Αναδιφώντας με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, στα αίτια και τις συνέπειές της, είναι εύλογη ανάγκη να κατανοήσουμε τη σχέση των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας με την ηπειρωτική Ελλάδα.
Μόνο μέσα από το εξορθολογισμό της Μικρασιατικής Εκστρατείας και την αποσαφήνιση των καταβολών των Ελλήνων της μαρτυρικής και προαιώνιας ελληνικής Χερσονήσου, μπορεί να γίνει αντιληπτό και κατανοητό, τόσο το τι επιδιώξαμε, όσο και το μέγεθος της συμφοράς για τον ελληνισμό.
Που σε κάθε περίπτωση δεν είναι η μόνη στη μακραίωνη ιστορία του, ούτε και θα μπορούσε να σηματοδοτεί το τέλος του. Του Πόντου και της Μικράς Ασίας συμπεριλαμβανομένων.
Η ελληνική παρουσία και η οικονομική και πολιτισμική της άνθηση στις πατρίδες, που αφορούσε η ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923, είναι σύμφυτη με την εμφάνιση των ελληνικών φύλων στη Χερσόνησο του Αίμου.
Από τον οργανικό κορμό τους, σάρκα από τη σάρκα τους και αίμα από το αίμα τους, ξεκίνησαν οι Έλληνες που δημιούργησαν στα Παράλια του Πόντου και της Ιωνίας, πόλεις και σταθμούς για την περαιτέρω διείσδυση στην Ανατολία.
Η ανθρώπινη αυτή μαγιά, που στη διάρκεια των αιώνων και δοκιμάσθηκε και σε πλείστες όσες περιπτώσεις έφτασε στο σημείο να αφανιστεί, εμπλουτίσθηκε πληθυσμιακά και απετέλεσε το μέσο διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού και του εκούσιου εξελληνισμού, πολλών τοπικών φυλών.
Ακόμα και σε περιόδους που το ελληνικό στοιχείο δεν ήταν ο φορέας εκπόρευσης και άσκησης της εξουσίας, εντός των Πολυεθνικών αυτοκρατοριών, στις οποίες διαβιούσε. Αυτούς τους Έλληνες, επεδίωξε η Μητροπολιτική Ελλάδα να ενσωματώσει στα όριά της και να πετύχει την εθνική της ολοκλήρωση. Ούτε άποικους μετέφερε, ούτε τυχοδιώκτες και ευκαιριακούς φιλοξενούμενους περισυνέλλεγε.
Οι Ελληνικοί πληθυσμοί του Πόντου και της Μικράς Ασίας, κατά τον χρόνο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, υπέφεραν μύριους διωγμούς και διώξεις, από τους Νεότουρκους και τους κάθε λογής προσήλυτους στην πορεία, του Κεμάλ.
Οι διωγμοί αυτοί, που κατέτειναν στον διαρκή εξευτελισμό τους και την τελική τους εξόντωση, απετέλεσαν συνέχεια συστηματικών πρακτικών, που εφήρμοσαν οι Οθωμανοί στη Μικρά Ασία και τον Πόντο, προκειμένου σε διάρκεια χρόνου και αιώνων να πετύχουν τον αφελληνισμό τους και την αλλαγή της πληθυσμιακής τους σύνθεσης. Σφαγές, πορείες στον θάνατο, παιδομάζωμα, βιασμοί και εξανδραποδισμοί, ήταν τα φρικώδη εργαλεία τους για την υλοποίηση της ειδεχθούς πολιτικής τους. Τα τερατουργήματα αυτά συνέχισαν οι Νεότουρκοι και οι Κεμαλικοί και από τις αρχές του 20ου αιώνα, με φανατισμό και χυδαίο κυνισμό.
Αυτούς τους Έλληνες-που κάθε άλλο παρά αρμονικά και με ασφάλεια επιβίωναν στις υπό διάλυση δομές των Οθωμανών- έσπευσε να σώσει ο ελληνικός Στρατός και η Μικρασιατική εκστρατεία.
Οι Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας, που κατάφεραν να γλυτώσουν από τους Τσέτες και τα στίφη του Κεμάλ, επέστρεφαν στις «πατρογονικές τους» εστίες. Τόσο ‘λυρικά’ και ουσιαστικά, όσο και με πραγματικά ορόσημα αναφοράς.
Από τα μέσα μάλιστα του 19 ου αιώνα, υπήρχε μεγάλο ρεύμα μετανάστευσης και μετοίκησης πληθυσμών από την Ηπειρωτική Ελλάδα, τόσο την ελεύθερη όσο και την Τουρκοκρατούμενη, αλλά και τα νησιά του Αιγαίου, στην Ιωνία. Αποτελούσαν εξάλλου μια οργανική οικονομική ενότητα. Πολλοί από τους πρόσφυγες είχαν οικογένεια και καταγωγή από την ελεύθερη ελληνική επικράτεια.
Δεν υφίστατο βέβαια η σχέση αυτή για τη μεγάλη πλειοψηφία. Πολλοί εξ αυτών «γνώρισαν» ένα νέα διωγμό και μια νέα θανατηφόρα δοκιμασία, στις διαβόητες καραντίνες. Και δεν άντεξαν.
Το μαρτύριο όμως συνεχίστηκε σε σχέση με την εξ ορισμού αδυναμία και ανεπάρκεια του νεότευκτου ελληνικού κράτους των Βαλκανικών πολέμων, να περιθάλψει και να συνδράμει την πλημμυρίδα των προσφύγων. Από κοντά και η επιφυλακτικότητα, αν όχι έκδηλη εχθρότητα των «ντόπιων» έναντι των προσφύγων.
Από τη μια ήταν η αγωνία και ο φόβος, ότι θα είχαν να μοιραστούν τη φτώχεια τους και τα ελάχιστα υπάρχοντά τους. Από την άλλη η προσδοκία τους, ότι θα μπορούσαν να έχουν μερίδιο από τα όσα οι Τούρκοι άφησαν πίσω τους.
Που σε κάθε περίπτωση αποτελούσε ανταλλάξιμη περιουσία.
Που έπρεπε να αποδοθεί στους πρόσφυγες. Ήταν και εξακολουθεί να είναι μια θλιβερή θεματική, όπου αδίστακτοι εγκληματίες επιχείρησαν και πολλοί πέτυχαν να ιδιοποιηθούν ανταλλάξιμες περιουσίες, μέσα από εικονικές δικαιοπραξίες με τους Μουσουλμάνους, που αφορούσε η ανταλλαγή. Δεν μπορεί επίσης να παραγνωριστεί ο πόνος που χιλιάδες οικογένειες, βίωναν, λόγω των απωλειών των δικών τους προσώπων, που ήταν στη στρατιά της Μικράς Ασίας.
Έβλεπαν τα θύματα ως υπαίτιους. Ο παραλογισμός του απελπισμένου. Ζοφερό το υπόβαθρο. Μέσα σε αυτό η Πατρίδα και ο Μικρασιατικός Ελληνισμός κατάφεραν να ορθοποδήσουν.
Και να φτιάξουν μια νέα Ελλάδα. Που μπορεί να μην ήταν η Μεγάλη των Πέντε Θαλασσών και των Δύο Ηπείρων, αλλά ήταν και είναι μια διαρκής απόδειξη του τάλαντου του ελληνισμού να επιβιώνει.
Οι Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας είναι τα αδιάψευστα πρότυπα.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι νομικός, αν. Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων