Σε χρονική σύμπτωση απέδωσε ο καθηγητής Γεωλογίας και πρόεδρος στον ΟΑΣΠ, Ευθύμιος Λέκκας, απέδωσε την ταυτόχρονη σεισμική δραστηριότητα, που παρατηρείται σε τέσσερις περιοχές της Ελλάδας και δη στην Κρήτη, στην Εύβοια, στη Λέσβο και στη Θήβα.
Χαρακτηριστικά, ο ίδιος ανέφερε: «Υπάρχει σε τέσσερις περιοχές της Ελλάδας σεισμική δραστηριότητα αυτή τη στιγμή. Θεωρούμε ως επιτροπή ότι μόνο χρονική σύμπτωση υπάρχει και δεν υπάρχει ένα γενικότερο αίτιο το οποίο προκαλεί σε αυτές τις περιοχές την δραστηριότητα».
«Και η εικόνα είναι η εξής: ότι στη μεν Κρήτη, βόρεια της Κρήτης και νότια της Κρήτης που έχουμε κάποιους σεισμούς το τελευταίο χρονικό διάστημα, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, γιατί έστω και μεγάλοι σεισμοί να γίνουν, δεν κινδυνεύει. Γιατί οι εστίες αυτές είναι πάρα πολύ μακριά από τη Χέρσο».
Όσον αφορά στη Θήβα, στην Εύβοια και στη Λέσβο, ο Ευθύμιος Λέκκας τόνισε: «Στη Θήβα θεωρούμε ότι είναι σε αποδρομή η σεισμική δραστηριότητα. Στην Πελοπόννησο επίσης δεν υπάρχει πρόβλημα. Στην Εύβοια, όπου είχαμε τρεις περιοχές που διεγέρθηκαν, εκεί δεν υπάρχει πρόβλημα. Είναι σε αποδρομή η σεισμική δραστηριότητα».
«Το μόνο πρόβλημα που διακρίναμε ως ένα βαθμό είναι στη Λέσβο. Γιατί στη Λέσβο είναι ένας πολύπλοκος εξωγενής ιστός που δίνει σεισμούς, δίνει σεισμούς όμως σε μία πολύ εντοπισμένη γεωγραφική περιοχή, δηλαδή δεν έχει μία ευρύτητα η σεισμική δραστηριότητα. Σε αυτή λοιπόν την περιοχή εντοπίζεται η σεισμική δραστηριότητα».
«Τα κτίρια συμπεριφέρθηκαν πάρα πολύ καλά, γιατί ναι μεν ήταν σεισμός της τάξεως των 4,9, αλλά ήταν πολύ κοντά, αλλά μόνο μερικά κτίρια υπέστησαν κάποιες μη σημαντικές, μη δομικές βλάβες. Και εκείνο το οποίο διαπιστώσαμε είναι ότι για να γίνει μετανάστευση δραστηριότητας σε μία άλλη περιοχή της Λέσβου είναι αρκετά δύσκολο».
Ακόμα, για την περίπτωση της Λέσβου, πρόεδρος στον ΟΑΣΠ σημείωσε: «Έχουμε και τον χρόνο ο οποίος περνάει, έχουμε μετασεισμούς και απομακρύνεται ακόμα περισσότερο η διαδικασία της μετανάστευσης και της εκδήλωσης ενός μεγαλύτερου σεισμού. Θα πρέπει να πούμε ότι εδώ στη Λέσβο έχουμε ένα πρόβλημα».
«Είμαστε σε μία παραμεθόριο περιοχή όπου δεν είναι μόνο γεωγραφική αυτή η μεθόριος περιοχή. Δεν είμαστε μόνο στα άκρα της Ελλάδας γεωγραφικά, είμαστε και σεισμολογικά».
«Γιατί; Γιατί έχουμε τα μισά δίκτυα τα οποία μπορούμε να έχουμε, δηλαδή μόνο στον ελληνικό χώρο και δεν έχουμε στον τουρκικό χώρο. Συνεπώς παρατηρούμε την εξέλιξη των φαινομένων από τη μία πλευρά μονάχα, ενώ θα έπρεπε να κυκλώσουμε την περιοχή».
«Έτσι λοιπόν έχουμε αυτό το πρόβλημα της παρακολούθησης αλλά και με τα δεδομένα που έχουμε, διαπιστώνουμε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μία πολύ δύσκολη διαδικασία μετανάστευσης».
«Δεν είναι τόσο εύκολο να μεταφερθούν τα επίκεντρα σε ένα άλλο σημείο σε μία άλλη περιοχή και κυρίως στο ρήγμα της Αγίας Παρασκευής, όπου αυτό το ρήγμα κατά πάσα πιθανότητα είχε δώσει ένα σεισμό το 1967 της τάξεως των 6,5 Ρίχτερ».
Πάντως, ο Ευθύμιος Λέκκας είπε ότι έχει συμβεί ξανά η ταυτόχρονη σεισμική δραστηροποίηση και στο παρελθόν, συμπληρώνοντας: «Βέβαια, το 1959 είχαμε παρατηρήσει ότι η σεισμικότητα που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα προέρχεται από το μεγάλο σεισμό της Τουρκίας και πραγματικά εκείνη την εποχή το τεκμηριώσουμε αυτό ότι ο σεισμός των Αθηνών είχε σχέση με τον σεισμό της Κωνσταντινούπολης».
«Ξέρετε, η Ελλάδα είναι ένας χώρος ο οποίος είναι σαν ένα μεγάλο παζλ. Αν έχουμε το χάρτη της Ελλάδας μπορούμε να φανταστούμε ότι συντίθεται από εκατοντάδες μικρά κομμάτια. Όταν κουνήσει κάποιος το ένα κομμάτι αυτού του παζλ, δεν ξέρουμε ποιο κομμάτι θα πεταχτεί πάνω, θα διεγερθεί».
Ακόμα, ο ίδιος συμπλήρωσε: «Είναι ένα πολύπλοκο σύστημα. Είναι χαοτικό το σύστημα, γι αυτό δεν υπάρχει και πρόγνωση στον διεθνή χώρο. Γιατί ναι μεν καλά είναι αυτά που βλέπουμε στο εργαστήριο, αλλά το εργαστήριο που είναι μία μικρή διαδικασία παρατήρησης καλείται να ανταποκριθεί στο χαοτικό περιβάλλον που έχει το υπέδαφος της χώρας».
Όσον αφορά στην Επιτροπή Εκτίμησης Κινδύνου για τους σεισμούς, ο Ευθύμιος Λέκκας δήλωσε: «Μέχρι τώρα η Επιτροπή αποτελείτο από 35 περίπου μέλη. Συνεδρίαζε μετά κάθε μεγάλη σεισμική δραστηριότητα και αργούσε να εκδώσει αποφάσεις. Ήταν μια χαοτική κατάσταση, θα έλεγε κανένας, γιατί ναι μεν γινόταν μια συζήτηση πάρα πολύ καλή μεταξύ των συναδέλφων επιστημόνων, αλλά δεν κατέληγε σχεδόν πουθενά κάθε φορά που συνεδρίαζε».
«Έτσι λοιπόν, με εντολή του κυρίου Στυλιανίδη, του υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, η Επιτροπή έγινε πενταμελής. Κάθε μέλος της Επιτροπής εκπροσωπεί το ίδρυμα από το οποίο προέρχεται και στη συνέχεια η Επιτροπή είναι πολύ ευέλικτη και συνεδριάζει αρκετές φορές».
«Θα έλεγε κανένας όταν γίνεται μία σεισμική δραστηριότητα ή όταν υπάρχει κάποιο πρόβλημα ή όταν υπάρχει κάποια πληροφόρηση εκ μέρους συναδέλφων για επικείμενη σεισμική δραστηριότητα ή για τη συνέχιση της σεισμικής δραστηριότητας».