Η μελαγχολία της αναπόδραστης ροής του χρόνου
Ο κρυφός αναστεναγμός της Πρωτοχρονιάς λόγω της ανέκκλητη παρόδου του θνησιγενούς βίου μας, άπαξ και δια παντός, υποικείμενοι εκόντες άκοντες εις την άφευκτον φθορά του διαδραμόντος χρόνου.
Ελάτε χέρι χέρι να ταξιδέψουμε, ενώνοντας έστω και δια ελάχιστον τις ψυχές μας, θα ήτο ιδίως παρήγορο, τούτες τις κρίσιμες ώρες όπου δοκιμάζεται η ανθρωπότητα, να συνυπάρξουμε, εις το βαλς των χαμένων ονείρων:
Ο αδυσώπητος χρόνος κυλάει ανεξαρτήτως της βουλήσεως μας, κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα ήθελε να ζει, διότι το όνειρο είναι μία εύθραυστη στιγμή, μέσα σε αυτήν την πεπερασμένη καθημερινότητα, γεννιόμαστε, ζούμε, παθαίνουμε, μαζί με μας και τα όνειρα μας, καθότι το σήμερα γίνεται εχθές και το αύριο σήμερον εν ριπή οφθαλμού, ως εκ τούτου ας σπεύσουμε να ακινητοποιήσουμε τον χρόνο, προτού αστραπιαία φυλλορροήσει, δίδοντας απτή μορφή εις την παρουσία των αγγέλων, προκειμένου έστω και δι’ ολίγων να ξαναγίνουμε παιδιά με βαθιά χαραγμένες τις ευφρόσυνες και θερμές μνήμες των αθώων και ακήρατων παιδικών μας χρόνων.
Το βαλς των χαμένων ονείρων, συμβολίζει τον αχώρητο κόσμο της αγάπης, ήτοι, τον ομφάλιο λώρο της ίδιας της ζωής με αγαπημένα μας πρόσωπα, τα οποία τυγχάνει να μην ευρίσκονται ανάμεσά μας, πλην όμως με έναν αναφή και μαγικό τρόπο ευρίσκονται, εντός της ψυχής μας, ως φύλακες άγγελοι μας, αλλά, ιδίως αυτές τις χαρμολυπείς ημέρες, κατά έναν ακατάληπτο τρόπο, μας συντροφεύουν, με απόλυτη αγάπη, νιώθουμε την θέρμη και την λάμψη της σκιάς του φωτός τους, ως αναμμένα κεράκια, κείμενα πλησίον μας, αρκεί να σιωπήσουμε δι’ ολίγον, να ακούσουμε τα σκιρτήματά τους και την εκκωφαντική χαρά τους, να συμμετέχουν ολόψυχα εις την ιδική μας εορτή.
Ως εκ τούτου ας κρατήσουμε ως κόρην οφθαλμού τα διαχρονικά λόγια του μεγάλου λογοτέχνη Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ως το φλουρί και τον ελάχιστο φόρο τιμής, για τους ιδικούς μας ανθρώπους ενόψει της Πρωτοχρονιάς :
«“Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ` έβλεπα να βγαίνεις απ` την πόρτα, θα σ` αγκάλιαζα και θα σού `δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ` έβλεπα, θα έλεγα “σ` αγαπώ” και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ΄θελα να σου πω πόσο σ` αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω. Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος.
Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι` αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν` το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις “συγνώμη”, “συγχώρεσέ με”, “σε παρακαλώ”, “ευχαριστώ” κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ` τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις.»
Ευσύνοπτος ανασκόπησις
Είναι πρόδηλο ότι είθισται, την εκάστη χρονικά, ο καθείς εξ ημών, να μνημονεύει στιγμιαία τις παρελθόντα γεγονότα του εν αποδρομή έτους, προβαίνοντας εν μέρει προχείρως προς ένα απολογισμό αναφορικώς προς τον τρόπο, δια του οποίου χειρίστηκε ορισμένα πράγματα εκ της ζωής αλλά και παρακολουθώντας τα γεγονότα παθητικά ως τρίτος δια τα οποία δεν έχει συμφέρον να επέμβει δυναμικά.
Ειδικότερον, καθώς η συμβατική ημερολογιακή καμπή βαίνει προς την νεότευκτη χρυσή αυγή του καινοφανούς έτους 2024, πέραν από ευχές προς άπαντες, με καταλαμβάνει μία μικρά μελαγχολία αφενός δια την πάροδο του χρόνου, και εξ ετέρου προβαίνω εις μία μικράν ανασκόπηση με την κατίσχυση των κυρίαρχων και καίριων ζητημάτων τα οποία απασχόλησαν την κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα, δυναμικά και αδιαμφισβήτητα.
Εν προκειμένω, το ήδη διαδραμών και εν αποδρομή έτος του 2023, ήταν ένα μεταβατικό στάδιο από πάσης απόψεως όπου προμηνύει τουλάχιστον υπό μία πρόχειρη συνδυαστική επισκόπηση ότι η κατάστασις δεν θα βεί ομαλώς, όλως τουναντίον εις τον αντίποδα, θα πρόκειται δια ένα διακεκαυμένο και πυρίκαυστο έτος, εξαιτίας και συνεπεία των μέχρι τούδε εξελίξεων, με αποτέλεσμα ήδη, καίτοι κεκαλυμμένα, ήδη να σοβεί μία έντονη ανησυχία δια την αυτή καθ’ εαυτήν επιβίωσή μας.
Τούτο δε το λέγω μετά μερικής βεβαιότητας όχι ότι θέλω προβοκατόρικα να καταστώ αυτοκλήτως διαπρύσιος κήνσορας αρνητικών ειδήσεων, αλλά συνάγοντας από την υφιστάμενη νομοτελειακή κατάσταση της ίδιας της πραγματικότητας και των γεγονότων.
Εν άλλος λόγοις, πέραν μία μικράς ανακωχής ένεκεν των ημερών αυτών, δηλαδή μίας ολιγοήμερης ανάπαυλας από την βοή της καθημερινότητας και την αδυσώπητη μάχη με την ίδια την ζωή, η στυγνή πραγματικότητα υπερεκχειλίζει δημιουργώντας μας μία εύλογη ανησυχία και δια το τι μέλλει γενέσθαι περί της ιδίας της ζωής , ως εκ τούτου ας γνωστοποιήσουμε τον κρυφό αναστεναγμό της πρωτοχρονιάς.
Ο αδυσώπητος χρόνος κυλάει ανεξαρτήτως της βουλήσεως μας, κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα ήθελε να ζει, διότι το όνειρο είναι μία στιγμή, μέσα σε αυτήν την πεπερασμένη καθημερινότητα, γεννιόμαστε, ζούμε, παθαίνουμε, μαζί με μας και τα όνειρα μας, καθότι το σήμερα γίνεται εχθές και το αύριο σήμερον εν ριπή οφθαλμού, ως εκ τούτου ας σπεύσουμε να ακινητοποιήσουμε τον χρόνο, προτού αστραπιαία φυλλορροήσει, δίδοντας απτή μορφή εις την παρουσία των αγγέλων, προκειμένου έστω και δι’ ολίγων να ξαναγίνουμε παιδιά με βαθιά χαραγμένες τις ευφρόσυνες και θερμές μνήμες των αθώων και ακήρατων παιδικών μας χρόνων.
Το βαλς των χαμένων ονείρων, συμβολίζει τον αχώρητο κόσμο της αγάπης, ήτοι, τον ομφάλιο λώρος της ίδιας της ζωής με αγαπημένα μας πρόσωπα, τα οποία τυγχάνει να μην ευρίσκονται ανάμεσά μας, πλην όμως με έναν αναφή και μαγικό τρόπο ευρίσκονται, εντός της ψυχής μας, ως φύλακες άγγελοι μας, αλλά, ιδίως αυτές τις χαρμολυπείς ημέρες, κατά έναν ακατάληπτο τρόπο, μας συντροφεύουν, με απόλυτη αγάπη, νιώθουμε την θέρμη και την λάμψη της σκιάς του φωτός τους, ως αναμμένα κεράκια, κείμενα πλησίον μας, αρκεί να σιωπήσουμε δι’ ολίγον, να ακούσουμε τα σκιρτήματά τους και την εκκωφαντική χαρά τους, να συμμετέχουν ολόψυχα εις την ιδική μας εορτή.
Εν κατακλείδι, παρά το επίκεντρο εις τα ακανθώδη τούτα ζητήματα περί της πανδημίας και τα συνεφελκόμενα τα οποία θα μας απασχολήσουν και τον νέο έτος, καταστήκαμε άπαντες κοινωνοί των ειδεχθών αδικημάτων δημοσιοποιήσεως ερωτικών προσωπικών στιγμών μέσω του διαδικτύου, ως μία καινοφανή εκδικητική πρακτική διασυρμού, εκδίκησης και προσβολής της προσωπικότητας του εκτιθέμενου συντρόφου, τα οποία κλόνισαν το πανελλήνιο εν συνδυασμώ με την ανάδειξη εν γένει σωρείας ειδεχθών εγκλημάτων περί της γενετήσιας αξιοπρέπειας και ζωής.
Ανεξαρτήτως της ροής της ζωής μας και τα ανθρώπινα πάθη αλλά και την τρέχουσα νομική, πολιτική επικαιρότητα, υπό την αδυσώπητη φθορά του χρόνου, εξικνούμεθα άχρι σήμερον, ευαγγελιζόμενο το πολύφερνο έτος 2023 μετά από την συμπλήρωση 3 ετών πανδημίας και περιορισμών, να επιφέρει ό,τι καλύτερο ποθεί ο καθένας, πρωτίστως υγείας, ελευθερία, ελπίδα και καρποβριθή έτη προς όλους., καίτοι τα πρόστιμα ενδημούν και οι υγεινομικοί παραμένουν αδικαίωτοι.
Oι διαχρονικοί εφιάλτες έκγονοι του Ιούδα, προδοσία και ευήθεια ενιαία ένοια και αδιαχώρητος
Συνελόντι ειπείν το φλουρί, εις την εφετινή βασιλόπιτα θα το αποδώσω εις την αλήθεια η οποία αντέχει χάριν τις λειτουργικής ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας ορισμένων δικαστών οι οποίοι φυλάττουν ανυπερθέτως «θερμοπύλες», εις βάρος των κοινών συκοφαντών, και σύγχρονων προδοτών, οι οποίοι θα απολαύσουν λίαν συντόμως, τον ηθικό κόλαφο, τον οποίο του αρμόζει εκ θέου λόγω της ανυπερβλήτου εξισώσεως «Ύβρις-Άτις-Νέμεσις και Τίσις,»
Η μοναδική μας ελπίς καθίσταται αδιαλείπτως η εισαεί εξ ουρανού αρωγή καθώς o Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός, ετέχθη εκ της γαστρός της Υπεραγίας Θεοτόκου, μας φωτίζει εσαεί, καθότι βαίνωμεν προς εύθρυπτον κινούμμενη άμμο, ένεκεν και συνεπεία της πεπτωκυίας φύσεώς μας,.
Εν ταυτώ και ωσαύτως υποφώσκει τους κραδαίνοντες την αναπεπταμένη ρομφαία της δικαιοσύνης να διώκουν απηνώς και, διηνεκώς τους ιταμούς συκοφάντες, όσον ένεστι, εν παντί και πάντοτε, πάλαι τε και επ’ εσχάτων άχρι εσχάτων.
Αναμένουμε, της τύχη του Ιούδα, κατ’ αναλογίαν, εις τους κοινωνικούς σύγχρονους εφιάλτες, οι οποίοι ενδύονται την δαρή του Λεωνίδος,-ο καιρός γαρ εγγύς, προς την ανάδυση της διαλαμψάσης αληθείας,, δοθέντος ότι πλησίστιοι, μετά την Σταύρωση ακολουθεί αφεύκτως η εκκωφαντική Ανάστασις και οι θορυβώδεις ικετευτικές οιμωγές των συκοφαντών- δοσιλόγων, θα ακουσθούν, κατά την αιώνια και ανέκκλητον κάθοδό τους προς τον ΆΔΗ και την κοινωνική ανυποληψία.
Ούτως ή άλλως οι επιστημονικοί ορισμοί περί της ακατανίκητης ευήθειας των προδοτών καθίσταται διαχρονικώς καταγεγραμμένη δια επιστημονικών αδιασείστων τεκμηρίων.
«Η βλακεία είναι το αποτέλεσμα της παρεμποδίσεως της πνευματικής αναπτύξεως, ήτις ως αιτίαν έχει είτε την εκ γενετής ενυπάρχουσανέλλειψιν εν τη αρχή του βίου, επελθούσανβλάβην αυτού, εξ’ ού διακρίνεται εν τη ψυχιατρική από των ανωτέρω εν στενωτέρα εννοία καλουμέων ψυχικών νόσων, εν αίς η βλάβη του εγκεφάλου επέρχεται μετά την ανάπτυξιν αυτού. Εκδηλούται δ’ εν τη ανικανότητι του πάσχοντος προς πάσαν διανοητικήν εν γένει λειτουργίαν, ήτοι προς σύλληψιν ιδεών και μόρφωσιν εννοιών και κρίσεων (Ηλιοπούλου, Σύστημα του Ελληνικού Ποινικού Δικαίου, Ι, 1919 σ. 191-192).»
Βλέπουμε λοιπόν και εδώ ότι η βλακεία σπανίως νόσος, συχνότερα είναι φυσική κατάσταση ορισμένων ατόμων. Οι περιπτώσεις βεβαίως της δεύτερης κατηγορίας είναι σημαντικά δυσχερέστερες διά την επιστημονική ανάλυση, αλλά και, αλλοίμονο, οι περισσότερες όπως επίσης και οι απείρως πλουσιότερες σε κοινωνικά αποτελέσματα.
Ο βλάξ υπό αυτή την έννοια μοιάζει με ζώο αλλά και τον πρωτόγονο άνθρωπο, επειδή έχει ειδική αδυναμία ως προς τον σχηματισμό αφηρημένων εννοιών – είναι δε γνωστό ότι όσο περισσότερο πολιτισμένος είναι ο άνθρωπος τόσο περισσότερο σκέπτεται αφηρημένες έννοιες (θαυμάσια ανάλυση δίδει ο OswaldSpenglerστο περίφημο έργον του DerUntergangdesAbendlandes, αλλά και οLevy-Bruhl)– αλλά τόσο περισσότερο ανόθευτο και ασφαλές είναι αντιθέτως το ένστικτό του, μετά όλες τις διανοητικές συνέπειες που μπορεί να έχει όλο αυτό, που διαρκώς παραβλέπεται από την παλαιά ψυχολογία, όπως θα δούμε πιο κάτω. Θα ήταν αστείο άλλωστε να εθεωρείτο ως «νόσος» η φυσική αυτή διανοητική και ψυχολογική κατάσταση του βλακός, την οποία έχει ως κοινό χαρακτηριστικό με τον πρωτόγονο άνθρωπο (για περισσότερα βλ. Levy-Bruhl, Lamentaliteprimitive).
Συνελόντι ειπείν, εν είδει κατακλείδας παραθέτω την διαχρονική ρήση του μεγάλου Παπαδαιμάντη: Προ των σήμερον υλιστών, δαρβινιστών και θετικιστών υπήρξαν οι απαισιόδοξοι, οι ορθολογισταί και οι κριτικισταί’ αλλά παρήλθον’ προ αυτών ήσαν οι πανθεϊσταί, αλλ’ εξέλιπον. Παρέρχονται, κρύπτονται εν τη σκιά, αφανίζονται, αφού επί βραχύ τέρψωσι τους φιλοκαίνους και τους φιλαναγνώστας δια περιέργου συναυλίας λέξεων και γνωμών. Ο δε Χριστός έμεινε και θα μένη…Ο πόθος της μωράς επιδείξεως, η μανία του καινά εκάστοτε λέγειν, η δοκησισοφία, ο τύφος και η οίησις άγουσιν εις τας συγχρόνους αθεϊστικάς θεωρίας, από των οποίων τουναντίον απάγει η ειλικρινής και ακραιφνής φιλοσοφική συζήτησις της προ των οφθαλμών ημών κειμένης αληθείας”.