Το ότι παίζουμε μοιρολατρικά στο γήπεδο επικοινωνίας της Τουρκίας με ευθύνη της κυβέρνησής μας, είναι γεγονός. Όπως γεγονός είναι ότι απαξιώσαμε τα πλεονεκτήματά μας έναντι αυτής αφήνοντας να σκεπαστούν απ’ τη λήθη οι ιστορικές καταβολές των ”γκριζαρισμένων” από αυτήν εδαφών μας και τα τετελεσμένα των Διεθνών Συνθηκών βάσει των οποίων χαράχτηκαν τα σύνορά μας.
Τετελεσμένα τα οποία – αν και συνυπογράψαμε με εκείνην στο ιστορικό παρελθόν – τα αφήσαμε να ξεχαστούν ανοήτως κατά τις διπλωματικές επαφές μας δίνοντας χώρο στην Τουρκία να καλύψει το υπάρχον κενό με την αναθεωρητική πολιτική της.
Το ίδιο ανόητα φερθήκαμε και στο Κυπριακό, όπου ξεχάσαμε ηθελημένα τον ρόλο μας ως εγγυήτριας δύναμης (πέρα των εθνικών δεσμών και των ζωτικών συμφερόντων που μας συνδέουν με την Κύπρο) και εκδηλώσαμε τάσεις ποντιοπιλατικού στρουθοκαμηλισμού, ο οποίος κινείται στην Εξωτερική μας πολιτική χωρίς να λαμβάνει υπόψη του την πραγματικότητα της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο…
Έτσι φτάσαμε να ακούμε τον πρωθυπουργό στη ομιλία του στον ΟΗΕ (για τα 75χρονα της γέννησής του) να μην κάνει καμιά αναφορά στο Κυπριακό και την ως τώρα επιθετικότητα της Τουρκίας στην Κύπρο, την ίδια στιγμή που απάντησε θετικά στην πρόσκληση-πρόκληση της Γερμανίδας Καγκελαρίου για ελληνοτουρκικό διάλογο.
Απάντησε θετικά, αν και γνωρίζει καλά πως τόσο για την αναθεωρητική Τουρκία όσο και για την τουρκόφιλη Γερμανία (σε ρόλο διαμεσολαβητή), η τουρκική – εφ’ όλης της ύλης – ατζέντα θα είναι η βάση συζήτησης, παρά τα όσα διατείνεται αόριστα ο ίδιος περί αποκλειστικής διευθέτησης των θαλασσίων ζωνών.
Με βάση την τουρκική εκδοχή, λοιπόν, οι συζητήσεις που θα ανοίξουν δε θα περιλαμβάνουν μόνο την οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας-Τουρκίας και τη συνεκμετάλλευση των πηγών ενέργειας, αλλά και το μειονοτικό και την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, τη στιγμή που η ομώνυμη τουρκική ”Στρατιά” απέναντι καραδοκεί να τα επιτεθεί και η μισή Κύπρος παραμένει στρατικοποιημένη επί 46 χρόνια μετά την διπλή εισβολή του ”Αττίλα”.
Έτσι φτάσαμε να κρατάμε ”άψογη στάση” (με την έννοια της ουδετερότητας) απέναντι στην μαρτυρική Μεγαλόνησο, να… ευθυγραμμιζόμαστε με την FAZ (Frankfurter Allgemeine Zeitung) – που έκρινε ως απερίσκεπτη τη γραμμή της Λευκωσίας – και να συγκλίνουμε με τους Ευρωπαίους επικριτές της για το βέτο που άσκησε αυτή στην Λευκορωσία.
Ένα βέτο-κραυγή διαμαρτυρίας της Κύπρου απέναντι στην πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών της ΕΕ, σε μια προσπάθεια να τη συνεφέρει απ’ τη δική της απερισκεψία να θέλει να επιβάλλει κυρώσεις μόνο κατά της Λευκορωσίας (γιατί το δικτατορικό καθεστώς της παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα), αφήνοντας στο απυρόβλητο την Τουρκία, η οποία βαρύνεται με χειρότερα ”αδικήματα” (εγκλήματα, ουσιαστικά) από την πρώην σοβιετική επαρχία, λόγω της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο που διαιωνίζεται επί 46 χρόνια προς όνειδος της Ευρώπης και του ελεύθερου κόσμου.
Έτσι είχαμε μέχρι πρότινος το τραγελαφικό να στηρίζεται η Ελληνισμός απ’ τον Αυστραλό πρωθυπουργό Σκοτ Μόρισον, τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Αμερικανό γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ (που δίνει μάχες στο Κογκρέσο ζητώντας την καταδίκη της Τουρκίας), ενώ οι δικοί μας εδώ (Μητσοτάκης και Δένδιας) να δείχνουν απρόθυμοι για κυρώσεις εναντίον της, ευθυγραμμισμένοι με την πολιτική της Γερμανίας η οποία μας σπρώχνει σε διάλογο επί των κεκτημένων μας.
Χρειάστηκε να αντιδράσει σύσσωμη η ελληνική κοινή γνώμη (Τύπος, κοινωνικά δίκτυα, βάση της ΝΔ), για να βγάλει το υπουργείο Εξωτερικών υποστηρικτική ανακοίνωση για τη θέση της Κύπρου, η οποία ζητά απ’ την ΕΕ επιβολή στοχευμένων κυρώσεων κατά της Τουρκίας.
Η ”άψογη” στάση μας, ωστόσο, στα ελληνοτουρκικά συνεχίζεται – σαν επιλογή της κυβέρνησης – με την μη αντίδρασή της στις… επιβλαβείς διελεύσεις των τουρκικών ερευνητικών απ’ την ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα (το Oruc Reis έφυγε, αλλά θα ξανάρθει και το Yavuz είναι στην Κύπρο), που ασκούνται όχι επί χάρτου, αλλά επί των χρυσοφόρων κοιτασμάτων της ΑΟΖ των δύο χωρών.
Η Άγκυρα, όπως φαίνεται – πότε με τις απειλές και πότε με την στρατιωτική παρουσία της – πέτυχε να προσαρμόσει στα ”θέλω” της την ασθμαίνουσα Εξωτερική πολιτική μας.
Ο ”κατευνασμός”, ως βασικός στόχος μας απέναντι στον ατίθασο και ”νευρικό” γείτονά μας, οδήγησε τελικά εμάς – κι όχι εκείνον – σε κατάσταση μόνιμης νηφαλιότητας, που ισοδυναμεί με αναισθησία, δηλωτική της προϊούσας κυβερνητικής ανεπάρκειας στην εθνική στρατηγική μας.
Μια στρατηγική υποτονική και ατελέσφορη, όταν έχει να αντιμετωπίσει την επιθετική και διεκδικητική της Τουρκίας. Μια πολιτική που ”ανδρώθηκε” επί τη βάσει του δόγματος ” Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται”, το οποίο αδρανοποιεί την δεύτερη, έτσι που να μη μπορεί να προστατέψει ούτε την πρώτη ούτε τον εαυτό της.
Έτσι που να υποχρεώνει τη χώρα μας να συρθεί σε ασύμφορες εθνικά διαπραγματεύσεις με την Τουρκία (που τις ”βαφτίζει” συνομιλίες ο Δένδιας για ευνόητους λόγους) επί των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, τα οποία κρίνει ως διεκδικήσιμα αυτή και οι κρυπτόμενοι στο ΝΑΤΟ προστάτες της (ΗΠΑ και Γερμανία).
Η κοινή ”εθνική γραμμή” Ελλάδας-Κύπρου έσπασε με υπαιτιότητα της Αθήνας κι αυτό είχε διαφανεί ήδη απ’ τις δηλώσεις του π. Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας κ. Διακόπουλου τον περασμένο Ιούλιο (”άλλο πράγμα η Ελλάδα κι άλλο η Κύπρος” κλπ).
Κι αυτήν τη φορά δεν υπάρχει δικαιολογία για το ποιος έχει το δίκιο, γιατί είναι εξόφθαλμο πλέον πως η Αθήνα – γυρνώντας την πλάτη στη Λευκωσία με την αδιαφορία της για τις τουρκικές παραβιάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ – κλίνει το γόνυ προς την Τουρκία και αφήνεται να συρθεί σε ασύμφορες εθνικά διαπραγματεύσεις, τις οποίες κανόνισε για λογαριασμό της τελευταίας το Βερολίνο και η Άνγκελα Μέρκελ.
Οι δήθεν υποχωρήσεις της Άγκυρας στο Αιγαίο (αποχώρηση του Oruc Reis απ’ την ελληνική υφαλοκρηπίδα) φαίνεται να ήταν το φύλλο συκής που ζητούσε η ”πατριωτική” κυβέρνηση της Αθήνας, για να κρύψει τις… ”επιρροές Σημίτη” που κρύβει μέσα της.
Και μη μου πείτε πως υπερβάλλω με τον υπαινικτικό χαρακτηρισμό μου, όταν τη βλέπω να πηγαίνει σε διάλογο με μια προϋπόθεση μόνο (τη διάλυση της Στρατιάς του Αιγαίου, η οποία έγινε αποδεκτή ήδη απ’ το Βερολίνο, κατά πληροφορίες της τουρκικής εφημερίδας Sozcu), σαν απάντηση στο αίτημα της Τουρκίας για αποστρατικοποίηση των νησιών μας.
Όπερ σημαίνει ότι δίνουμε πάτημα στην αφερέγγυα Τουρκία (που αμφισβητεί και ζητά να αναθεωρήσει και τις παγκόσμιας ακόμα εμβέλειας Συνθήκες [Λωζάνης 1923 και Παρισίων 1947] να ελιχθεί με κίβδηλες υποσχετικές περί διάλυσης των 130.000 στρατιωτών που συγκροτήθηκαν σε Στρατιά τον Ιούλιο του 1975, τη στιγμή που η ίδια ζητά – πέραν της αποστρατικοποίησης των νησιών μας – να οικειοποιηθεί 152 από αυτά, να πετύχει την καζάν-καζάν συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων του Αιγαίου, να αναγνωριστεί ”τουρκική μειονότητα” στη Δ. Θράκη και να ξεχαστεί οριστικά η παρουσία του τουρκικού στρατού κατοχής στην Κύπρο…
Τη στιγμή που ζητά να οικειοποιηθεί την ”ακάλυπτη” απ’ την ημιτελή ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία θαλάσσια ζώνη μεταξύ του 28ου και 32ου μεσημβρινού, συμπεριλαμβανομένου του μήλου της έριδος Καστελόριζου (όπου συγκλίνουν οι ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου), το οποίο οι Τούρκοι έχουν εντάξει ήδη στους χάρτες τους ως δικό τους, γιατί ”είναι απομονωμένο απ’ την Ρόδο και πολύ κοντά στις ακτές τους” (”θεωρία εγγυτέρων νήσων”), όπως συμφωνούσε και ο π. σύμβουλος του πρωθυπουργού Χρήστος Ροζάκης…
Το γερμανικό “bullying” πέρασε, τελικά. Η Ελλάδα υπέκυψε κι αρχίζει διάλογο εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία, έστω κι αν το διαψεύδει δια του εκπροσώπου της κ. Πέτσα η ελληνική κυβέρνηση διαμηνύοντας την πρόθεσή της να μη συζητήσει το θέμα της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου.
Τα λέει στην νύφη, προφανώς, για να τα ακούσει η πεθερά (Μέρκελ), αν και τα πίσω μπρος της κυβέρνησης έχουν επαναληφθεί και σ’ άλλες περιπτώσεις, όπως και η τακτική των… ”λαγών” των προθέσεών της.
Η παράσταση για έναν ρόλο έχει ήδη αρχίσει σαν συνέχεια των συζητήσεων που σταμάτησαν το 2016, όπως είπε ο εκπρόσωπος του Τούρκου Προέδρου Ιμπραχίμ Καλίν αναφερόμενος στην επανέναρξη των διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας.
Έναν διάλογο – παρωδία με προεόρτια… επιθετικά, αφού σε μια… χειρονομία επίδειξης των βουλιμικών της προθέσεων, η Τουρκία, εξέδωσε νέα ΝAVTEX (μετά από εκείνην για Χίο-Λέσβο) για άσκηση με πραγματικά πυρά μεταξύ Καστελόριζου και Ρόδου στις 29 Σεπτεμβρίου.
Κατά τα άλλα η έναρξη διευρυμένων συνομιλιών δείχνει καλά προσχεδιασμένη (λόγω της προηγηθείσας… ”γραπτής κατανόησης” στην τριμερή του Βερολίνου), με εμφανή την προσπάθεια των Τούρκων να μας γονατίσουν ”κοινή συναινέσει” και εμάς θεατές των διαμεσολαβητικών πρωτοβουλιών της Γερμανίας, η οποία μας προέτρεψε ήδη πλαγίως να επιλέξουμε την ειρήνη μοιράζοντας τα κεκτημένα μας με τους Τούρκους…
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)