Κάποτε πίστευα (επηρεασμένη από τη ”Ζωή” του Αρσένι Ταρκόφσκι) πως είναι καλότυχοι όσοι ”φυσούν στα σταυροδρόμια του κόσμου” την ποίηση και την πεζογραφία τους, για να παραφράσω τον Τάσο Λειβαδίτη προς χάριν της εικονοπλασίας.
Και είναι καλότυχοι, γιατί ”δεν υπάρχει ούτε σκοτάδι ούτε θάνατος πάνω στη γη γι’ αυτούς που ‘ρίχνουν τα δίχτυα των έργων τους και ψαρεύουν την αθανασία’, όπως έκανε ο εκπρόσωπος της μυστικιστικής ποιητικής φωνής της Ρωσίας.
Αυτό το ”ψαρεύουν την αθανασία”, ομολογώ ότι με βασάνισε πολύ, μέχρι να ανακαλύψω τη σημασία του στην ερμηνεία της Κικής Δημουλά για τον Χρόνο και τις λέξεις. Έτσι μπήκαν όλα στη θέση τους και σιγουρεύτηκα μέσα μου ότι οι ποιητές-‘ψαράδες’ της αθανασίας είναι ”καμωμένοι απ’ το υλικό το άυλο του Χρόνου και των λέξεων”, που τους κρατά ζωντανούς αιώνια.
Το υλικό ”κατασκευής” μια ποιητικής οντότητας, προφανώς, εξυπηρετεί την αέναη διαλεκτική της ζωής με οδοδείκτη τον Χρόνο, προς τιμήν του οποίου σβήνουμε τα κεράκια των γενεθλίων μας και υποδεχόμαστε πανηγυρικά την Πρωτοχρονιά στην αρχή του.
Την Πρωτοχρονιά που προσδοκούμε ”ανυποψίαστοι” αγνοώντας επιδεικτικά το χειρόγραφο του σκοτεινού πεπρωμένου μας που κουβαλάει στο DNA του ο καθένας. Το χειρόγραφο που ξετυλίγεται σε κάθε κύλισμα δευτερολέπτου και οδηγεί ανεμπόδιστα στο αδυσώπητο τέλος όση δύναμη αντίστασης και να βάλουμε. Δύναμη που έχει κρυμμένη βαθιά μέσα της τη μελαγχολία.
Τη μελαγχολία για τη φθοροποιό επενέργεια του Χρόνου στο σώμα και την ψυχή μας, η οποία μας προκαλεί τις ίδιες δονήσεις απόγνωσης με εκείνες που προκάλεσε στον Κωνσταντίνο Καβάφη, σε βαθμό που να μην τον παρηγορεί τίποτα.
Ούτε καν η υστεροφημία της αθανασίας που του εξασφάλιζε η ζηλευτή ιδιότητά του, όπως αποδεικνύεται στην ”Μελαγχολία του…**”, μέσα απ’ τον στίχο απελπισίας και οδύνης: ”το γήρασμα του σώματος και της μορφής είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι…”.
Το φρικτό μαχαίρι του Χρόνου, που προκαλεί οδύνη στον 58χρονο Αλεξανδρινό, ο οποίος παραδέχεται ότι υποφέρει. Κρύβεται ωστόσο πίσω απ’ τον ήρωά του ”ποιητή” Ιάσωνα Κλεάνδρου, το ψεύτικο προσωπείο του οποίου φοράμε — λίγο πολύ — όλοι μας κάθε Πρωτοχρονιά, υπό τον ασφυκτικό κλοιό των ορίων της μνήμης και της λήθης.
Της μνήμης και της λήθης που αλληλοεξαρτώνται για να συγκρατούν την αισθηματολογία μας, από φόβο και σεβασμό στις ”αμίλητες αισθήσεις”.Τις αισθήσεις που σαρώνει με την έλευσή του ο Νέος Χρόνος.
Ο ”ωφελιμιστικός Νέος Χρόνος”, όπως τον χαρακτηρίζει ο Δημήτρης Μαρωνίτης υπό την έννοια ότι είναι ταυτισμένος διαχρονικά με το χρήμα, από τη στιγμή που ”έχει καθιερωθεί ο πρωταχρονιάτικος τζόγος”, όπως λέει.
Αυτόν τον χρόνο-πειρασμό, που είναι πέρα από… ”φιλοχρήματος” και αντιφατικός γιατί σμίγει τη χαρά με τη λύπη και την μνημοσύνη με τη λησμοσύνη, υποδεχόμαστε ανακουφιστικά κάθε Πρωτοχρονιά ελπίζοντας ότι όσα θα φέρει — με την επιβλητική, εύρυθμη και ηρωική είσοδό του — θα είναι περισσότερα και καλύτερα από εκείνα τα οποία αφήνει πίσω του ο ”Γέρος”.
”Γέρος” και ”Νέος Χρόνος”, σε κάθε περίπτωση, επιβάλλονται με τη δική τους ρητορική μεγαλοπρέπεια ο καθένας και με αέρα δυναμικής που κουβαλάει μαζί της τη δυνατότητα σάρωσης των έργων και της μνήμης των ανθρώπων.
Κάτι που ζωντανεύει εικονοπλαστικά στην τέταρτη Ωδή (IV) του (”Εις τον Ιερόν Λόχον”) ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος***: ”Ο Γέρων φθονερός / και των έργων εχθρός / και πάσης μνήμης, έρχεται / περιτρέχει την θάλασσαν / και την γην όλην…”.
Κι αυτό το ”περιτρέχει” του Χρόνου είναι μέρος του μυστηρίου του, ενδεικτικό της αέναης, σαρωτικής και ανεξιχνίαστης δύναμής του. Αυτής που δεν μπόρεσε να προσδιορίσει κανείς στην ουσία της, κι ας μας φαίνεται φυσική η οριοθέτησή της με βάση τα σημάδια ενέργειας που αφήνει νυχθημερόν στην πλάση ο άπιαστος, ανυπάκουος και αόρατος Χρόνος.
Ο Χρόνος που, αν λείψει, θα λείψουν τα πάντα, γιατί αυτός γεννά και αυτός λιώνει, όταν πεθαίνει κάτι που γεννήθηκε. Ως εκ τούτου, ο άνθρωπος βρίσκεται σε διαρκή ανταγωνισμό μαζί του (πότε ως φίλος και πότε ως αντίπαλος), γιατί ξέρει πως είναι σύντομος, απρόβλεπτος, περιορισμένος, αλλά αιώνιος μόνο για όσους αγαπούν (βλ. Πλάτωνος: ”Συμπόσιον” ή ”Περί Έρωτος”, 5ος αι. πΧ).
Στον Νεοπλατωνικό, Λύκιο Πρόκλο**** γίνεται λόγος για ”νοερή φύση” του Χρόνου, που ετυμολογείται ως κιναισθητική πράξη (”χορο+νοος”: νους που χορεύει). Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Νεοπλατωνικής Σχολής, ουσιαστικά, θεωρεί ότι στην Νοερή Τάξη του Χρόνου σημαίνουσα σημασία έχουν το αεικίνητο και ο νους, με κυρίαρχη θεότητα τον Κρόνο.
Από Διός άρξασθαι φυσικά όλα (αν και ο Κρόνος ήταν η αιτία) και με τον Χρόνο να αρχίζει να τρέχει στην αρχή της κάθε ζωής, αφού μπήκε σε λειτουργία αυτή από υπάρξεως Κρόνου και συνέχισε να κάνει το ίδιο επί ημερών Δία (τότε που ο Χρόνος απέκτησε νόηση) με βοηθούς τα όργανά του (”Γνώμονα” και ”κλεψύδρα”, κατά τους αρχαίους Έλληνες), όπως μας λέει στο έργο του ”Τίμαιος” ο Πλάτων.
Το πώς τη γλίτωσε τώρα ο Ζευς-Δίας από τον Κρόνο τον πατέρα του που έτρωγε τα παιδιά του, μόνο η ελληνική μυθολογία το ξέρει και μαζί μ’ αυτήν η Ρέα που τον γέννησε και, για να τον σώσει, τον έκρυψε στο Δικταίο Άντρο (‘Σπηλιά του Διός’) του όρους Ίδη (με τροφό την κατσίκα Αμάλθεια), αφού παρέδωσε στον άντρα της Κρόνο (αντί για τον νεότερο γιο τους) μια πέτρα τυλιγμένη στα σπάργανα, την οποία εκείνος κατάπιε.
Οι αποσυμβολιστές της μυθολογίας μας, βέβαια, προχωρούν σε αλληγορικές εκδοχές στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τον λόγο που ο Κρόνος έτρωγε τα παιδιά του, παρομοιάζοντάς τον με τον Χρόνο που ”τρώει” τους ανθρώπους με τη λήξη της περιόδου ζωής τους.
Κάποιοι άλλοι, πάλι, στέκονται ετυμολογικά στα όνόματα της μητέρας και του πατέρα του Δία, (Ρέα>ρέω) — Κρόνος> κραίνω=εκπληρώνω ή κρένω>κρίνω) όπου γίνεται εμφανής η παρήχηση του υγρού ”ρ” και δεν είναι καθόλου τυχαία συνεξάρτησή της με το ”ρ” του Χρόνου, για να δηλώσει την ασταμάτητη ροή του. Τη ροή που καταβροχθίζει και αφανίζει ό,τι συναντάει αυτός στο διάβα του.
Απάντηση στον επικείμενο αφανισμό του ανθρώπινου είδους δίνει, μέσω της ελληνικής μυθολογίας, ο ”Πατέρας των θεών και των ανθρώπων” Δίας, ο οποίος — πέραν των άλλων — συμβολίζει τον Λόγο, με την έννοια της δημιουργίας. Τον Λόγο που πολεμά τον Χρόνο και χαρίζει στον άνθρωπο την αθανασία δια της δημιουργικότητας.
Δημιουργώντας κόσμους ο άνθρωπος παραμένει αθάνατος χάρη στην υστεροφημία του. Έτσι επιβεβαιώνεται ο Ταρκόφσκι, όταν λέει: ”[..] Θάνατος δεν υπάρχει / Αθάνατοι όλοι. Αθάνατα όλα. / Μην τον φοβάστε τον θάνατο στα 17 / Μήτε στα εβδομήντα / Θάνατος δεν υπάρχει. Ούτε σκοτάδι./ Υπάρχει μόνο φως κι αλήθεια / Είμαστε όλοι στην ακροθαλασσιά κι εγώ ένας από αυτούς που τραβούν τα δίχτυα / Όταν μέσα τους πιάνεται η Αθανασία”.
Η Αθανασία ”πιάνεται” δια της υστεροφημίας η οποία επικαιροποιεί ακατάπαυστα τα έργα του ανθρώπου σε όλη τη διάρκεια της ζωής του: από τη γέννηση, στο μεγάλωμα και την ολάνθιστη νιότη ως τη φθορά των γηρατειών, ”το γήρασμα του σώματος και της ψυχής” του, τα οποία επιτείνει η κάθε Πρωτοχρονιά που γιορτάζουμε.
Γιορτάζουμε πανηγυρικά και ευλογούμε κάθε Πρωτοχρονιά — φευ!.. — κι ας είναι άσπλαχνη γιατί μας καταδικάζει να νιώθουμε ευτυχισμένοι ενόψει της άφιξής της, ενώ δεν προδικάζει τίποτα την ευτυχία μας τη Νέα Χρονιά που ακολουθεί πίσω της.
Έτσι μοιάζουμε τραγικά με θλιβερούς μονομάχους του Κολοσσαίου, οι οποίοι χαιρετάνε τον δήμιο-Χρόνο στη θέση του Ρωμαίου αυτοκράτορα στον οποίο απευθύνουν τον τελευταίο χαιρετισμό: ”Ave, Caesar, morituri te salutant» (”Χαίρε, Καίσαρ, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν”)!
Σκληρός ο νόμος της φθοράς, ο κόσμος της ύλης στο βασίλειο του Χρόνου. Μα πιο σκληρή η ανημπόρια του σκλάβου, του ανθρώπου που γίνεται γρανάζι στο άρμα του και παιδεύεται, φθείρεται, λιώνει, μέχρι να καταλάβει ότι απ’ την ματαιότητα της ύλης και τον εμπαιγμό του στα χέρια του άσπλαχνου δήμιου, ο μόνος που μπορεί να τον γλιτώσει είναι ο Χριστός.
Ο Χριστός που είναι λυτρωτής για τον άνθρωπο ως καθαιρέτης της φθοράς του Χρόνου! Το απόδειξε, άλλωστε, ο ίδιος πατώντας τον θάνατο την ώρα της Ανάστασής Του. Της Ανάστασης που έστειλε στους ανθρώπους το ελπιδοφόρο μήνυμα για αιώνια ζωή:
”Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κἂν ἀποθάνῃ ζήσεται. Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν, ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς. Ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα”!..” (Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο).
Χρόνια Πολλά! Καλή Χρονιά!
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ
*Καθαιρέτης, από το (<καθαίρεση < καθαιρῶ): Ανατροπέας, κατεδαφιστής.
** Βλ. Κωνσταντίνος Καβάφης: ”Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή • 595 μΧ”, ποίημα που προσιδιάζει με ιστορικοφανή μονόλογο του (κρυπτόμενου πίσω απ’ το προσωπείο του ήρωά του) Καβάφη, ο οποίος αποκαλύπτει την απόγνωσή του για τα γηρατειά αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα έμμεσα την απόλυτη αξία της νεότητας.
*** Βλ. Ανδρέας Κάλβος ”Ωδή Τετάρτη (IV): ”Εις τον Ιερόν Λόχον”.
**** Πρόκλος: Νεοπλατωνικός, κλασικός φιλόσοφος, μαθητής του Πλάτωνα, τον οποίο διαθέχθηκε στη διεύθυνση της Πλατωνικής Σχολής μετά τον θάνατό του (347 πΧ). Ο Πρόκλος καταγόταν από την Λυκία, ιστορική περιοχή στο νοτιοδυτικό άκρο της Μικράς Ασίας, στη σημερινή Τουρκία.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Συνεχίζεται το πογκρόμ κατά των Κούρδων – Ισλαμιστές αντάρτες αιχμαλωτίζουν νεαρές κοπέλες από τo Τισρίν (βίντεο)
- Χριστίνα Μπόμπα: «Έχουν γίνει τριπλάσια τα χείλη μου μετά το ταξίδι μου στη Βολιβία»
- Αυτά είναι τα αθηναϊκά εστιατόρια που κέρδισαν το αστέρι Michelin
- Telegram Community: Ένας ακόμη τρόπος για να μαθαίνεις πρώτος τα τελευταία νέα από το Pronews.gr