Οι διεθνείς σχέσεις και κατ’ επέκταση δράσεις, είναι ένας τομέας, που εξ ορισμού δε σε αφήνει να βαρεθείς. Ακριβέστερα και σε αντιστοίχιση με το πατριωτικό και υπηρεσιακό καθήκον- ναι υπάρχει και τέτοιο, ως μια αναγκαία υπενθύμιση σε όσους με αμηχανία, άγνοια και ανικανότητα περιφέρονται σε θέσεις ευθύνης- δεν έχεις την πολυτέλεια να ολιγωρήσεις ή να αδιαφορήσεις.
Αρχικά κατά τούτο, πέρα από διάθεση και δυνατότητες δράσης, απαιτείται ρεαλισμός. Για να σε παίρνουν στα σοβαρά και να μην αθροίζεις, αποτυχίες και απογοητεύσεις, που ενδεχομένως να μη σου αναλογούν. Οι ουτοπικές διακηρύξεις, το μόνο που εξασφαλίζουν, είναι ο σαρκασμός, η απαξίωση και η διακωμώδηση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι σχέσεις μας με την Τουρκία. Που ούτε λίγο, ούτε πολύ -την επαύριο, ειδικά της ψυχρολουσίας από την υπογραφή του ΤουρκοΛιβυκού συμφώνου- κάποιοι εξήγγειλαν, ότι θα την περικυκλώσουμε και θα την απομονώσουμε! Κάτι σαν τον Δον Κιχώτη, που φαντασιώνονταν κονταρομαχίες με τους ανεμόμυλους. Ή κατά την ποδοσφαιρική ορολογία ‘γκολ αυτοί, σέντρα εμείς’.
Κι αντί να εστιάσουμε σε δράσεις ουσίας, που απαιτούν πλάνο, μεθοδικότητα, υπομονή, διάρκεια και αθόρυβη εργασία, κάποιοι εστίασαν στους τίτλους των δελτίων των 20.30. Αποτέλεσμα? Στη διάσκεψη για τη Λιβύη, που οργανώθηκε από τη Γερμανία τον Ιανουάριο του 2020, σε άμεση συνέχεια με αποφάσεις που λήφθηκαν στο περιθώριο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η χώρα μας δεν προσκλήθηκε. Κι αυτό παρότι το ζητήσαμε.
Και παρά το γεγονός ότι έχουμε ζωτικά συμφέροντα, τόσο λόγω της γεωγραφικής μας γειτνίασης, όσο και λόγω των παράνομων πρωτοβουλιών και καταχρηστικών ενεργειών της κυβέρνησης της Τρίπολης, στα θέματα καθορισμού των θαλασσίων ζωνών. Που μας θίγουν άμεσα. Και ενώ όλα αυτά είναι και εμφανή και διακηρυγμένα, στον δεύτερο γύρο των σχετικών συνομιλιών, που έχουν οριστεί για τις 23 Ιουνίου, στο Βερολίνο, εκ νέου δεν καλούμαστε.
Πρόδηλα υπάρχουν δύο τινά. Είτε στο μεσοδιάστημα από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι σήμερα, δεν αναλήφθηκε κάποια πρωτοβουλία από πλευράς μας, για να διασφαλίσουμε τη συμμετοχή μας στον νέο γύρο των συνομιλιών, είτε οι προσπάθειές μας απέβησαν άκαρπες. Στην τελευταία περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια αποτυχία. Εύλογα πρέπει να καταλογιστούν και οι ευθύνες. Η πρώτη περίπτωση, ισοδυναμεί με έλλειψη στρατηγικής και αδυναμία κατανόησης του γεωπολιτικού περιβάλλοντος. Στο ενδεχόμενο αυτό, το πρόβλημα είναι δομικό.
Οι πικρές διαπιστώσεις, δεν μπορούν να έχουν μόνο χαρακτήρα επιμύθιου και παραμυθίας. Οι δυσκολίες είναι μπροστά μας και είναι μεγάλες. Πέρα από τις σταθερές και εκβιαστικές τουρκικές προκλήσεις, είναι σε εξέλιξη επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου σε βάρος μας. Οι Τούρκοι έχουν και την υποδομή και τα μέσα για να τις διεξάγουν. Θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να διαχειριστούμε τη συστηματική προσπάθεια σπίλωσής μας, στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ναι στον τομέα, που η Τουρκία έχει ευτελίσει κάθε σχετική έννοια εξαφανίζοντας την Ελληνική μειονότητα και κάθε Χριστιανικό θύλακα. Και συνεχίζει καταπνίγοντας κάθε αντίθετη φωνή. Στον τομέα αυτό θα χρησιμοποιήσει τους Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης και είναι σφόδρα πιθανό να στήσει φάμπρικα προσφυγών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Και για τους ανεύθυνους που υπόσχονται κατά τα άλλα περικύκλωση των Τούρκων, ας έχουν απλά υπόψη τους ότι η Γενική Διεύθυνση Θρησκευτικών Ζητημάτων των Τούρκων (Diyanet), ελέγχει 2.000 τζαμιά σε 145 χώρες και έχει λειτουργικό προϋπολογισμό 2.000.000 δολαρίων, που ισούται με τον συνολικό προϋπολογισμό των υπουργείων Εξωτερικών, Τουρισμού και Πολιτισμού. Την ίδια στιγμή η Τουρκική Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας (TIKA), δραστηριοποιείται σε 42 χώρες και υλοποιεί δράσεις 1, 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Κι όλα αυτά υπό τον συντονισμό και τη συνδρομή της MIT.
Είναι ορισμένα μεγέθη ενδεικτικά του ‘κύκλου’ που πρέπει να κάνουμε. Που ξεπερνά τα όρια της ουτοπίας και γίνεται κωμικός. Επειδή όμως μας αφορά όλους, τείνει να καταστεί και τραγικός.