Πριν προσφερθούν απλόχερα τα πακέτα Μάρσαλ, ως συνέπεια του Δόγματος Τρούμαν, το 1947, στην Πατρίδα μας έφτασε ένας ψηλόλιγνος Αμερικανός, ο Πωλ Πόρτερ. Ο κύριος αυτός ήτο επιτετραμμένος της αμερικανικής κυβερνήσεως με στόχο να συντάξει ένα πόρισμα για την πολιτικοοικονομική κατάσταση της Ελλάδος. Το πόρισμα αυτό αργότερα έγινε γνωστό σε όλους μας υπό τον τίτλο «Έκθεση ή Μνημόνιο Πόρτερ».
Η ομοιότητα των παρατηρήσεων που κατατίθενται από τον Πόρτερ με την σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα είναι συγκλονιστική. Περιγράφεται η ανεπάρκεια ατομιστών πολιτικών απασχολημένων μόνον με την κατάληψη της εξουσίας, το τερατώδες δημόσιο που ζει παρασιτικά έναντι της ιδιωτικής οικονομίας και μία κατάσταση νεκρώσεως της ελληνικής οικονομίας παρά την χρηματική αρωγή των μεγάλων δυνάμεων ένεκα ανεπαρκών μεταρρυθμίσεων.
Οι πιο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις του όμως αφορούν τους πιο εύπορους πολίτες εκείνης της εποχής. Σκιαγραφούνται ως άνθρωποι δίχως κανένα ενδιαφέρον να επενδύσουν τα κέρδη τους προς αναστήλωση της εθνικής οικονομίας, ως «κοσμοπολίτες» που γνωρίζουν απταίστως την αγγλική και πάντα πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν την αμερικανική αποστολή προς ίδιον όφελος. Καταθέτει δε και την εμπειρία του από ένα γεύμα στο οποίο παρέστη ο ίδιος με έναν μεγαλοεπιχειρηματία. Όταν δε ερωτήθη από τον Πόρτερ για το ποια είναι η άποψή του περί της ανατάξεως της εθνικής παραγωγής δεν είχε τίποτα ουσιαστικό να του προτείνει. Αντιθέτως προτίμησε να εξυμνήσει τις χαρές που του προσέφεραν τα «αριστοκρατικά» σπορ.
Αρκετά χρόνια αργότερα λίγα πράγματα άλλαξαν ως προς την διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας και οι όποιες προσπάθειες εκβιομηχάνισης ανατράπηκαν από τις «κοινωνικοποιήσεις» της Μεταπολίτευσης. Από την χώρα απουσίαζει εθνική αστική τάξη με σχέδιο και πολύ περισσότερο με όραμα. Η πλειοψηφία των εντός συνόρων Ελλήνων κεφαλαιούχων στηρίζουν πολιτικά σχήματα που είτε θα διαιωνίσουν τα προνόμια του κρατικοδίαιτου «καπιταλισμού» στον οποίο συμμετέχουν είτε θα μας οδηγήσουν στην δραχμή για να κερδοσκοπήσουν οι ίδιοι. Με τους εκτός συνόρων Έλληνες κεφαλαιούχους δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να ασχολούμεθα αφού η παιδεία που έλαβαν τους μετέτρεψε σε «ιθαγενείς» με έδρα την Δύση. Για εκείνους η χρησιμότητα της Ελλάδος περιορίζεται στις καλοκαιρινές τους διακοπές.
Χωρίς αστική τάξη όμως κανένα έθνος – κράτος δεν δύναται να επιβιώσει. Από αυτήν εξαρτάται η παραγωγική διαδικασία μίας χώρας , η οικονομική της αυτάρκεια και, κυρίως, η ενσυναίσθηση ότι η μοίρα αυτών των δύο είναι κοινή. Χρειάζονται εμπνευσμένες λύσεις για να ανατραπεί αυτή η κατάσταση. Όταν κάτι εκλείπει πρέπει να οικοδομηθούν οι βάσεις για να δημιουργηθεί. Η πρώτη σοβαρή ενέργεια ενός κράτους για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου είναι η αναδιάταξη της παιδείας. Από την μέση με την επαναφορά προτύπων σχολείων και του ρόλου του ελεγκτή μέχρι την ανώτατη με την συμμετοχή ιδιωτών στα πανεπιστήμια. Μόνον έτσι πλάθεται ανθρώπινο κεφάλαιο με εθνική συνείδηση και καινοτόμο σκέψη.
Η άλλη εξίσου σοβαρή ενέργεια είναι η παραγωγική αποκέντρωση που θα ενδυναμώσει την επαρχία στην λογική του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Μικροί και μεσαίοι Έλληνες επιχειρηματίες θα αδράξουν την ευκαιρία για να μεγαλώσουν. Και το καλύτερο από όλα είναι ότι θα είναι υπόλογοι απέναντι στην κοινότητα συνεχίζοντας την αρχαιοτάτων χρόνων ελληνική παράδοση του κοινοτισμού. Αυτό το καταπληκτικό μίγμα αποτελεί μία win – win situation όπου ένας μικρομεσαίος επιχειρηματίας αναπτύσσεται και καθίσταται μεγάλος αφού το κράτος δεν μπαίνει στα πόδια της περιφέρειας – κοινότητας που με την σειρά της για να είναι ανταγωνιστική σε σχέση με τις άλλες αναγκάζεται να μειώσει την φορολογία και την γραφειοκρατία.
Και τα δύο βέβαια προϋποθέτουν μία στοχευμένη συνταγματική αναθεώρηση, κάτω από το πλαίσιο ενός νέου ριζοσπαστικού Συντηρητικού Συντάγματος το οποίο θα τοποθετεί πρώτο το εθνικό συμφέρον προάγοντας διά αυτού του τρόπου έναν Εθνικό Καπιταλισμό. Οι επιχειρηματίες δηλαδή στην υπηρεσία του Έθνους. Προϋποθέτουν και κάτι άλλο όμως, πολύ σημαντικότερο. Προϋποθέτουν έναν πολιτικό φορέα με τέτοιες ριζοσπαστικές προγραμματικές επιδιώξεις. Η απουσία Συντηρητικού κόμματος, μία νέας ΕΡΕ, είναι ορατότερη από ποτέ.
*Ο Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης είναι Πρόεδρος Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών