Ολοκληρώθηκε η διήμερη σύνοδος κορυφής των ηγετών της Ομάδας των G-20 που έλαβε χώρα στις 18-19 Νοεμβρίου 2024 στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας με τον οικοδεσπότη Λούλα ντα Σίλβα αλλά και τον Πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ σε κεντρικό ρόλο. Μάλιστα ο Σι Τζινπίνγκ είχε την ευκαιρία να τονίσει τον ηγετικό ρόλο της Κίνας στη νέα παγκοσμιοποίηση η οποία διαμορφώνεται μετά την διεύρυνση των BRICS που αριθμούν πλέον δέκα μέλη.
Από την πλευρά του ο Λούλα σε ένα ρεσιτάλ οικονομικής διπλωματίας κάλεσε ως παρατηρητές στη Σύνοδο των G-20 Αγκόλα, Βολιβία, Χιλή, Κολομβία, Αίγυπτο, Μαλαισία, Μοζαμβίκη, Νιγηρία, Νορβηγία, Παραγουάη, Πορτογαλία, Κατάρ, Σιγκαπούρη, Ισπανία, Τανζανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ουρουγουάη, Βιετνάμ και Βατικανό. Σε επίπεδο δε περιφερειακών οργανισμών εκτός από την ΕΕ συμμετείχε και η Αφρικανική Ένωση.
Σύμφωνα με τη Βραζιλιάνικη Προεδρία του Οργανισμού «τα μέλη των G-20 αντιπροσωπεύουν περίπου το 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ, περισσότερο από το 75% του παγκόσμιου εμπορίου και περίπου τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού», ενώ σε σχέση με το παγκόσμιο εμπόριο κινεζικές πηγές θεωρούν ότι οι G-20 αντιπροσωπεύουν «το 80 % του παγκόσμιου εμπορίου».
Τα μέλη των G-20 που εκτείνονται και στις πέντε ηπείρους είναι τα παρακάτω: Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ινδία, Ινδονησία, Ιαπωνία, Μεξικό, Νότια Κορέα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Νότια Αφρική, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρόκειται λοιπόν για 19 κράτη συν την ΕΕ. Έτσι η Ενωμένη Ευρώπη έχει τέσσερις παρουσίες στους G-20 με Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και ΕΕ, γεγονός που της προσδίδει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, πολύ δε περισσότερο καθώς η μεν Γαλλία είναι πυρηνική δύναμη και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ η ίδια η ΕΕ κατατάσσεται τρίτη μετά την Κίνα και την Ινδία σε πληθυσμό με 449,2 εκατομμύρια και δεύτερη σε σχέση με την οικονομική δύναμη με συνολικό ΑΕΠ 19,4 τρισ. δολάρια πίσω από τις ΗΠΑ που έχουν ΑΕΠ 29,1 τρισ. δολάρια αλλά μπροστά από την Κίνα που έχει ΑΕΠ 18,2 τρισ. δολάρια.
Όμως καθώς η ΕΕ λόγω Ουκρανίας και όχι μόνο έχει μετατραπεί σε αμερικανική Ευρώπη ακολουθώντας πιστά τα κελεύσματα της Ουάσιγκτον έχει απωλέσει πλέον τον αυτόνομο ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει ως η δεύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο. Επιπλέον οι Βρυξέλλες και οι ηγέτες των κυριότερων κρατών της ΕΕ τα έχουν πλέον χαμένα μετά την εκλογή Τραμπ αναζητώντας νέα πυξίδα στο διεθνές γίγνεσθαι.
Στην Σύνοδο του Ρίο ήταν χαρακτηριστική η περιθωριοποίηση των χωρών του δυτικού μπλοκ. Έτσι εκτός από την αδύναμη θέση του Τζο Μπάιντεν ως απερχόμενου πλέον Προέδρου των ΗΠΑ και η ΕΕ που εκπροσωπήθηκε από το αχτύπητο δίδυμο Σαρλ Μισελ-Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, βρίσκεται επίσης σε αποδρομή καθώς ο Σολτς παραμένει καγκελάριος και μάλιστα αποδυναμωμένος μέχρι τις εκλογές στη Γερμανία στις 23 Φεβρουαρίου 2025, ενώ ο Μακρόν έχει χάσει τη μπάλα καθώς η κυβέρνηση μειοψηφίας του Μπαρνιέ δύσκολα μπορεί να σταθεί πολιτικά.
Όσο για τη Μελόνι αυτή τα άκουσε χοντρά όχι μόνο από τον Λούλα αλλά και από τα ΜΜΕ της Βραζιλίας για την ιταλική εταιρεία ENEL που έχει αναλάβει την ηλεκτροδότηση του Σαν Πάολο καθώς «η Enel São Paulo έχει γίνει στόχος πολλών προστίμων εκατομμυρίων δολαρίων λόγω των επίμονων αστοχιών της στον ενεργειακό εφοδιασμό τα τελευταία χρόνια».
Από τους υπόλοιπους συμμάχους της Δύσης στους G-20, ο Καναδάς φάνηκε να ανησυχεί περισσότερο για τις συνέπειες της εκλογής Τραμπ και την πιθανότητα να επιβάλει νέους δασμούς σε τρίτες χώρες, ενώ Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Αυστραλία έτειναν για άλλη μια φορά χείρα οικονομικής συνεργασίας προς την Κίνα όπως φάνηκε από τις διμερείς συναντήσεις των ηγετών τους με τον Σι Τζινπίνγκ.
Και καθώς βέβαια η πολιτική απεχθάνεται το κενό, σημαντικό ρόλο στη Σύνοδο του Ριο διαδραμάτισαν επίσης η Ινδία και η Νότια Αφρική προς την οποία με το τέλος της Συνόδου ο Λούλα χτυπώντας το παραδοσιακό καμπανάκι παρέδωσε από 1 Δεκεμβρίου 2024 την προεδρία των G-20.
Η αποδυνάμωση της Δύσης είχε ως αποτέλεσμα να εγκριθούν φιλόδοξες πλην όμως εντελώς ρητορικές διακηρύξεις στο μακροσκελέστατο τελικό Ανακοινωθέν των ηγετών των G-20 , «για μια ισχυρή, βιώσιμη, ισόρροπη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», την ώρα που σύμφωνα με μελέτη του ΟΗΕ που είδε το φως της δημοσιότητας φέτος τον Οκτώβριο «1,1 δισεκατομμύριο, από τα 6,3 δισεκατομμύρια ανθρώπων, ζει σε οξεία πολυδιάστατη φτώχεια, περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς είναι παιδιά».
Σε επίπεδο όμως απτών οικονομικών αποτελεσμάτων και όχι διακηρύξεων δεσπόζει η συνεργασία της Κίνας με τη Βραζιλία η οποία κρατά τα σκήπτρα ως ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος του Πεκίνου στην Λατινική Αμερική με το διμερές τους εμπόριο να ανέρχεται σε 157,6 δισ. δολάρια το 2023.
Έτσι οι εμπορικές και εν γένει οικονομικές σχέσεις Κίνας-Βραζιλίας ενισχύθηκαν έτι περαιτέρω μετά την επίσημη επίσκεψη του Κινέζου ηγέτη στις 20 Νοεμβρίου 2024 στην πρωτεύουσα της Βραζιλίας, Μπραζίλια, όπου έτυχε εντυπωσιακής υποδοχής από τον Λούλα.
Όσοι μάλιστα είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν ζωντανά μέσω του δορυφορικού τηλεοπτικού κινεζικού καναλιού CGTN την μεγαλειώδη εκδήλωση υποδοχής, στην οποία συμμετείχε εκτός από την έφιππη προεδρική φρουρά με τους 120 δραγόνους και τιμητικό άγημα 450 στρατιωτών, διαπίστωσαν ιδίοις όμμασι ποιος είναι πλέον ο ανερχόμενος οικονομικός και πολιτικός παίκτης στη Λατινική Αμερική.
Περνώντας από τη σημειολογία στην πράξη Σι Τζινπίνγκ και Λούλα ντα Σίλβα μετά τις διμερείς συνομιλίες κατέληξαν στην υπογραφή 38 νέων συμφωνιών μεταξύ Κίνας και Βραζιλίας. Κεντρική θέση στις διμερείς σχέσεις των δύο πλευρών καταλαμβάνει η απόφαση για συνέργειες ανάμεσα στα έργα υποδομής του κινεζικού δρόμου του μεταξιού και στα έργα υποδοχής που σχεδιάζει η Βραζιλία.
Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό ενόψει της λειτουργίας του mega port του Τσανκάι στο Περού που θα συντμήσει τον χρόνο θαλασσίων μεταφορών από την Κίνα στο Περού σε 23 ημέρες, μειώνοντας έτσι τα κόστη διοικητικής και υλικοτεχνικής υποστήριξης κατά τουλάχιστον 20%.
Η κινεζική επένδυση για το εν λόγω έργο θα ανέλθει συνολικά στα 3,5 δισ. δολάρια με το λιμάνι του Τσανκάι να αποτελεί πλέον την βασική πύλη εισόδου στη Λατινική Αμερική των κινεζικών εμπορευμάτων και όχι μόνο. Όπως επισημάναμε από τη στήλη αυτή την περασμένη εβδομάδα βασικό κίνητρο της Κίνας για τη δημιουργία του mega port του Τσανκάι είναι «η πρόσβαση στη γειτονική Βραζιλία, όπου σχεδιάζεται μια νέα σιδηροδρομική γραμμή που θα μεταφέρει βραζιλιάνικες εξαγωγές όπως σόγια και σιδηρομετάλλευμα στο λιμάνι. Το σιδηροδρομικό έργο εκτιμάται ότι θα κοστίσει 3,5 δισ. δολάρια».
Με τον τρόπο αυτόν αναμένεται να αυξηθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα το διμερές εμπόριο Κίνας-χωρών Λατινικής Αμερικής που μόνο το 2023 ανήλθε σε 489,1 δισ. δολάρια.