Αν μου ζητούσαν να προσδιορίσω χρονικά έτη-παγίδες που τα ”βομβάρδισε” η ζημιογόνα πολιτική Ελλάδας και Κύπρου (καθ’ υπόδειξη τρίτων) γύρω από τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα, θα στεκόμουν στις παρακάτω ακανθώδεις έως αιματηρές χρονολογίες της Σύγχρονης Ιστορίας αμφότερων:
Στο 1959 (βλ. Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου, που κατέστησαν την Τουρκία εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου), το 1967 (βλ. απομάκρυνση της Ελληνικής Μεραρχίας από την Κύπρο), το 1974 (βλ. τουρκική εισβολή σε δύο φάσεις στο νησί), το 1996 (βλ. τραγωδία Ιμίων και πρώτη απώλεια κυριαρχίας μετά τον Β’ ΠΠ), το 1997 (βλ. ζημιογόνα για τα ελληνικά συμφέροντα Συμφωνία Μαδρίτης – αναγνώριση ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας στο Αιγαίο), το 2018 (βλ. εθνικά ασύμφορη ”Συμφωνία Πρεσπών”) και το 2023 (βλ. μετατροπή της Κύπρου από χώρας σε χώρο συντεταγμένων στους χάρτες του ΝΑΤΟ)…
Σαν επιστέγασμα των πολιτικών λαθών της 50ετίας, στην περίπτωση της Κύπρου ειδικότερα, ήρθε η σύγχρονη… καθιέρωση (σε πολιτική βάση κατευνασμού) της ανατροφοδότησης των λαθών εκείνων αντί της εύρεσης μεθόδων διόρθωσής τους.
Έτσι, μέχρι σήμερα, το Κυπριακό βρίσκεται σε τέλμα και καμιά πρόταση ημεδαπή ή αλλοδαπή δε φαίνεται ικανή να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα της καθεστηκυίας αντίληψης ότι κάθε σχέδιο πολιτικής λύσης στο θέμα αυτό πρέπει να προσεγγίζει το εκτρωματικό Σχέδιο Ανάν (βλ. πέντε εκδοχές του που είχαν εκτεθεί διαδοχικά ως λύση από τον πρώην Γ.Γ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν στο διάστημα 2002-2004).
Το Σχέδιο Ανάν το οποίο ακόμα επικαλούνται με… νοσταλγία, ως ”χαμένη ευκαιρία”, κάποιοι Ελλαδίτες πολιτικοί κάθε φορά που η Τουρκία επιχειρεί παρανόμως να διαμορφώσει τετελεσμένα (βλ. σχετική ανάρτηση Άννας Διαμαντοπούλου στο Twitter τον Αύγουστο του ’21, η οποία έλεγε μεταξύ άλλων: ”Αν το σχέδιο Ανάν είχε γίνει αποδεκτό, η Αμμόχωστος θα είχε επιστραφεί στους Ελληνοκυπρίους”).
Αυτό όμως είναι η μισή αλήθεια, γιατί η άλλη μισή (την οποία ξεχνούν να πουν οι ”Ανανιστές” σε Ελλάδα και Κύπρο) είναι ότι το Σχέδιο Ανάν (με όπλο ένα λεξιλόγιο ”δημιουργικής ασάφειας”) εξυπηρετούσε τα βρετανοτουρκικά σχέδια δεδομένου ότι εξίσωνε το 18% των μουσουλμάνων Τουρκοκυπρίων με το 82% των χριστιανών Ελληνοκυπρίων, στόχευε στη διχοτόμηση της Κύπρου και νομιμοποιούσε την τουρκική εισβολή και κατοχή στο 28,5% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία διέλυε ουσιαστικά (αιτία για το ιστορικό ”Όχι” του Τάσσου Παπαδόπουλου” το 2004).
Για να γυρίσουμε στην παρούσα κατάσταση, όμως, είναι οφθαλμοφανές ότι τη ”διπλωματία των σεισμών” προ έτους (την οποία προωθούσαν οι της πολιτικής ελίτ σε Ελλάδα και Κύπρο) τη διαδέχθηκε η διπλωματία των ”ήρεμων νερών” σήμερα, που μας κάνει να τροχοδρομούμε στις ράγες του πολιτικού κατευνασμού προς όφελος της Τουρκίας.
Βάσει αυτού, λειτουργούμε υποκριτικά μετέχοντας παθητικά στη διαδικασία μιας παράστασης-αυταπάτης η οποία αναστέλλει ουσιαστικά επ’ αόριστον κάθε σχεδιασμό συμπαράστασης επί του πεδίου στην απροστάτευτη Κύπρο.
Κι αυτό όταν ο Ταγίπ Ερντογάν έδινε και δίνει απλόχερα σημάδια υπονόμευσης της ”διπλωματίας των σεισμών” και των ”ήρεμων νερών” με το να προωθεί το δόγμα της ”Γαλάζιας πατρίδας” (το οποίο στοχεύει ξεκάθαρα στη διχοτόμηση Αιγαίου και Κύπρου), ενώ υπογράφει με την Ελλάδα – σε μια αποθέωση διπλωματικής υποκρισίας – ”Σύμφωνα Φιλίας και Καλής Γειτονίας” (βλ. ”Διακήρυξη Αθηνών”), με το casus belli να ανεμίζει απειλητικά στον αέρα πάνω από τις κοιτίδες του Ελληνισμού στη Μεσόγειο…
Την απειλή περί ”αιτίας πολέμου” την ακούσαμε ήδη να εκτοξεύεται έμμεσα στοχοποιώντας την Κύπρο από τον Μάρτιο του ’23, όταν ο Πρόεδρος της Τουρκίας – μιλώντας στη ”Σύνοδο Τουρκικών Κρατών” – εγκαινίασε από το βήμα νέο κύκλο προκλήσεων (στο όνομα του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους) αποκαλύπτοντας τις διχοτομικές προθέσεις του:
”… Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για την αναγνώριση της ‘Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου’ και για την άρση των περιορισμών που επιβλήθηκαν στα αδέρφια μας τους Τουρκοκύπριους…”.
Η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας σε βάρος της Μεγαλονήσου καλά κρατεί, συνεπώς, μισό αιώνα τώρα. Πολιτική που – λόγω ατιμωρησίας της – εκκολάπτει γεωπολιτικά σχέδια σε βάρος της Κύπρου με την ανοχή των ΗΠΑ, οι σχέσεις των οποίων με την Ευρώπη (σχέσεις εξάρτησης και όχι εταιρική) καταστέλλουν (προς χάριν της Τουρκίας) κάθε προοπτική δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού με βάση τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ από το 1975.
Μιλώ για την Ευρώπη και πλημμυρίζω από απογοήτευση. Το ίδιο θα πρέπει να νιώθει κατά βάθος και ο Νίκος Χριστοδουλίδης, που – από τις πρώτες κιόλας κινήσεις του (μετά την εκλογή του) – επέδειξε φιλοευρωπαϊκή κινητικότητα ερχόμενος σε επαφή με ηγέτες της Ε.Ε, στην προσπάθειά του να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον της Ενωμένης Ευρώπης για το Κυπριακό.
Ακόμα και τώρα τον ακούω να υποστηρίζει με θέρμη πως αυτό ”είναι κατεξοχήν ευρωπαϊκό ζήτημα και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάθε συμφέρον, αλλά και υποχρέωση να συμβάλει ενεργά μέσα από ένα πρωταγωνιστικό ρόλο για την οριστική διευθέτησή του”.
Μόνο που αυτή η ”οριστική οριοθέτηση” που περιμένει ο Κύπριος Πρόεδρος δεν θα έρθει ποτέ. Ας μην καλλιεργεί, λοιπόν, ψευδαισθήσεις στον κυπριακό λαό για συνδρομή της Ευρώπης. Άλλωστε και ο ίδιος ομολόγησε πρόσφατα ότι ”δεν έχει αυταπάτες” και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μια κοινωνία αγγέλων”.
Ούτε ”κοινωνία αγγέλων” είναι ούτε αυτόφωτη στα θέματα Εξωτερικής πολιτικής (βλ. εξάρτηση από ΗΠΑ). Και ο πρώτος που το έχει καταλάβει εξαρχής (για λογαριασμό της Ε.Ε) είναι ο Εμανουέλ Μακρόν, ο Πρόεδρος της Γαλλίας.
Στην περίπτωση ειδικά του Κυπριακού, είναι ηλίου φαεινότερη η πλήρης αδιαφορία των Ευρωπαίων ηγετών γι’ αυτό. Ηλίου φαεινότερο είναι και το μερίδιο ευθύνης της Ελλάδας από τη στιγμή που υποκύψαμε (κυβερνητικά) στις πιέσεις των ΗΠΑ και της Γερμανίας για γεφύρωση των διαφορών μας με την Τουρκία χωρίς προαπατούμενη λύση του Κυπριακού.
Ασφαλώς, λόγοι συμφέροντος είναι αυτοί που κανοναρχούν (τώρα περισσότερο από ποτέ) στις διακρατικές σχέσεις των κραταιών εταίρων της ΕΕ λόγω έλλειψης του αλληλέγγυου πνεύματος μεταξύ των κρατών-μελών της.
Έλλειψης εκκωφαντικής, στην περίπτωση της Κύπρου ειδικά, από την οποία επωφελείται η εισβολέας Τουρκία μολονότι δεν είναι κράτος-μέλος της Ένωσης. Η Τουρκία που με την ανοχή του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της Ε.Ε κλιμακώνει περιοδικά τις προκλήσεις στα Κατεχόμενα και τη στρατιωτική παρουσία και επιρροή της ατα Βαλκάνια (βλ. κοινές στρατιωτικές ασκήσεις Τούρκων ανιχνευτών-πεζοναυτών της με Σκοπιανούς και Αλβανούς στη διάρκεια της ΝΑΤΟϊκής άσκησης Neptune Strike 24.1 -) δια του μουσουλμανικού τόξου περικύκλωσης της Ελλάδας από Βορρά και Δύση.
Γενεσιουργός αιτία των δεδομένων αυτών είναι η ατιμωρησία της γείτονος, φυσικά, που έχει σαν αποτέλεσμα το βάλτωμα του Κυπριακού με τη συνεπικουρία της ελληνικής πολιτικής του κατευνασμού. Πολιτικής που προχώρησε ήδη σε ξέπλυμα του αμαρτωλού παρελθόντος της γείτονος δια της αυταπάτης των ”ήρεμων νερών” στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία, όπου την ”ομπρέλα” των συνομιλιών κρατούν οι ΗΠΑ και η Γερμανία.
Συνομιλιών μέσω ΜΟΕ και διμερών επαφών προσέγγισης, που αποκοιμίζουν Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριους δίνοντας χρόνο στην Τουρκία. Χρόνο για να σχεδιάζει τις αναθεωρητικές κινήσεις της σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, προωθώντας παράλληλα το σχέδιο διχοτόμησης της Κύπρου με μακροπρόθεσμο στόχο την κατάκτηση και τουρκοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Την κατάκτηση και της ελεύθερης Κύπρου, δηλαδή, με προανάκρουσμα τον πολιτιστικό και θρησκευτικό αφανισμό των Κατεχομένων (βλ. κατατροφή 580 εκκλησιών) και τη δημογραφική αλλοίωση της βόρειας, τουρκοκρατούμενης Κύπρου δια της εγκατάστασης Τούρκων και αλλοεθνών μουσουλμάνων προσφύγων και μεταναστών.
Όλα αυτά (σε κλίμα ευρωπαϊκής αδιαφορίας και διεθνούς αμνησίας) συνηγορούν, δυστυχώς, στην μη ευόδωση του εθνικού στόχου της Κύπρου για επίσπευση της επίλυσης του Κυπριακού (βλ. αποχώρηση τουρκικών στρατευμάτων και ένωση του νησιού) μετά την είσοδο της Μεγαλονήσου στην Ε.Ε το 2003.
Προφανώς η αδυναμία της Ευρώπης για κοινή στρατηγική σε θέματα Εξωτερικής πολιτικής, δεν διασφαλίζει την ασφάλεια της Κύπρου (βασικό λόγο για την ένταξή της στην Ε.Ε) έναντι της επιθετικότητας της Τουρκίας η οποία εξακολουθεί να διαπνέεται από το σύνδρομο της εισβολέως του ’74.
Ως εκ τούτου, Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι δεν πρέπει να τρέφουμε φρούδες ελπίδες για επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο των αρχών και αξιών της Ένωσης. Αρχών και αξιών που έχουν παραμεριστεί από χρόνια, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ισχυρών της, τα οποία συμπλέουν εν πολλοίς με αυτά της Αμερικής…
Των ισχυρών της Ευρώπης (με προεξάρχουσα τη Γερμανία) οι οποίοι ”ψηφίζουν” Τουρκία και Αλβανία, αν και δεν είναι κράτη-μέλη της όπως η Ελλάδα και η Κύπρος. Το διαπιστώσαμε, άλλωστε, αυτό με αφορμή το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών μας και την υπόθεση του Φρέντυ Μπελέρη (βλ. στήριξη Ιταλίας και Γερμανίας στον Ράμα, κόντρα στο ελληνικό αίτημα για αποφυλάκισή του…).
Εννοείται ότι η… συγκαταβατική παρουσία της Κύπρου στην Ενωμένη Ευρώπη τη δεκαετία της Προεδρίας του Νίκου Αναστασιάδη (παρουσία ”βρεγμένης γάτας”, θα έλεγα) έκανε μεγάλη ζημιά στο κύρος της Κύπρου με αφορμές τα σκάνδαλα διαφθοράς για τα οποία ακούστηκε να ενέχονται Ρώσοι ολιγάρχες και Κύπριοι, συμπεριλαμβανομένου και του πρώην ΠτΚΔ.
Αυτά έπαιξαν, αναμφίβολα, αρνητικό ρόλο και δεν αποκλείεται να συνέβαλαν στην γεωπολιτική υποβάθμιση της Κύπρου από χώρας σε χώρο συντεταγμένων στους χάρτες του ΝΑΤΟ. Κάτι που δέχθηκαν σχεδόν μοιρολατρικά Ελλάδα και Κύπρος εκδηλώνοντας χλιαρές ή μηδενικές αντιδράσεις.
Αντιδράσεις ταιριαστές με την… ”κατευναστική” εξωτερική πολιτική τους, ακόμα και στο θέμα αυτό το οποίο συνδέεται με το μείζον ζήτημα αναγνώρισης της Μεγαλονήσου ως κυρίαρχου κράτους και όχι ως σημαδούρας συντεταγμένων στην Ανατολική Μεσόγειο προς άσκηση των χωρών του ΝΑΤΟ (μεταξύ των οποίων και η Τουρκία που δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα την Κυπριακή Δημοκρατία…).
Η Τουρκία που τρίβει τα χέρια της βλέποντας τις ηγεσίες σε Ελλάδα και Κύπρο να καθεύδουν υπό μανδραγόρα δείχνοντας περισσότερο ενδιαφέρον για την επίλυση του Παλαιστινιακού από την… ξεχασμένη του Κυπριακού που έχει βαλτώσει.
Και έχει δίκιο να τρίβει τα χέρια της, αφού πέτυχε – δια της ”λυκοφιλίας” και των ”ήρεμων νερών” στο Αιγαίο – να αποκοιμίσει τους Έλληνες κυβερνώντες, με αντίκτυπο εφησυχασμού και στην Κύπρο, όπου παγιώθηκε δυστυχώς η τουρκική κατοχή.
Στην Κύπρο όπου οι πολιτικοί της εκπρόσωποι δείχνουν να ”ξαρματώθηκαν” εθνικά και να ενεργοποιούνται δυναμικά για επούλωση της παλαιστινιακής και όχι της κυπριακής τραγωδίας. Να ενεργοποιούνται δυναμικά προς ανάδειξη της ευαισθητοποίησής τους για άλλους, μήπως και δώσουν δείγματα γραφής της ανύπαρκτης Εξωτερικής τους πολιτικής η οποία… επενδύει στην αμερικανική πρωτοβουλία για ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα (βλ. δημοσιεύματα Κυπρίων δημοσιογράφων περί… ”Αμάλθειας”- προίκας).
Κι αυτό την ίδια στιγμή που οι ”ανθρωπιστές” των ΗΠΑ ενισχύουν εξοπλιστικά το Ισραήλ) με αφετηρία την Κύπρο. Λες και αυτή (μισό αιώνα μετά την τουρκική εισβολή το ’74) ετεροκαθορίζεται από ξένες τραγωδίες έχοντας ξεγράψει απ’ την ιστορική μνήμη της τη δική της…