Η πίστη, συνιστά την καιόμενη βάτου του ανθρώπου, το διαρκές καταφύγιο του ανθρωπίνου προσώπου, το οποίο, έχει συνειδητοποιήσει εναργώς, δια της υποκειμενικής του εμπειρίας και των προσωπικών του προσλαμβανουσών, ότι η ζωή, χωρίς θεό, συνιστά μία ανυπόστατη και κόλουρη κατάσταση.

Το καταφύγιο της πίστεως, η θέαση του «όντος όντος», δηλαδή της καθ’ εαυτής αλήθειας,  η οποία συνίσταται εις την αιώνια ζωή, δια μέσου της θυσιαστικής αυταπάρνησης του κ Ημών Ιησού Χριστού, αποτελεί ανυπερθέτως  ένα απτό γεγονός.

Δεν εντίθημιόκνον, ότι ο Θεός είναι ζωντανός, δηλονότι εμφανίζεται ως Πανταχού Παρών και τα πάντα Πληρών, αρκεί να τον αναζητήσουμε, δια ζώσης δια της διαπρυσίας και εγκαρδίας προσευχής, κατά τον προσήκοντα τρόπο, με την «δικονομική» εγγύτητα και εγκυρότητα, των οδηγιών και κελευσμάτων των Πατέρων της Εκκλησίας.

Ως εκ τούτου λοιπόν, η πνευματική προσέγγιση καθίσταται μείζονος σπουδαιότητα, δια να ψηλαφήσουμε ευθέως το Θείο, αλλά και να ερμηνεύσουμε κατά το μάλλον ή ήττον, το βούλημα του Θεού αλλά και των Αγίων οι οποίοι μας πρεσβεύουν και μας σκέπουν.

Είναι πρόδηλο, ότι εις την σημερινή άνυδρη εποχή καθολικής αποπνευματικοποιήσεως, ο άνθρωπος νιώθει ανερμάτιστος και παντελώς απροστάτευτος, πλην όμως ενίοτε, δεν το αντιλαμβάνεται, ένεκεν και συνεπεία του υπερεκχειλίζοντος εγωισμού την δεινή κατάσταση εις την οποία ακουσίως ευρίσκεται, εξ ού και απαιτείται να συμβεί κάτι εις την ζωή του, ίνα εν τέλει ιδεί το «φως το αληθινό», υπό την έννοια να ανανήψει περί τα μέχρι τούδε πεπραγμένα.

Η αλήθεια του Κυρίου αποκαλύπτεται, δοθέντος ότι ο θεός σέβεται τους πάντες, αναγνωρίζοντας εις ολόκληρον και άχρι κεραίας, το αυτεξούσιον του εκάστοτε ανθρώπου, καθότι κατά φύσιν, ο άνθρωπος ετέχθη κατ’ εικόνα του Κυρίου επιδιώκοντας, οικεία βουλήσει, καθ’ ημέρα το καθ’ ομοίωσιν.

Ως εκ τούτου λοιπόν, η σωτηρία του ανθρώπινου προσώπου πραγματώνεται δια την ενύλωσης της παρακαταθήκης της Εκκλησιαστικής μας παραδόσεως, η οποία, επί τη πράξει, καλεί τον άνθρωπο, να υπερβεί την εγωκεντρική αυτονομία της ατομικότητάς του, δηλαδή, η θυσία δεν τεκμαίρεται αλλά ούτε και συνεπάγεται αυτόχρημα τον εκμηδενισμό του ατόμου αλλά, δια τούτου, (δηλαδή της υπερβάσεως εαυτού), δεξιώνεται την ετερότητά του.

Ο πνευματικός τρόπος ζωής δια μέσου της σωτήριας κιβωτός του Γένους μας, ήτοι την Εκκλησιά, συνιστά το μείζον, το ακανθώδες και το καίριο δια την ζωή και την εξέλιξη του ανθρώπου, δοθέντος ότι, ο άνθρωπος άνευ Θεού, άγεται νομοτελειακά προς τον μηδενισμό.

Η νοησιαρχία περί του θεού, δεν παράγει ουδένα αποτέλεσμα, διότι η πίστη μας καθίσταται βιωματική, άνευ τούτο να αναιρεί την λυσιτέλεια της ορθολογιστικής επιστήμης της Θεολογίας, η οποία όμως λαμβάνεται υπόψιν ως κριτήριο τελεσφόρας, εμπράκτου εφαρμογής της Ορθοδόξου Θεολογίας.

Τούτο δε σημαίνει, ότι η πίστη, δεν συνιστά τεκμήριο τυπικών προσόντων αλλά ούτε και προσαπαιτεί επιστημονική γνώση, άνευ όμως να συνεπάγεται, από την άλλη πλευρά,  την κατάργηση και την αναίρεσή της πλην όμως δεν συνιστά τον μείζονα παράγοντα σωτηρίας, διότι η επιστήμη απλώς κανοναρχεί την πίστη, πόρρω όμως απέχουσα εκ του απέφθου και ακηράτου περιεχομένη της πίστεως.

Ο ορθός λόγος και η επιστήμη συνιστά μία ερμηνευτική θεραπαινίδα, της πίστης, πέραν τούτου ουδέν, διότι ο θεάνθρωπος, Ανεστήθη δια άπαντες, διδάσκοντας την πεμπτουσία της αγάπης, ως μία συνθηματολογική ρητορική, αλλά ως βιωματικό και οντολογικό θεμέλιο δια την Ανάσταση των νεκρών, καθότι ο Ίδιος ο Θεός, κατήργησε τον θάνατο δια του εκουσίου ιδικού του Θανάτου και είτα, Ανεστήθη πανηγυρικώς την Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς, θέτοντας εν τη κυριολεξία το δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, θέτοντας τα θεμέλια δια την Αιώνια ζωή, προς τους ακολουθούντας.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Ορισμένες φορές ο άνθρωπος, λόγω της κοσμοβουής και των τετριμμένων καθημερινών προβλημάτων αλλά και του δεσπόζοντος καταναλωτικού ευδαιμονισμού, λησμονεί την Πίστη και το Θεό, υπολαμβάνων, απατηλώς ότι είναι αιώνιος, μέχρις ότου, έρχεται μία στιγμή όπου άπαντα ανατρέπονται άρδην και ράγδην και αντιλαμβάνεται εξαίφνης, την ουτιδανοσύνηση του και το φθαρτό της χθαμαλού του υποκειμένου.