για να σε κρατάει υποτακτικό, πειθαναγκασμένο, αποδυναμωμένο.
Η εμπειρία του Έβρου, της μιας φοράς που του δείξαμε ότι δεν τον φοβόμαστε και είμαστε αποφασισμένοι να αντιταχθούμε στα σχέδιά του, είναι η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό που σας λέω. Άσχετα αν οπισθοχωρήσαμε στη συνέχεια απ’ τη στάση του απαράβατου των συνόρων μας (την οποία τηρούσαμε με υποδειγματική πειθαρχία) και κάνουμε έκτοτε τα στραβά μάτια (μετά από σύσταση της ”madame Merkel”, που δίνει τον τόνο στην Εξωτερική μας πολιτική) αφήνοντας να περνάνε αβέρτα μετανάστες και πρόσφυγες.
Με άλλα λόγια, η μόνιμη υποχωρητικότητά μας, η πολιτική του κατευνασμού που υιοθετεί διαχρονικά το ΥΠΕΞ έναντι της… ”νευρικής” Τουρκίας (πιο άστοχο χαρακτηρισμό δεν έχω ακούσει ποτέ μου) είναι ο καλύτερος σύμμαχός της. Ο καλύτερος σύμμαχος των επιδιώξεων της ”Γαλάζιας Πατρίδας” της, οι οποίες στέφονται μέχρι στιγμής με επιτυχία…
Και στέφονται με επιτυχία όχι μόνο γιατί η Τουρκία αλωνίζει αυτήν τη στιγμή στο Αιγαίο και την Μεσόγειο παραβιάζοντας ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδες, Συνθήκες, Συμβάσεις της Θάλασσας και νόμους του Διεθνούς Δικαίου που συνυπέγραψε κι εκείνη, αλλά κυρίως γιατί πέτυχε να καθυποτάξει το άλλοτε περήφανο φρόνημα των Ελλήνων σε βαθμό αποκαρδιωτικό, έτσι που να εκπέμπει σήμερα ραγιαδισμό και δουλοφροσύνη.
Κι αυτό, αναμφίβολα, εκλαμβάνεται απ’ τους Τούρκους ως δείγμα αδυναμίας και έλλειψης διάθεσης για αντίσταση του ανίσχυρου απέναντι στον ισχυρό και το δίκαιο της πυγμής του. Έλλειψη διάθεσης για αντίσταση, αλλά… μεγάλης διάθεσης για ταπεινωτική υποταγή, που τη λένε προσχηματικά ”αναγκαίο συμβιβασμό” τα συμβουλευτικά όργανα των ”προθύμων”.
Τα όργανα που κυβερνούν, τελικά, αντ’ αυτών που ψηφίσαμε για να μας κυβερνάνε. Ως εκ τούτου, υπό την… επήρεια αυτής της επίδρασης των ”αφυδατωμένων” εθνικά συμβούλων Εξωτερικής πολιτικής μας, ο Κυριάκος εισπράττει χαστούκια απ’ τον Ερντογάν απτόητος, κατά τον ίδιο τρόπο που τα δεχόταν κι ο Τσίπρας.
Η στάση του ψόφιου κοριού γνωρίζει πιένες στην Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια με αποκορύφωμα την πενταετία που διανύουμε, ίσως γιατί έχουμε να κάνουμε με αδύναμες προσωπικότητες που πρωθυπουργεύουν χωρίς να είναι ικανές να σηκώσουν το φορτίο των ευθυνών τους.
Με αποτέλεσμα είτε να ακολουθούν εκνευριστικά τις έξωθεν οδηγίες των ”συμμάχων” και ”φίλων” μας που συγκλίνουν συνήθως στην ”γκριζοποίηση” των εθνικών μας κεκτημένων είτε να διαμοιράζουν δεξιά-αριστερά τις ευθύνες τους σε ανευθυνοϋπεύθυνους συμβούλους, στην προσπάθειά τους να αποφορτιστούν απ’ αυτές και να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους.
Έτσι βλέπουμε τον πρωθυπουργό να αντιμετωπίζει την επί τα χείρω πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων με… ολύμπια ψυχραιμία, στα όρια της αδιατάρακτης αναισθησίας, περιμένοντας να εκτονωθεί η οργή του ”σουλτάνου” σε βάρος μας.
Το κρυφτό, όπως φαίνεται, θα ήταν το αγαπημένο παιχνίδι των παιδικών του χρόνων, γιατί τον βλέπουμε να το παίζει πιστά και στα χρόνια της πολιτικής ωριμότητας, έστω κι αν γίνεται δυσδιάκριτο τεχνηέντως όταν επιχρυσώνεται για να προσδώσει… κινητικότητα στην ελληνική Εξωτερική πολιτική, που παραμένει ωστόσο ”μαρμαρωμένη”.
Τον είδαμε προεκλογικά να κρύβει επιμελώς την παθητική στάση του στο Μακεδονικό και όταν ήρθε στην εξουσία, να κρύβει την έλλειψη στρατηγικής και την αβουλία του πίσω απ’ τις πλάτες του Χάφταρ (όταν τον… έστειλε στο Βερολίνο να μας ”εκπροσωπήσει”).
Άλλοτε πάλι να κρύβεται πίσω απ’ τις πλάτες των πρώην και νυν συμβούλων του (Ροζάκη, Ντόκου, Διακόπουλου και σία) και άλλοτε πίσω απ’ τις πλάτες της ”ηγερίας” του νεοφιλελευθερισμού Ντόρας, που υπουργεύει ουσιαστικά στο ΥΠΕΞ και έχει απενεργοποιήσει τα εθνικά αντανακλαστικά και την διορατικότητα του πρωθυπουργού αδελφού της σε βαθμό που να την θέσει επικεφαλής μιας (αμφίβολης εθνικής χρησιμότητας) επιτροπής για τη Θράκη, με μέλη διακομματικά τους ”προθύμους” τουρκόφιλους της Αυλής της.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά έχουμε βολευτεί και παίζουμε αδιατάρακτα το παιχνίδι του μολυβένιου στρατιώτη με την Τουρκία επιστρατεύοντας καθ’ εκάστην τον Άδωνι, που έχει γίνει εξπέρ στο να αποτίει φόρο τιμής στα… αεροπλανοφόρα των συμμάχων μας που μας έσωσαν από ”θερμό επεισόδιο”, θυμίζοντας όλο και περισσότερο το ”Ευχαριστώ τους Αμερικανούς” του Σημίτη.
Έχουμε βολευτεί να απαντάμε δια της σιωπής όπου και όταν δεν μας παίρνει. Και δεν μας παίρνει όταν μας προκαλούν οι αντίπαλοι, ακόμα κι αν λένε ότι θα μας πάρουν τον… Παρθενώνα.
– …Να μην ξεχνάτε πως όχι πριν από πολλά χρόνια, πριν από 200 χρόνια στα εδάφη εκεί κυμάτιζε η τουρκική σημαία. Στο μέλλον μπορεί πάλι να κυματίζει. Για αυτό τους συμβουλεύουμε να φέρονται υπολογίζοντας τις μέρες που θα έρθουν…, δήλωσε προειδοποιητικά σε συνέντευξή του σε τουρκικό site ο πρόεδρος του ακροδεξιού BBP της Τουρκίας Μουσταφά Ντεστιτζή, φίλος του Ταγίπ Ερντογάν, ενήμερος προφανώς για τα μεγαλοϊδεατικά σχέδιά του.
Αλλά εμείς ”εποιήσαμεν την νήσσαν”, όπως την ”ποιούμεν” συνήθως προσπερνώντας δια της αφωνίας μας όλα αυτά, για να μη δώσουμε την εντύπωση στους Τούρκους ότι τους απειλούμε… Το αντίθετο, μάλιστα. Με ”φιλικό χτύπημα στην πλάτη”, λίγες μόνο ημέρες απ’ την ισλαμοποίηση της Αγια Σοφιάς, τούς ανακοινώσαμε ήδη πως θα εγκαινιάσουμε στην Αθήνα το πρώτο τζαμί τον Σεπτέμβριο και με τις ευλογίες του υπουργείου Παιδείας μας μάλιστα…
Απ’ την Θράκη μέχρι την Κύπρο γυροφέρνουμε σε απόσταση ασφαλείας με τα πλοία μας τα πλοία του επιβουλέα, σαν να παίζουμε καθυστερήσεις περιμένοντας την ξένη παρέμβαση για αποκλιμάκωση, ώστε να μπορούμε να τα… μαζέψουμε έγκαιρα σε περίπτωση ”αμοιβαίας απόσυρσης” (όπως έγινε τώρα), δίνοντας όμως ελπίδες στον αντίπαλο για ”γκριζοποίηση” της περιοχής μας.
Αν θυμηθούμε και τα απρόθυμα νιαουρίσματά μας μέσα κι έξω απ’ τα σύνορα για κυρώσεις κατά της Τουρκίας, τότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι αυτά όχι μόνο δεν πέτυχαν το σκοπό τους, αλλά αντίθετα μας κατέστησαν γραφικούς και αξιολύπητους, γιατί κατέδειξαν ότι είμαστε ανίκανοι να εφαρμόσουμε το δόγμα της επιθετικής διπλωματίας…
Σ’ αυτήν την – οικεία βουλήσει – αδυναμίας μας θα οφείλεται, δίχως άλλο, η παρέμβαση αλληλεγγύης του Μακρόν πριν λίγες μέρες στη γλώσσα μας, κάτι εντελώς ασυνήθιστο στις διακρατικές σχέσεις. Κατάλαβε, προφανώς ο άνθρωπος ότι ο δικός μας δεν είναι άνθρωπος του ”ΟΧΙ” της πράξης, αλλά της πολιτικής ρητορικής και παρενέβη μήπως και σώσει κάτι απ’ την χαμένη παρτίδα της διπλωματίας του.
Όμως ένας κούκος δε φέρνει την Άνοιξη, πολύ περισσότερο αν είναι ξένος. Αν και, για να πω την αλήθεια, πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να εύχεται να είχαμε κάποιον φιλέλληνα για πρωθυπουργό (τύπου Μενέντεζ), παρά τους δικούς μας πειθήνιους και υποτακτικούς (κυβέρνησης και Αξιωματικής αντιπολίτευσης).
Ή τους ”γαλβανισμένους” από φυλετικό ρατσισμό εκπροσώπους της ήσσονος αντιπολίτευσης, που πιπιλίζουν σαν καραμέλα τη φράση ”Έλληνας γεννιέσαι, δε γίνεσαι” (στην προσπάθειά τους να σβήσουν απ’ την καρδιά του Γιάννη Αντετοκούνμπο την αγάπη του για την Ελλάδα), λες και δεν ξέρουν πως αυτό ΔΕΝ ισχύει πλέον, γιατί το τερμάτισε προ πολλού η πληθώρα των Πηλιογούσηδων στον τόπο μας.
Λες και δεν ξέρουν πως Έλληνες ήταν κι αυτοί που έκαψαν και καίνε σημαίες • που έβαλαν φωτιά στην Marfin • που μας έμαθαν να χορεύουμε τον χορό της ”αρκούδας” με τα μνημόνια • που υπέγραψαν ”χθες” στις Πρέσπες και ετοιμάζονται να υπογράψουν ”αύριο” συμφωνίες ασύμφορες εθνικά για την δόλια πατρίδα με επίκεντρο το Αιγαίο και τη Θράκη μας.
Λες και δεν ξέρουν ότι Έλληνες είναι κι αυτοί που εξωραϊζουν παραπλανητικά και για μικροκομματικούς σκοπούς είτε τις εθνομηδενιστικές ιδεοληψίες τους είτε τα ακροδεξιά σύνδρομά τους για τους εκπροσώπους της Στρατοκίνητης Χούντας, που οδήγησε στην κυπριακή τραγωδία του ’74…
Έλληνες είναι κι αυτοί που… Ή, μήπως, δεν είναι Έλληνες;
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)