Επί 8 συναπτά έτη ως Αναπληρωτής Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑ.Ο.Σ., ως μέλος του Εκτελεστικού του Γραφείου, ή από όποιον άλλο θεσμικό ρόλο είχα στο κόμμα, διοργάνωνα τιμητική εκδρομή – με ένα ή δυο πούλμαν – στις 29 Μαΐου, συμμετέχοντας στις εκδηλώσεις “Παλαιολόγεια” στην πολύ όμορφη και ιστορική πόλη του Μυστρά!
Εκεί όπου βρίσκεται ο Άγιος Δημήτριος που στέφθηκε Αυτοκράτορας του Βυζαντίου στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο Κωνσταντίνος ΙΑ Παλαιολόγος, ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς των θρύλων μας!
Στον Άγιο Δημήτριο, όπου λειτουργεί 3 φορές το χρόνο! Την ημέρα της Αλώσεως της Πόλεως, του Αγίου Δημητρίου και την Μεγάλη Παρασκευή των θρήνων!
Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των πόλεων, η Πόλη των δύο κόσμων.
Η Πόλη του Βυζαντίου, η Πόλη μας, που ξυπνά και ικανοποιεί τις αισθήσεις μας, η Πόλη που πάντοτε μας σαγηνεύει. Η Αυτοκρατόρισσα Κωνσταντινούπολη που γεννήθηκε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου στο πλαίσιο των σχεδίων του για την ανανέωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και έμελλε να γίνει η Βασιλεύουσα των Ελλήνων. Η δικιά μας Πόλη, με τις γειτονιές του Πέρα, που ακόμα ακούς Ελληνικά, το Ζάππειο Παρθεναγωγείο, το Ζωγράφειο Γυμνάσιο, τους επτά λόφους, τις ακτές του Βοσπόρου, την Αγιά Σοφιά!
Στην Πόλη, όπου και εάν σταθείς, νιώθεις ένα συναίσθημα, το ίδιο πάντα, να διαπερνά την ραχοκοκαλιά σου, το συναίσθημα της μεγαλοπρέπειας του Βυζαντίου. Εκεί όμως που σταματά ο νους σου, είναι όταν στέκεσαι μπροστά στην Αγιά Σοφιά και θαυμάζεις το μεγαλείο της. Εκεί τελειώνουν τα λόγια και πλημμυρίζεις όμορφα συναισθήματα. Εκεί η μηχανή του χρόνου σαν ανεμοστρόβιλος παίρνει το μυαλό σου και το γυρίζει πολύ πίσω, τότε στις 6 Ιανουαρίου του 1449.
Αυτή την ημέρα, στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στο κάστρο του Μυστρά γίνεται η στέψη του τελευταίου Αυτοκράτορα της πόλεως, του Κωνσταντίνου ΙΑ Δραγάση. Αυτός έμελλε να είναι ο Αυτοκράτορας που θα σήκωνε όλη την ευθύνη και το βάρος των περιστάσεων μιας ήδη κατακρεουργημένης Κωνσταντινούπολης, από τους Φράγκους κατά την πρώτη Άλωση του 1204.
«Σημαίνει ο Θιος, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κι η Αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κι εξήντα δύο καμπάνες, κάθε καμπάνα
και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης
κι απ’ την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.
Να μπούνε στο χερουβικό και να ‘βγει ο βασιλέας.
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ’ αρχαγγέλου στόμα:
Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τα’ άγια,
παπάδες πάρτε τα γιερά και σεις κεριά σβηστείτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Μον’ στείλτε λόγο στη φραγκιά, να ‘ρωτούνε τρία καράβια
το να πάρει το σταυρό και τα’ άλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν.
Η Δέσποινα ταράχθηκε κι εδάκρυσαν οι εικόνες.
«Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολύ δακρύζεις,
Πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας είναι»!!