Η δοκιμασία του εκούσιου εγκλεισμού (lockdown) δοκίμασε αντοχές, θεσμούς και εφεδρείες. Ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, σε αχαρτογράφητα νερά, για όλο τον κόσμο. Η βεντάλια των μέτρων, σε έκταση, περιεχόμενο και διάρκεια, αφορούσε το σύνολο της παγκόσμιας κοινότητας.
Οι διαβαθμίσεις ήταν απότοκες προτεραιοτήτων και κουλτούρας. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κάνει τις αποτιμήσεις. Σίγουρα πάντως περιθώρια για ‘αστειάκια’ και εκ του ασφαλούς λεονταρισμούς δεν υπήρχαν.
Ούτε βέβαια ‘η πολυτέλεια’ για εφησυχασμό και ολιγωρία. Ο ‘αόρατος εχθρός’ είναι παρών. Πάνω από όλα απαιτεί σοβαρότητα και ψυχραιμία στη διαχείρισή του. Υπάρχει εξάλλου και η εμπειρία του ‘πρώτου κύματος’. Που σηματοδοτεί ταυτόχρονα και την ευθύνη των αρμοδίων, για την απαραίτητη προεργασία. Και τον μετριασμό των συνεπειών, που ήδη προκαλούν δυσβάσταχτα βάρη, αν όχι ανυπέρβλητες δυσκολίες. σε όλα τα κράτη, την Ενωμένη Ευρώπη και τη χώρα μας.
Ο οικονομικός Αρμαγεδδών, ολοένα και περισσότερο αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις των διεθνών χρηματοπιστωτικών οίκων. Που αναθεωρούνται διαρκώς επί τα χείρω. Η Ευρωπαϊκή Οικονομία, παρουσίασε ύφεση που υπερβαίνει το 12%, το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Συγκριτικά και μόνο αναφέρεται, ότι στη χειρότερή της φάση, στο τέλος του 1937, η μεγάλη οικονομική ύφεση και το κραχ στις ΗΠΑ, ήταν της τάξεως του 7%. Τα συμπεράσματα προκαλούν ρίγη.
Την ίδια ώρα η ύφεση για τη Ευρωπαϊκή Οικονομία, για το 2020, αποτιμάται σε ποσοστά της τάξεως του 9%, ενώ θεωρούνται αμφίβολα τα προσδοκώμενα αποτελέσματα ανάπτυξης, με τη λογική του ελατηρίου για το 2021. Αλήθεια, ποιους θα αφορά η ανάπτυξη, όταν ο πήχης θα έχει κατέβει τόσο χαμηλά και θα έχει αφανίσει τμήματα του παραγωγικού ιστού? Πώς να εκτιναχθεί κάτι που θα έχει πάψει να υφίσταται;
Οι Ευρωπαϊκές οικονομίες καταγράφουν τις χειρότερες επιδόσεις και προβλέψεις. Αρνητική πρωταθλήτρια φαίνεται να είναι η Ισπανία, με ύφεση που προσεγγίζει το 15%, ενώ την ακολουθούν Ιταλία και Γαλλία. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, μη βρεθούμε διπλά ζημιωμένοι και παραλείψουμε να καταγράψουμε τις πραγματικές μας απώλειες. Σε μια τέτοια περίπτωση ούτε επαίνους αντοχών θα δρέψουμε, ούτε ανάγκες μας θα καλύψουμε.
Τουναντίον ενδέχεται να παραχωρήσουμε πεδίο διεκδικήσεων, σε όσους επιχειρήσουν να αποσπάσουν περισσότερα από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία, υπερτονίζοντας τις οδυνηρές επιπτώσεις στην οικονομία και τους πολίτες τους, που έχει επιφέρει η πανδημία. Τα ελατήρια και οι συμπεριφορές αθωότητας και ειλικρίνειας, στη διεκδίκηση της επιβίωσης, δείχνουν να προσαρμόζονται, εάν δεν έχουν εκλείψει.
Είναι ενδεικτικά τα νούμερα για τις δύο σημαντικότερες οικονομίες της Ευρωζώνης. Η Γερμανία καταγράφει ύφεση της τάξεως του 10%. 500.000 εργαζόμενοι έχουν χάσει τις θέσεις τους και 7.000.000 είναι ενταγμένοι, με μειωμένες αποδοχές, στο Ταμείο που έχει συσταθεί για να στηρίζει τις εταιρείες, που εικονικά διατηρούν σταθερό το εργατικό δυναμικό τους. Τα ίδια συμβαίνουν εν πολλοίς και στη Γαλλία, την 6η σημαντικότερη οικονομία σε παγκόσμια κλίμακα.
Ύφεση της τάξης του 10%, 1.000.000 πρόσθετοι άνεργοι μέχρι το τέλος του έτους και βαρύτατες απώλειες στην Τουριστική της βιομηχανία, που σε ετήσια βάση υποδέχεται περί τα 90.000.000 επισκέπτες. Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι έχουν διατεθεί περισσότερα από 550 δισεκατομμύρια Ευρώ για να στηριχθεί η οικονομία και να διατηρηθούν οι θέσεις απασχόλησης.
Οι αναλογίες για τη χώρα μας είναι οδυνηρές. Θα επιταθούν κατά τις ενδείξεις των ποιοτικών και ποσοτικών παραμέτρων, τους επόμενους μήνες. Την κατάσταση επιδεινώνει η ανησυχητική επιδημιολογική καμπύλη. Πολλά φαίνεται να επενδύονται στο Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι και η μόνη όαση, που μόνη η μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια μας προσφέρει. Αντίστοιχα μεγάλη και αποκλειστική είναι η ευθύνη, όσων έχουν οριστεί να το αξιοποιήσουν για λογαριασμό της χώρας μας.
Εν τω μεταξύ απαραίτητη είναι η προεργασία και η θωράκιση σε υγειονομικό επίπεδο. Πρέπει όλο το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε από τη ‘χαλάρωση των μέτρων’ μέχρι και σήμερα να έχουμε εξασφαλίσει τόσο τις ποσότητες, όσο και τις πηγές προμήθειας σε προστατευτικό εξοπλισμό και τεστς.
Άλλως ‘κλωτσήσαμε’ ένα στρατηγικό πλεονέκτημα. Μια τέτοια παράλειψη θα ‘φουντώσει’ τη δυσθυμία και δυσπιστία, ενός ήδη ‘κουρασμένου’ κοινωνικού συνόλου.
Παράλληλα πρέπει να κινηθούμε, όπως οφείλαμε ήδη να το έχουμε κάνει, προς την Κίνα και να αξιώσουμε ενίσχυση. Είναι μια αυτονόητη υποχρέωσή της για τα λάθη και τις παραλείψεις της. Αλλά και μια εύλογη ανταπόδοση για την παγκόσμια βοήθεια που της δόθηκε από την πρώτη στιγμή. Μια τέτοια οφειλόμενη ανταπόδοση δε νοείται να γίνεται με προϋποθέσεις και ατζέντα διμερών διαπραγματεύσεων.
Η προοπτική είναι ζοφερή. Απηχεί μια δυσάρεστη πραγματικότητα. Η απάντηση δεν μπορεί να εξαντληθεί σε εικονικές ασκήσεις επί χάρτου, ούτε σε επιλογές state of mind. Απαιτούνται δράσεις. Που τίποτα ειδυλλιακό δεν προοιωνίζονται Και δεν μπορούν να υλοποιηθούν με μόνη τη ‘φυσική προίκα’ της πατρίδας μας και το ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης.