Σήμερον ορούμε το πολιτικό φρόνημα να ποινικοποιείται επί τω τέλει, εξουδετερώσεως των πολιτικών αντιπάλων, εκ της αδιοράτου, δια μέσου της δικαστικής παρεμβάσεως, αστυνομίας σκέψεως, η οποία πατάσσει τους αντιφρονούντες, αναγορεύοντας τους, ως ωσεί εγκληματίες σκέψεως, επειδή υποστηρίζουν σθεναρώς και δημοκρατικώς συννόμως μία διαφορετική άποψη εκ της καθεστηκυίας το ερώτημα, ως έπος ειπείν, το οποίο αναφύεται, έγκειται εις το εξής ενδόσιμο: Η μαχόμενη Δημοκρατία, απειλείται άραγε από πολιτικούς εχθρούς;
Η απάντησις επί του ανωτέρω, θαρρώ ότι, ευρίσκεται κείμενη, εις την σελίδα 364 του ΟΕ’ Συνεδριάσεως της 22η-04-1975, κατά την χαρακτηριστική ανάπτυξη, του Ανδρέα Παπανδρέου αναφορικώς προς την συζήτηση δια το Σύνταγμα του 1975: «Θα επαναλάβω τούτο, Αρκεί ο Ποινικώς Κώδιξ. Λέγομεν ότι το φρόνημα είναι ελεύθερον. Λέγομεν ότι διώκεται η ποινική πράξη. Δεν αρκεί αυτό; Μα θα μου είπητε, θα αφήσωμεν ακόμα και γνωστής προελεύσεως ανθρώπους, οι οποίοι παρεβίασαν το δημοκρατικό πολίτευμα, θα το δεχτείτε αυτό. Είμαι ο τελευταίος των ανθρώπων, ο οποίος επιθυμώ να το δεχθώ αυτό. Αλλά εάν πρόκειται να θεμελιώσωμε Δημοκρατικό Σύνταγμα, δεν θα πρέπη να αξιοποιούμε τις άμεσες και πικρές εμεπειρίες δια να διαστρεβλώνουμε διατάξεις που πρόκειται να εγγυηθούν την ελευθερίαν της πολιτικής ζωής. Προτιμώ την δυνατότητα να μπουν εις την πολιτική ζωή άνθρωποι οι οποίοι υπονομεύουν τον ελεύθερο βίο (παρά) να δώσει δύναμη εις την Πολιτεία να καταργή κόμματα, τα οποία υπηρετούν την ελευθρεία και την Δημοκρατία, διότι εκεί καταλήγει το πράγμα και όπου επιχειρηθή αυτή η προσπάθεια δεν επέτυχε».
Είναι πρόδηλον, ότι το κόμμα «Σπαρτιάτες», αναμφιβόλως, εισήχθη, εις το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ως νομίμως συνεστημένο κόμμα και εγκεκριμένο εκ του Α1 τμήματος του Αρείου Πάγου, πληρώντας, τις προϋποθέσεις της εκλογικής νομοθεσίας και του Συντάγματος, δια της, κατά αδίστακτη, βεβαιότητα, υποστηρίξεως, του πρωτοδίκως καταδικασμένου, τότε μέλους του κόμματος «Χρυσή Αυγή» Ηλία Κασιδιάρη, γεγονός, γνωστό τοις πάσι, εις την Ελληνική επικράτεια, πλην όμως ουδόλως τούτο επηρέασε, ασμένως, ούτε τα δημοκρατικά φρονήματα των πολιτικά ανεξάρτητων βουλευτών, όπως ωσαύτως ποσώς επηνέργησε, αποθαρρυντικώς, εις την μερίδα, του εκλογικού σώματος, το οποίον λίαν ενσυνειδήτως και άγαν αποφασιστικώς, εξέλεξε, το εν λόγω κόμμα, με εξυπαρχής, επικεφαλής και αδιαμφισβήτητο πρόεδρο, τον Βασίλειο Στίγκα, αξιολογώντας (εννοώ ο λαός) πασιδήλως, παρά το ελάχιστον χρονικό διάστημα προεκλογικής εκστρατείας, τις δηλωθείσες και εκπεφρασθείσες πολιτικές θέσεις, των στελεχών του εν λόγω κόμματος, ήτοι του Δημοκρατικού Συνταγματικού Πατριωτισμού, με αποτέλεσμα τοιουτοτρόπως, να πληρωθεί, ανυπερθέτως και αβιάστως, η θεμελιώδης αρχή, του δημοκρατικού πολιτεύματος, ήτοι η λαϊκή η κυριαρχία κατ’ άρθρο 2 παράγραφος 1 του Συντάγματος, δοθέντος ότι δια μέσου του ποσοστού των 4,63% συνειδητών ψηφοφόρων πανελλαδικώς, εξεφράσθη και απεκρυσταλλώθη ανυπερθέτως, η σαφής προς τούτο ετυμηγορία του Ελληνικού λαού.
Εν άλλοις λόγοις δηλαδή, το φρόνημα των πολιτών, καλώς ή κακώς, εν γνώσει της εν λόγω στηρίξεως, αναγνώρισε και πείστηκε εκ της παρουσίας του κόμματος των «Σπαρτιατών» διακρίνοντας με σαφήνεια και πληρότητα, ότι άλλο είναι η στήριξη εκ μέρους ενός ετέρου προσώπου και διαφορετικά τα πιστεύω τα οποία εκβάλλονται από τις ξεχωριστές και αυτοτελείς προσωπικότητες των υποψηφίων Βουλευτών. (εν προκειμένω δεν θίγω τις δηλώσεις του κ. Στίγκα εκ του βήματος της Βουλής και την εν συνεχεία διασπορά ψευδών ειδήσεων και συκοφαντικών σχολίων, προς ορισμένους βουλευτές, εις την σχηματισθείσα μετέπειτα δικογραφία, διότι τούτο συνιστά αμιγώς, αντικείμενο διαφορετικής, στενά νομικής, συζητήσεως, και αντικείμενο πλέον αυτοτελούς κολασμού, των τετελεσμένων αυτών αξιόποινων πράξεων ενώπιον της Εισαγγελικής αρχής του Αρείου Πάγου, εκ των προσβληθέντων Βουλευτών κατά του δράστου-φυσικού αυτουργού).
Περαιτέρω, εάν φρονούμε ότι η ανεκτική δημοκρατία, εις την οποίαν ζώμεν, ως προς τον κομματικό πλουραλισμό καθίσταται παρωχημένη, ας αποφασισθεί η πολύφερνη «βαθεία τομή», υπό τους πολιτικούς ταγούς μας, προκειμένου να δρομολογηθεί πλησίστιοι, τυχόν τροποποίηση της Συνταγματικής διατάξεως, ήτοι του ακανθώδους άρθρου 29 παρ. 1, ίνα προωθηθεί απεριφράστως η απαγόρευση καθόδου των πολιτικών κομμάτων, την οποία μάλιστα απέρριψε ο Συντακτικός νομοθέτης το 1975 και όχι, σποραδικώς να θεσπίζονται στοχευμένες ρυθμίσεις οι οποίες κατ’ ουσίαν θέτουν ευθέως υπό αμφισβήτηση, τον φιλελεύθερο χαρακτήρα του Συντάγματος, δια του προσχήματος της αναχαίτησης των δυνητικώς επίδοξων καταλυτών της ( ειδικότερον αναφέρομαι εις τους επίμαχους νόμους, προς των προσφάτων εκλογών του 2023, ήτοι την ρύθμιση του άρθρου 32 παρ. 1 του π.δ 26/2012 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 102 του Ν. 5019/2023 τον Φεβρουάριο του 2023 και τροποποιήθηκε δύο μετά μετά και λίγο πριν τις εκλογές του Μαίου 2023, με το άρθρο 35 του Ν. 5043/2023).
Το υπάρχον σύστημα της μαχόμενης δημοκρατίας υιοθετεί το ρεπουμπλικανικό «μοντέλο», δια του οποίου η Συντεταγμένη πολιτεία επιδιώκει, παντί προσφόρω τρόπω, συμφώνως προς τω νόμω, δια της δικαστική οδού, ήτοι, την δια ροπάλου απαγόρευση των πολιτικών κομμάτων καθώς και τον συνακόλουθο εξοστρακισμό, τους εκ της πολιτικής κονίστρας.
H αιτιωδώς παρέμβαση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ως επελθόν αποτέλεσμα, ένεκεν και συνεπεία, των πρωτοφανών και πρωτόγνωρων, απαξιωτικών δηλώσεων του κ. Στίγκα, δια τα κοινοβουλευτικά ειωθότα και ήθη, εκ του βήματος της Βουλής, ενάντι των Βουλευτών του, με αποτέλεσμα η εν λόγω Εισαγγελέας, να καλέσει αμελλητί, άπαντες, πλην του ιδίου (!) του Προέδρου, ήτοι, τους υπολοίπους 11 Βουλευτές ως οιονεί κατηγορούμενους δια το αδίκημα της εξαπατήσεως εκλογέων, (δηλονότι δια παράβαση των άρθρων 1, 14, 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 45 Π.Κ και του άρθρου 112 παρ. 2 του π.δ 26/2012), αποτελεί την θρυαλλίδα, δια την εξαγωγή κρίσιμων συμπερασμάτων, αναφορικώς με το μέλλον του υπό κρίση κόμματος, εν περιπτώσει, ασκήσεως ποινικής διώξεως εις βάρος των προρρηθέντων Βουλευτών και τυχόν παραπομπή των εις δίκην, σε βαθμό πλημμελήματος, δια το αδίκημα της εξαπατήσεως εκλογέων κατά συναυτουργία.
Η ποινική δίωξη ενεργοποιεί τον Νόμο 4304/2014 περί αναστολής της χρηματοδοτήσεως του κόμματος, καθότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ότι υποκρυπτόμενος ηγέτης καθίσταται ο κ. Ηλίας Κασιδιάρης, δίδοντας περαιτέρω λαβή δια την θέσπιση τυχόν Νόμου προς αναστολή καθόδου του κόμματος εις τις επικείμενες Ευρωεκλογές.
Ωσαύτως, το οψιγενές τούτου υλικό εκ της ποινικής διώξεως, θα αποτελέσει και ένα αρκούντος ικανοποιητικό εφαλτήριο ούτως ώστε δυνάμει του άρθρου 100 του Συντάγματος το υπό συγκρότηση Ανώτατο ειδικό δικαστήριο να αποφανθεί την εκ των υστέρων παράνομη εν τέλει συμμετοχή του εν λόγω κόμματος εις τις εκλογές του Ιουνίου του έτους 2023, με αποτέλεσμα να εκπέσουν οι βουλευτές εκ του αξιώματός τους και μετά ταύτα, η κατανομή των εδρών να λάβει χώρα αναλογικά προς τα υπάρχοντα υφιστάμενα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Το ερώτημα, συνέλοντι ειπείν, το οποίο αναφύεται εν προκειμένω, καθίσταται ιδιαίτατα δυσχερές καθότι, κατά την ταπεινή υποκειμενική μου γνώμη, τούτο απαιτεί, την αύθις διεξαγωγή εκλογών εις τις οικείες περιφέρειες, διότι άλλως, θα αποτελέσει, μία οιονεί Συνταγματική εκτροπή καθότι αφεύκτως, θα αλλοιωθεί εκ βάθρων η θεμελιώδη δημοκρατική αρχή του πολιτεύματος, ήτοι η λαϊκή βούληση.
Εν κατακλείδι, οι ιλιγγιώδεις εξελίξεις αναμένονται επί θύραις, όπου θα νομολογηθούν καινοφανή δεδομένα εις την δικαστηριακή πρακτική, εκ των καθ’ ύλην αρμοδίων δικαστηρίων, εισφέροντας τοιουτοτρόπως, προς τον περαιτέρω, εμπλουτισμό της Νομικής επιστήμης η οποία συνιστά την εγκοπή της μισγάγκειας του πολιτικού βίου του τόπου μας.