Ο πόλεμος στην Ουκρανία, δε σταματά να μας προσφέρει οδυνηρές εκπλήξεις, ως προς την αγριότητά του και τις κτηνώδεις συμπεριφορές, έναντι όσων πρέπει να απολαμβάνουν πλήρους προστασίας, με πρώτους μεταξύ αυτών των αμάχων.
Το γεγονός μάλιστα ότι τα θύματα των ακροτήτων, είτε βιντεοσκοπούνται, από νοσηρούς εγκληματίες, είτε εγκαταλείπονται χωρίς τις ελάχιστες νεκρικές τιμές και σεβασμό, καταδεικνύει μια ψυχολογία διαστροφής και παρακμής.
Ανάλογες πρακτικές είχε χρησιμοποιήσει το Ισλαμικό Κράτος, στο κάλεσμα του μίσους και της στρατολόγησης, όσων είχαν αντίστοιχα ένστικτα.
Στην κατηφόρα αυτή πολιτισμού και συμπεριφοράς, έσπευσαν οργανώσεις και ηγεσίες να επισημάνουν, ότι θα υπάρξει το αυτονόητο. Η τιμωρία δηλαδή των υπαιτίων, φυσικών και ηθικών αυτουργών.
Είναι μια ελάχιστη αντίδραση, απέναντι σε μια διεθνή κοινωνία, που μουδιασμένη παρατηρεί. Και γίνεται μάρτυρας της αδυναμίας, ακόμα και στην εποχή μας, να διασφαλιστούν το μήνυμα συμπεριφοράς από τους εμπολέμους.
Είναι όμως και προσπάθεια να αναχαιτισθεί το σπιράλ της βίας και των αντιποίνων. Μέσα από την υπόμνηση, ότι υπάρχουν μηχανισμοί τιμωρίας και αποτροπής. Τα αλλεπάλληλα αντίποινα, συντηρούν και επαυξάνουν την αγριότητα και απομακρύνουν το ενδεχόμενο εξεύρεσης βιώσιμης ειρηνικής λύσης.
Στο πλαίσιο των εξαγγελιών για την αναζήτηση και την παραπομπή των υπαιτίων για τα εγκλήματα πολέμου, έγινε και γίνεται αναφορά στη Χάγη και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Δεν πρόκειται για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, που έχει συσταθεί και λειτουργεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, συστήθηκε το 1998 με τη Συνθήκη της Ρώμης. Εδρεύει στη Χάγη και η συνθήκη ίδρυσής του, τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου του 2002. Το καταστατικό του έχει μέχρι σήμερα υπογραφεί και κυρωθεί από 110 Κράτη, ενώ άλλα 38 Κράτη έχουν προβεί σε μερική μέχρι σήμερα υλοποίηση των σχετικών διαδικασιών.
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, επιλαμβάνεται εγκλημάτων που παραβιάζουν το Δίκαιο του Πολέμου, στο μέτρο που ο εθνικός δικαστής, είτε αδυνατεί, είτε δεν εκδηλώνει την πρωτοβουλία διερεύνησης και κολασμού τους. Οι εγκληματικές πράξεις, που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, είναι τα εγκλήματα πολέμου, τα εγκλήματα κατά της ειρήνης και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, με ειδική αναφορά στο έγκλημα της γενοκτονίας.
Προκειμένου το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο να επιληφθεί ενός καταγγελλομένου εγκλήματος, που παραβιάζει το Δίκαιο του Πολέμου θα πρέπει, είτε να έχει τελεσθεί στην Επικράτεια Κράτους, που έχει υπογράψει και κυρώσει το Καταστατικό του Δικαστηρίου, είτε να έχει τελεσθεί από πολίτη Κράτους που έχει υπογράψει και κυρώσει το Καταστατικό του, είτε να έχει παραπεμφθεί η υπόθεση σε αυτό από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ειδικά στην τελευταία περίπτωση και με δεδομένο ότι ο Ρώσος αντιπρόσωπος προήδρευε του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 24 Φεβρουαρίου, που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, εύλογα συνειδητοποιεί κανείς, το πόσο απομακρυσμένο είναι το σχετικό ενδεχόμενο παραπομπής.
Η αναφορά στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, σε πρώτο χρόνο είναι αναμφισβήτητα επιβεβλημένη, ανεξάρτητα από τις δυσχέρειες να στοιχειοθετηθεί αρμοδιότητα και να διερευνηθούν τα καταγγελλόμενα εγκλήματα. Και για να μην υπάρχει οιαδήποτε παρανόηση, ούτε συμψηφισμός νοείται στα εγκλήματα πολέμου, ούτε δικαιολόγησή του, λόγω της ‘συμπεριφοράς του θύματος’ ή του κράτους στο οποίο ανήκει.
Άμαχοι, αιχμάλωτοι και τραυματίες που έχουν τεθεί εκτός μάχης, απολαμβάνουν πλήρους και αδιαπραγμάτευτης προστασίας.
Βασικές έννοιες, που με οδύνη διαπιστώνουμε ότι εξακολουθούν να αμφισβητούνται και να καταπατούνται, από τους εμπολέμους και κάθε λογής άνανδρους, έναντι αυτών που δεν μπορούν να αντισταθούν.