Η Ευρωπαϊκή Ένωση οικοδομήθηκε πάνω σε μια απλή αλλά εξαιρετικά λειτουργική παραδοχή. Αυτή δηλαδή της κοινής ανάπτυξης και ευημερίας, που επιτεύχθηκε μέσα από την οικονομική συνεργασία και την κοινή στο ξεκίνημά της αγορά.
Ως αποτέλεσμα οι ευτυχισμένοι πολίτες των κρατών που συνέπραξαν, στήριξαν το κοινό εγχείρημα, λησμόνησαν τις πικρές εμπειρίες του παρελθόντος και διασφάλισαν τη μακροημέρευση των κομμάτων εξουσίας.
Αναμφισβήτητα, η επιτυχία του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, συνέβαλε όσο καμιά ανάλογη υπερεθνική πρωτοβουλία και συνεργασία στο παρελθόν στην εμπέδωση του κοινοβουλευτισμού, την προάσπιση του Κράτους Δικαίου και τον σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών.
Αντιπροσωπευτική απόδειξη του θεμελιώδους ρόλου που διαδραμάτισε η οικονομική επιτυχία στη συνέχιση, εμβάθυνση και διεύρυνση των κοινών Ευρωπαϊκών δομών, ήταν και το γεγονός ότι τα όποια πολιτικά ‘πισωγυρίσματα’ δεν ανέκοψαν την κοινή Ευρωπαϊκή πορεία.
Έτσι ούτε η αποχώρηση της Νορβηγίας, ούτε το σοκ της απόρριψης του Ευρωπαϊκού Συντάγματος με το γαλλικό Δημοψήφισμα, ούτε η αρνητική θέση των Ολλανδών σε σχετικό δημοψήφισμα για τις διμερείς σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Ουκρανία, στάθηκαν ικανά να δημιουργήσουν δεύτερες σκέψεις ως προς τη βιωσιμότητα της Ενωμένης Ευρώπης.
Μέχρι που ήρθε η κρίση των μεταναστευτικών ροών, που έθεσε σε δοκιμασία τις Ευρωπαϊκές Κοινωνίες, εις ότι αφορούσε την ασφάλεια των πολιτών τους αλλά και τη βιωσιμότητα και την προοπτική των συστημάτων κοινωνικών παροχών, λόγω των αναρίθμητων νέων δικαιούχων. Στοιχεία και τα δύο που σε αδρές γραμμές υπονόμευσαν την ευημερία, που ευαγγελίσθηκε και μέχρι τη στιγμή εκείνη εγγυούνταν το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα.
Τις ήδη καταπονημένες από την άστοχη επιλογή εκπόνησης και διαχείρισης της λεγόμενης μεταναστευτικής πολιτικής Ευρωπαϊκές κοινωνίες, έρχεται τώρα να κλυδωνίσει ο διαμορφούμενος ενεργειακός όλεθρος. Σε πρώτο χρόνο έπληξε και πλήττει τις ενεργοβόρες βιομηχανίες καθιστώντας απαγορευτικό το κόστος λειτουργίας τους, όταν δεν υπάρχει μετακύλισή του στις τιμές των παραγόμενων προϊόντων, που με τη σειρά τους καθίστανται απαγορευτικά για τον καταναλωτή.
Ως άμεσο αποτέλεσμα σειρά βιομηχανικών μονάδων, που είναι κρίσιμες για την εφοδιαστική αλυσίδα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις παραγωγούς λιπασμάτων και πετροχημικών προϊόντων, αναστέλλουν τη λειτουργία τους, δημιουργώντας στρατιές ανέργων.
Παράλληλα διαμορφώνουν συνθήκες πρόσθετης συμπίεσης της αγοράς τροφίμων, που έχει ήδη μπροστά της το φάσμα της επισιτιστικής κρίσης λόγω του αποκλεισμού των λιμένων της Ουκρανίας και της αδυναμίας εξαγωγής των σιτηρών της στις Διεθνείς Αγορές.
Ο εφιάλτης όμως πλήττει άμεσα και την καθημερινότητα ενός εκάστου πολίτη. Με τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, που είναι πολλαπλάσιοι των προηγουμένων. Και αφορούν ανάγκες ανελαστικές. Οι διορθωτικές παρεμβάσεις, ακόμα και οι αναδρομικές δεν είναι αρκετές.
Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν συναρτώνται με κριτήρια και αφορούν ποσοστό μόνο της πρόσθετης εξωφρενικής επιβάρυνσης. Επιτείνουν ένα σπιράλ οργής, που περιλαμβάνει και το ερώτημα ακόμα γιατί υπήρξαν οι αρχικές δυσθεώρητες επιβαρύνσεις, όταν όλοι συνομολογούν τον παραλογισμό τους. Καταδεικνύουν προβληματικό και σε κάθε περίπτωση ελλειμματικό σχεδιασμό.
Η κρισιμότητα του προβλήματος και των συνεπειών του δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από τη διατήρηση του κόστος των λογαριασμών στα συνήθη επίπεδα. Ακόμα και μέσω της λήψης νομοθετικών μέτρων, καθώς και της δημιουργίας ειδικού Κοινοτικού Ταμείου για τον σκοπό αυτό. Το θέμα αφορά τη δημόσια ασφάλεια κάθε Ευρωπαϊκού Κράτους και οι κανόνες περί Ανταγωνισμού μπορούν να προσαρμοστούν ανάλογα.
Η Ευρώπη δεν αντέχει πειραματισμούς, που θα την απονομιμοποιήσουν έναντι του ακροατηρίου των συνεπών υποστηρικτών της.