Αξέχαστα τα χειροκροτήματα στο Κογκρέσο για τον Έλληνα πρωθυπουργό (17/5/’22). Ποιος αντιλέγει; Θροΐζει ακόμα στ’ αυτιά μου ο ήχος τους σαν γλυκόπνοο φύσημα του αέρα. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι ξεθώριασαν γρήγορα, γιατί δεν μετουσιώθηκαν σε πράξη λόγω ”ουδετερότητας” του Προέδρου.
Του Αμερικανού Προέδρου, ο οποίος απέφυγε επιμελώς και την φραστική ακόμα καταδίκη των απειλών της Τουρκίας κατά της Ελλάδας, κάτι που θα ήταν φυσικό να κάνει σαν αντάλλαγμα της αφοσίωσής μας στη χώρα του, χάριν της οποίας δώσαμε τη γη και το ύδωρ μας σε βάσεις…
Κι αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι, γιατί έτσι πέσαμε στην παγίδα των συμμάχων και των εγχώριων εκπροσώπων τους, οι οποίοι συγκατένευαν εξαρχής στην αποστολή ”επιθετικών” ρωσικών πυραυλικών συστημάτων απ’ τα νησιά του Αιγαίου στην Ουκρανία, αν και γνώριζαν ότι η απομάκρυνσή τους θα τα αποδυνάμωνε σε βαθμό που να τα καταστήσει ευάλωτα στην τουρκική βουλιμία.
Κι αυτό το τελευταίο μετατρέπει το καμπανάκι σε καμπάνες κινδύνου για την Ελλάδα, όταν έχουν προηγηθεί και εξακολουθούν να τρέχουν απανωτές προκλήσεις της αναθεωρητικής Τουρκίας που στοχεύουν στην αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας μας στο Αιγαίο.
Προκλήσεις όπως η επίδειξη δύναμης τουρκικών μαχητικών 2,5 μίλια απ’ την Αλεξανδρούπολη και το λιμάνι της, οι τουρκικές αεροναυτικές ασκήσεις ”Λόγχη” και Καταιγίδα” για ανακατάληψη βραχονησίδων, ο κατάπλους του ερευνητικού Γιουνούζ για έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα μεταξύ Αη Στράτη-Λήμνου-Λέσβου και Χίου, η πολυεθνική άσκηση ”EFES 2022” στη Σμύρνη με συμμετοχή Αζέρων και Αμερικανών και οι προγραμματισμένες έρευνες του TSG Cesme στην ελληνική υφαλοκρηπίδα μεταξύ Σκύρου – Άη Στράτη και Λέσβου μέχρι τις 14 Ιουνίου…
Σημειωτέον ότι όλες αυτές τις παρανομίες της η Τουρκία τις συνοδεύει με την μόνιμη επωδό (που έγινε σύνθημα κλιμάκωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων) περί αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών. Αίτημα που δεν αναδεικνύει τυχαία η Άγκυρα, με αποκορύφωση την επιστολή της στον ΟΗΕ (30 Σεπτεμβρίου 2022).
Είναι ηλίου φαεινότερο πλέον ότι μετά τις δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν για τον Έλληνα πρωθυπουργό (”για μένα δεν υπάρχει πια ο Μητσοτάκης. Δεν θα δεχτώ να συναντηθώ ποτέ μαζί του”) και του Μεβλούτ Τσαβούσογλου για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου (”[…] Είμαστε εξαιρετικά σοβαροί. Δεν μπλοφάρουμε. Θα προχωρήσουμε παρά πέρα, αν η Αθήνα δεν συμμορφωθεί, γιατί αυτά τα νησιά παραχωρήθηκαν [στην Ελλάδα] υπό όρους. ..)”, η Άγκυρα στοχεύει — δια των αναθεωρητικών της θέσεων [που ακυρώνουν τις συνθήκες Λωζάνης (1923) και Παρισίων(1947)] — σε τέσσερα πράγματα:
1. Στην αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της χώρας μας ως συνεπούς υπέρμαχου του Διεθνούς Δικαίου και της Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Νομιμότητας και την ενίσχυση της δικής της θέσης σε επίπεδο διαπραγμάτευσης και διεθνούς εικόνας, αν και η Τουρκία είναι που ακολουθεί άκρως επιθετική, αναθεωρητική πολιτική.
2. Στην υπονόμευση της ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), που αναβαθμίστηκε με την νέα αμερικανική βάση στην Αλεξανδρούπολη.
3. Στην παρουσίαση της ίδιας ως ”θύμα” παραβιάσεων της διεθνούς νομιμότητας από την Ελλάδα και…
4. Στην προλείανση του εδάφους για απόβαση σε ένα ή περισσότερα νησιά μας, ώστε να διαμορφωθούν τετελεσμένα που θα άρουν την ισχύ των ως άνω Συνθηκών οι οποίες χάραξαν τα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Όλα αυτά, φυσικά, αποτυπώνουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη λυσσώδη διάθεση του Ταγίπ Ερντογάν να απαντήσει στην ”πρόκληση” της αναβαθμισμένης αμυντικά Αλεξανδρούπολης (γιατί έτσι τη βλέπει μετά την μετατροπή του στρατοπέδου Γιαννούλη σε αμερικανική βάση η οποία θα λειτουργεί ταυτόχρονα ως ενεργειακός κόμβος και ως κέντρο μετάβασης των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από και προς την Ανατολική Ευρώπη).
Αποτυπώνουν συγχρόνως και την εμμονή του Τούρκου Προέδρου στην πολιτική επέκτασης και αναθεωρητισμού, η οποία μετουσιώνεται σε προσπάθεια ουδετεροποίησης των ελληνικών νησιών του Αιγαίου με βάση τη θεωρία των ”γκρίζων ζωνών”, πριν επιλέξουν Ελλάδα-Τουρκία το δρόμο της Χάγης, για τη λύση των διαφορών τους γύρω από τις θαλάσσιες οριοθετήσεις .
Σε αυτό το διάστημα, εντωμεταξύ, η Τουρκία — παράλληλα με την νέα εισβολή στη Συρία που ετοιμάζει — προχωρά ή ολοκλήρωσε ήδη με εργώδεις ρυθμούς τις παράνομες παρεμβάσεις της στην κατεχόμενη Κύπρο (βλ. εποικισμό Βαρωσίων και εδραίωση της κατοχής με έργα υποδομής και στρατιωτικοποίησης των κατεχομένων [μετατροπή-αναβάθμιση του αεροδρομίου στο Λευκόνοικο σε έδρα μη επανδρωμένων αεροσκαφών [drown] και κατασκευή ναυτικής βάσης στο Μπογάζι) με βουβούς θεατές την Ελλάδα και τη ΝΑΤΟΪΚΗ Συμμαχία, όπου προΐστανται η Ε.Ε, η Βρετανία και οι ΗΠΑ.
Με δεδομένα αυτά και την εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία η οποία άνοιξε τον ασκό του αιόλου του αναθεωρητισμού μετά την εισβολή της Ρωσίας στο ουκρανικό έδαφος, η Ελλάδα οφείλει νυχθημερόν να βρίσκεται σε ύψιστη επιφυλακή επιχειρησιακά, διπλωματικά και πολιτικά.
Με δεδομένα αυτά, στα οποία πρέπει να προσθέσουμε και την άκρως παραπλανητική και στρεψόδικη συμπεριφορά της Τουρκίας η οποία κατηγορεί την Ελλάδα για επεκτατισμό (βλ. τελευταίες δηλώσεις Χουλουσί Ακάρ) την ίδια στιγμή που κάνει ”κόσκινο” τους αιθέρες και τις θάλασσές μας με τα μαχητικά, τα drone, τα αλιευτικά και τα ερευνητικά της, η Ελλάδα δεν πρέπει να επαναπαυθεί στην επιστολή που έστειλε στον ΟΗΕ.
Επιστολή που έστειλε καθυστερημένα, αλλά με επιπρόσθετα επιχειρήματα εκείνων της προηγούμενης 40ετίας, λόγω του τουρκικού αιτήματος αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου και της αναθεώρησης των ιστορικών Συνθηκών και Συμβάσεων που καθιέρωσαν τα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Η επιστολή στον ΟΗΕ ήταν… αναγκαία, αλλά όχι επαρκής συνθήκη (κατά την ”πειθώ στον δικανικό λόγο”), για να αντιμετωπιστεί η λεκτική και διπλωματική (προς το παρόν) επίθεση της Τουρκίας που συνδέει δολίως το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου με την ελληνική κυριαρχία επί αυτών την οποία αμφισβητεί.
Ασφαλώς ήταν επιβεβλημένη εκ μέρους μας η εμπεριστατωμένη απόρριψη των τουρκικών ισχυρισμών ως αβάσιμων ”νομικά, ιστορικά και επί των πραγματικών γεγονότων”. Επιβεβλημένη ήταν και η υπενθύμιση ότι ”Όταν μια Συνθήκη ορίζει ένα σύνορο ή μια οριστική εδαφική διευθέτηση, αυτή η διευθέτηση αποτελεί ένα πραγματικό γεγονός από μόνο του, το οποίο δεν εξαρτάται πλέον απ’ την Συνθήκη”.
Κι αυτό σε απάντηση της ”διασύνδεσης” (απ’ την μεριά της Τουρκίας) της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων μας στο Αιγαίου με την δήθεν υποχρέωση της Ελλάδας ”να μειώσει το στρατιωτικό της αποτύπωμα” σε αυτά, όπως της ζήτησαν να κάνει (πέρα από την Τουρκία) η Γερμανία (2020) και οι ΗΠΑ (βλ. Πομπέο, ’20–Νούλαντ, ’22).
Ωστόσο, όπως προείπα, δεν αρκεί μόνο η επιστολή (απ’ την οποία κακώς απουσιάζει η επίκληση στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ περί δικαιώματος νόμιμης άμυνας των νησιών μας). Και δεν αρκεί, γιατί όλα ξεχνιούνται μέσα στον χρόνο αν δεν επαναλαμβάνονται.
Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική ανάγκη να επαναλαμβάνουμε σε τακτά διαστήματα, σε όλα τα forum όπου καλούμαστε να συμμετάσχουμε κυβερνητικά ως εκπρόσωποι της Ελλάδας, αυτά που υποστηρίζουμε στην εν λόγω επιστολή και αποδεικνύουν ότι ”οι τουρκικές αξιώσεις υπονομεύουν την περιφερειακή σταθερότητα και ειρήνη”.
Να τονίζουμε σε όλους τους τόνους το απαράδεκτο της ύπαρξης και διαιώνισης του casus belli της Τουρκίας σε βάρος της χώρας μας, που μας αναγκάζει να μην τολμάμε να εφαρμόσουμε το νόμιμο δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στο Αιγαίο (βλ. Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της θάλασσας, UNCLOS – Montego. Bay).
Να επαναλαμβάνουμε τα επιχειρήματά μας όπου δει συνοδεύοντάς τα με ντοκουμέντα αλήθειας. Ντοκουμέντα επιβεβαίωσης των λόγων μας (όπως η επίδειξη του χάρτη της ”Γαλάζιας Πατρίδας” απ’ τον Έλληνα πρωθυπουργό στον Αμερικανό Πρόεδρο, λόγου χάρη).
Όπως η δήλωση ενώπιον της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας το 1936 του Τούρκου ΥΠΕΞ Rustu Aras ότι ”η Λήμνος και η Σαμοθράκη δεν έχουν υποχρέωση αποστρατικοποίησης μετά την συνθήκη του Μοντρέ” (δήλωση νομικά δεσμευτική για την Τουρκία).
”Επανάληψις, μήτηρ πάσης μαθήσεως”. έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι και την υιοθέτησαν με ενθουσιασμό οι Ρωμαίοι (Repetitio est mater studiorum). Γι’ αυτό είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ η χρήση της στις επαφές των αρμόδιων για θέματα Εξωτερικής πολιτικής μας.
Είναι αναγκαία η χρήση της επανάληψης (ως μεθόδου εμπέδωσης — σε διπλωματικό επίπεδο — των ελληνικών δικαίων που αποστομώνουν τις αιτιάσεις της Τουρκίας), αλλά και η χρήση της γλώσσας του ρεαλισμού ο οποίος ζητά εδώ και τώρα εφαρμογή από την Ελλάδα του δικαιώματος επέκτασης των ΕΧΥ στα 12 ν.μ, όπως έκαναν και οι άλλες χώρες (πλην Τουρκίας) που συνυπέγραψαν μαζί μας τη Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας το 1982.
Γιατί είναι ρεαλισμός να ζητάς να εφαρμοστούν τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ της πατρίδας σου και όχι οι… ”μαξιμαλιστικές”, ”μεγαλοϊδεατικές” ονειρώξεις των ”ρομαντικών”
Ελλήνων, κατά τις Ροζάκειες επινοήσεις, οι οποίες επηρεάζουν και πρωθυπουργούς δυστυχώς…
Είναι ρεαλισμός να υπερασπίζεσαι έμπρακτα κι όχι με λόγια τα όσια και τα ιερά τμήματος της πατρίδας σου (βλ. Μακεδονία) από αυτούς που υφάρπαξαν δόλια το όνομά της αντικαθιστώντας την ανύπαρκτη ”ιστορία” τους με ατόφια κομμάτια της αρχαίας ελληνικής ιστορίας.
Είναι ρεαλισμός να απαντάς στην αναθεωρητική στρατηγική των εχθρών σου με αυτόφωτη, δική σου στρατηγική χειραφέτησης της γεω-οικονομικής ισχύος σου.
Στρατηγική που δεν δίνει διαπιστευτήρια σε Ευρώπη και Αμερική όταν πρόκειται για τα εθνικά της συμφέροντα, αλλά θέτει τις βάσεις για στρατηγική αυτοτέλειας.
Αυτοτέλειας οικονομικής και στρατιωτικής-εξοπλιστικής, ώστε να είναι σε θέση η χώρα μας να απαντήσει ”όπου δει” και ”όποτε δει” στις προκλήσεις… ”μικροκακοποιών” (stickup artist, κατά New York Times) τύπου Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίοι γίνονται επικίνδυνοι γείτονες και ”ανατρεπτικοί σύμμαχοι” (For NATO, Turkey Is a Disruptive Ally”, κατά New York Times), προκειμένου να προωθήσουν την υπερεπάρκεια του νεο-οθωμανικού μαξιμαλισμού τους…