Δημοφιλείς παραλίες στον κόλπο της Κεραμωτής, οι δυτικές και ανατολικές ακτές του Νέστου και ακτές λιμνοθαλασσών έχουν διαβρωθεί και εξακολουθούν επηρεάζονται από το φαινόμενο και είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάποιες παραλίες η μετακίνηση της ακτογραμμής φτάνει μέχρι τα 3,5 μέτρα.
Τα φράγματα που λειτουργούν στον ποταμό Νέστο, τα οποία όταν κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του ‘90 δεν συμπεριέλαβαν μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε μεγαλύτερη κλίμακα, μακριά από τον χώρο δημιουργίας τους, έχουν βασική συνεισφορά στο φαινόμενο, όπως και σε φαινόμενα πλημμυρών και ευτροφισμού, σύμφωνα με τον καθηγητή του Εργαστηρίου Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Γιώργο Συλαίο.
Ωστόσο, όπως εξήγησε, τα διαθέσιμα τεχνολογικά εργαλεία πρόβλεψης των φαινομένων και εκτίμησης τους σε βάθος χρόνου επιτρέπουν πλέον έναν διαφορετικό σχεδιασμό και διαχείριση ακόμη και της λειτουργίας των φραγμάτων.
«Κάθε φορά που δημιουργείται ένα φράγμα μία από τις αρνητικές επιπτώσεις είναι η παράκτια διάβρωση. Είναι μία από τις βασικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις , διότι το φράγμα ουσιαστικά αποτελεί εμπόδιο στη μεταφορά φερτών υλών στη θάλασσα», ανέφερε ο κ. Συλαίος, εξηγώντας πως η περίπτωση του Νέστου είναι χαρακτηριστική, καθώς «τα φράγματά του, απέχουν 80 χιλιόμετρα από την ακτή, ωστόσο παρατηρούμε μια σειρά από περιβαλλοντικές αλλαγές».
Σχετικά με το φαινόμενο της διάβρωσης στις παραλίες της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ο καθηγητής διευκρίνισε ότι «οφείλεται ξεκάθαρα στη λειτουργία των φραγμάτων, αλλά δεν περιορίζεται μόνο στις εκβολές του Νέστου αυτή η απώλεια, και οι τουριστικές ακτές της Καβάλας και οι αμμόλοφοι επηρεάζονται από αυτή τη διαδικασία», ενώ ο ρυθμός που προχωρά το φαινόμενο εξαρτάται από την ένταση και τη συχνότητα των θυελλών στην περιοχή.
«Η ακτογραμμή της περιφέρειας είναι το βόρειο όριο του Αιγαίου και όταν είναι πολύ έντονοι οι νοτιάδες με συχνή και αυξημένη ένταση, τότε υπάρχουν φαινόμενα ακόμη μεγαλύτερης διάβρωσης», σημείωσε.