Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος έχει δεχθεί το ερώτημα και διά ζώσης από μέρους μου. Ωραία είναι η επισήμανση διαφόρων προβλημάτων και κυρίως όσων αφορούν στον εποικισμό της πατρίδας μας και στην απόπειρα αλλοίωσης της ταυτότητάς μας. Όμως, τελικά, τι εξυπηρετεί αυτό; Δε βλέπω να ιδρώνει το αυτί κανενός. Ο κύριος Νότης Μηταράκης παραμένει ανέγγιχτος, οι λαθρομετανάστες περνούν στη χώρα από στεριά και θάλασσα και… η ζωή συνεχίζεται.
Και μπορεί ο πρωθυπουργός σημειολογικά να προσπαθεί να φορέσει ένα «ντεμί» δεξιό προσωπείο, όμως συγχρόνως ενισχύει και το δικαιωματιστικό προφίλ της κυβέρνησης, δίνοντας την αίσθηση ότι δουλεύει τον κόσμο κανονικά μέσα από ένα πολιτικό Master Chef.
Αν λοιπόν ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος θέλει να επιτύχει κάποια αλλαγή στην παράνοια που μας επιβάλλεται και την οποία μοιάζει να αντιλαμβάνεται και ο ίδιος, μια λύση υπάρχει. Να βγει μπροστά. Να ορθώσει το ανάστημά του. Προϋπόθεση φυσικά είναι να αντιληφθεί επιτέλους, ότι εκ των έσω δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε.
Η μητσοτακική λιμπεραλιστική ιδεοληψία είναι κυρίαρχη μέσα σ’ αυτό το κόμμα. Απέναντί της δε, δεν έχει κάποιους ιδεολογικούς «φάρους», που θα μπορούσαν να συγκρατήσουν ως «ανάχωμα», όσους ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν το «μαντρί». (Σφάλουν όσοι δεξιότερα της ΝΔ ανησυχούν και τους αποδίδουν αυτόν τον χαρακτηρισμό.) Πρόκειται δυστυχώς, για συμβιβασμένους πολιτικούς νάνους, οι οποίοι ούτε καν αυτό που κάνει ο Μπογδάνος δεν τολμούν να κάνουν.
Κατανοώ τους πολιτικούς προβληματισμούς και φυσικά συζητώ το επιχείρημα της αποτελεσματικότητος. Όμως μερικές φορές στην ιστορία, η αρνητική σημασία αυτού που ΔΕΝ έκανες είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μικρή θετική σημασία αυτού που θα μπορούσες να κάνεις. Όποιος βέβαια θέλει απλά να γράψει ή να γράφει ιστορία, αδιαφόρως ως προς το πρόσημό της, ακολουθεί την… πεπατημένη τόσων άλλων.
Η Νέα Δημοκρατία θα πάθει μεγάλη ζημιά στις διαφαινόμενες εκλογές του 2021. Κι ο λόγος δε θα είναι φυσικά μόνον ο Κορωνοϊός, η διαχείρισή του και οι τραγικές οικονομικές συνέπειες, αλλά η «ποταμοποίηση» του κόμματος και κατ’ επέκτασιν της χώρας όλης. Ακόμη όμως κι αν αυτό δε συμβεί, ο κόσμος που θα την ψηφίσει, θα είναι πολύ λιγότερο ο κόσμος του Βορίδη, του Πλεύρη, του Μπογδάνου ή του Συρίγου – τους οποίους παρεμπιπτόντως ο Μητσοτάκης θα βάλει όλους μαζί στην Α’ Αθηνών για να βγάλουν τα μάτια τους.
Θα ‘ναι κυρίως αυτός των πρώην πασόκων Πιερρακάκη, Χρυσοχοΐδη, Μενδώνη και Γεραπετρίτη, των «ποταμίσιων» Γιατρομανωλάκη, Αμυρά και Θεοχάρη και του κνίτη Θεοδωρικάκου. Θα ‘ναι το κόμμα του Ψαριανού και του Τατσόπουλου. Θα ‘ναι το κόμμα που εξέλεξε για Πρόεδρο την κομμουνίστρια και πολέμια της Εκκλησίας, κυρία Σακελλαροπούλου.
Εκεί που οι άμοιροι ψηφοφόροι έδωσαν την αυτοδυναμία στη Νέα Δημοκρατία για να μην έχει να λέει ότι «δεν τα κατάφερε επειδή συγκυβερνούσε με το ΠΑΣΟΚ», έχουν τώρα συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΠΟΤΑΜΙ και ολίγον(;) ΚΚΕ. Σε τι διαφέρει αλήθεια αυτό από το «ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ» του Τσίπρα;
Η Νέα Δημοκρατία, τουλάχιστον τα τελευταία 30 χρόνια βασίστηκε στον ετεροπροσδιορισμό της από τους πολιτικούς της αντιπάλους, εξαλείφοντας κάθε έννοια δικής της πολιτικής και ιδεολογικής ταυτότητος. Πλέον δε, ακολουθώντας και τα προτάγματα των διεθνών πολιτικών της εταίρων, είναι ένα κόμμα του άχρωμου, άοσμου και στείρου κέντρου, αν όχι μιας ντεμέκ εκσυγχρονιστικής αριστεράς, που πολεμά αυτήν ακριβώς τη διαφορετικότητα που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται. Ενός κέντρου στρεβλού φιλελευθερισμού και ουσιαστικά σοβιετικού αυταρχισμού. Του ακραίου κέντρου, που προάγει ανελεύθερες, συγκεντρωτικές και ισοπεδωτικές πολιτικές και δε σέβεται ούτε την ταυτότητα ούτε και την ιστορία μας.
Λυπάμαι, λοιπόν, αλλά να λείπει το βύσσινο. Πρέπει να τελειώνουμε με το «Να φύγει το ΠΑΣΟΚ, να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ, να μην ξαναγυρίσει το ΠΑΣΟΚ και να μην ξανάρθει ο ΣΥΡΙΖΑ». Δεν λένε τίποτε πια αυτά, αφού η μόνη διαφορά είναι ότι ο Υπουργός Υγείας έχει τρόπους και δεν καπνίζει στις συνεντεύξεις τύπου. Ε και;
Ελπίζω, όσοι διαβάζουν αυτές τις σειρές, να αποδυθούν τον οπαδικού χαρακτήρα κομματικό τους μανδύα και να απελευθερωθούν. Το εύχομαι τόσο γι’ αυτούς που πρόκειται να ψηφίσουν, όσο και γι’ αυτούς που αρέσκονται στο να διεκδικούν την ψήφο, τάζοντας διάφορα, που οι ίδιοι ξέρουν ότι στο «μαντρί» είναι τελικά ανέφικτα. Κι αν δεν το ήξεραν, σίγουρα το έμαθαν.