Ο σεισμός στο Αφγανιστάν αφήνει πίσω του τουλάχιστον 1.000 νεκρούς και πάνω από 1.500 τραυματίες. Ο διευθυντής του νοσοκομείου της Σαράν αναφέρει πως «αυτή είναι μια ανθρωπιστική κρίση, είναι σαν τσουνάμι».
«Τώρα είμαι ολομόναχη, δεν έχω πια κανέναν». Στο κρεβάτι του νοσοκομείου στη Σαράν, η Μπίμπι Χάουα κλαίει με λυγμούς. Τουλάχιστον δέκα μέλη της οικογένειάς της σκοτώθηκαν από τον σεισμό που έπληξε τη νύχτα το νοτιοανατολικό Αφγανιστάν.
«Πού θα πάω, τι θα κάνω; Η καρδιά μου είναι αδύναμη», αναρωτιέται η 55χρονη γυναίκα, κλαίγοντας ασταμάτητα. Ζούσε στην περιοχή του Γκαγιάν, που χτυπήθηκε με σφοδρότητα από τον σεισμό. Μια νοσηλεύτρια προσπαθεί να την ηρεμήσει, χαΐδεύοντάς της απαλά το μέτωπο.
Στην ίδια αίθουσα, καμιά δεκαριά γυναίκες είναι ξαπλωμένες στα κρεβάτια. Οι περισσότερες κοιμούνται κάτω από τις κουβέρτες, κάποιες έχουν ορό στο χέρι.
Η Σαχμίρα δεν έχει τραυματιστεί, φροντίζει τον μικρό εγγονό της που είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, με έναν επίδεσμο στο κεφάλι. Στο διπλανό κρεβάτι, κοιμάται η νύφη της. Ο γιος της Σαχμίρα νοσηλεύεται σε άλλο θάλαμο. «Κοιμόμασταν όταν ακούσαμε έναν τεράστιο θόρυβο. Έβαλα τις φωνές, νόμιζα ότι η οικογένειά μου θάφτηκε στα συντρίμμια και μόνο εγώ επέζησα», είπε η γυναίκα.
my deepest condolences and sympathy to #Afganistan people who have lost their loved ones in the recent #earthquake and suffered financial losses. I pray to God for patience and endurance. It is hoped that charities will hurry up to help these suffering and victims. pic.twitter.com/PiIb9YfkIE
— A- (@arayankhani) June 22, 2022
«Νομίζαμε ότι το παιδί (ο εγγονός της) ήταν νεκρό. Αλλά ξαφνικά άρχισε να κλαίει. Του ρίξαμε νερό στο πρόσωπο, ανάσαινε», πρόσθεσε.
Στον διπλανό θάλαμο καμιά δεκαριά άνδρες και μικρά αγόρια, τα περισσότερα με κατάγματα σε χέρια και πόδια.
Ένας νεαρός, ο Αρούπ Χαν, λέει ότι συνοδεύει την τραυματισμένη ξαδέλφη του. Δύο μέλη της οικογένειάς του σκοτώθηκαν. «Όταν ξύπνησα, ήμουν καλυμμένος με χώματα. Ήρθαν κάποιοι άνθρωποι και μας έβγαλαν έξω. Η κατάσταση ήταν τραγική, κραυγές παντού, τα παιδιά και όλοι οι συγγενείς μου ήταν θαμμένοι στα χαλάσματα», είπε.
Ο διευθυντής του νοσοκομείου της Σαράν, ο Μοχάμεντ Γιαχία Ουιάρ, ενημερώθηκε γύρω στις 3 το πρωί για τον σεισμό και αμέσως έστειλε ομάδες διάσωσης στην πληγείσα περιοχή. Χρειάστηκαν έξι ώρες για να φτάσουν μέχρι εκεί.
Όταν το νοσοκομείο υποδέχτηκε τους πρώτους τραυματίες «οι άνθρωποι έκλαιγαν, κλαίγαμε κι εμείς», είπε χαρακτηριστικά.
Όσοι τραυματίστηκαν πιο σοβαρά μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία των πόλεων Γκαρντέζ και Γάζνι, γιατί μόνο εκεί υπάρχουν χειρουργεία.
«Η χώρα μας είναι φτωχή και δεν έχει πόρους. Αυτή είναι μια ανθρωπιστική κρίση. Είναι σαν τσουνάμι. Η κατάσταση είναι πραγματικά δύσκολη», πρόσθεσε ο γιατρός.
Έξω από το νοσοκομείο, καμιά εκατοστή άνδρες, περιμένουν στην ουρά. «Ήρθαν για να δώσουν αίμα. Περίπου 300 έχουν ήδη δώσει από το πρωί», εξήγησε ένας εκπρόσωπος των Ταλιμπάν.