Τους τελευταίους εννέα μήνες η Θήβα, «χορεύει» στο «χορό» των Ρίχτερ, καθώς υπολογίζεται ότι από τον Ιούλιο έχουν σημειωθεί περίπου 2.900 σεισμικές δονήσεις, σε μια περιοχή που απέχει λιγότερο από 100 χιλιόμετρα από την Αθήνα.
Μετά και το πρόσφατο μπαράζ σεισμικότητας που καταγράφηκε όταν σημειώθηκαν 15 μικροσεισμοί από 1 έως 3,9 ρίχτερ, στις 27 Μαρτίου, ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, δεχόμενος πλήθος μηνυμάτων από ανάστατους κατοίκους της περιοχής, προχώρησε σε δύο διαδοχικές αναρτήσεις, μέσω των οποίων συνιστούσε ψυχραιμία.
«Υπάρχει μια ανησυχία, αυτό είναι αλήθεια, και το βλέπω και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γιατί μου απευθύνονται. Κυρίως τους προβληματίζει αν θα γίνει μεγαλύτερος σεισμός, πότε θα σταματήσει το φαινόμενο, ποια είναι η πορεία του φαινομένου γενικώς», σημειώνει ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Ο ίδιος, σε δημόσια τοποθέτησή του, δύο ημέρες μετά, αναφέρθηκε διεξοδικά στο ζήτημα πραγματοποιώντας μια ιστορική αναδρομή στους σεισμούς που έχει «δώσει» η Θήβα κατά το παρελθόν, με τον μεγαλύτερο να αγγίζει τα 6,7 ρίχτερ και τρεις εξ αυτών να ξεπερνούν τα 6, ενώ σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «η επιστημονική κοινότητα θα πρέπει να είναι επιφυλακτική, γιατί έχουμε επιμονή της σεισμικής δράσης στη συγκεκριμένη περιοχή, η οποία γνωρίζουμε ότι δίνει ισχυρούς σεισμούς. Ολοι ευχόμαστε να μη συμβούν τα χειρότερα. Αλλά με τις ευχές δεν αντιμετωπίζονται τα φυσικά φαινόμενα».
Μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο έμπειρος σεισμολόγος ρίχνει φως στο φαινόμενο – που «ξύπνησε» ουσιαστικά για πρώτη φορά στις 2 Δεκεμβρίου 2020 με τα «προειδοποιητικά» 4,6 ρίχτερ – υπογραμμίζοντας τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου από τον Ιούλιο και έπειτα, με αφορμή τη νέα έξαρση σεισμικότητας που εκδηλώθηκε τότε στη Θήβα, ώστε η περιοχή να είναι θωρακισμένη αν – ο μη γένοιτο – σημειωνόταν κάποιος σεισμός ισχυρότερος όσων καταγράφονται το τελευταίο διάστημα.
«Στη Θήβα οι σεισμοί ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2021 και δεν έχουν σταματήσει. Από τον Ιούλιο έχουμε περίπου 2.900 σεισμούς, με μεγαλύτερο εκείνον στις 11 Ιουλίου, με 4,3 ρίχτερ, και μια έξαρση πριν από μία εβδομάδα με 3,9. Στις 21 Ιουλίου συνήλθε εκτάκτως η Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου. Καταλήξαμε ότι δεν μπορούσαμε να είμαστε βέβαιοι για το ποια θα είναι η πορεία της σεισμικής εξέλιξης στη Θήβα διότι τα στοιχεία ήταν λίγα.
Ωστόσο, συστήσαμε στις τοπικές Αρχές να τεθεί σε εφαρμογή το προληπτικό σκέλος του Επιχειρησιακού Σχεδίου “Εγκέλαδος”. Η σεισμική δραστηριότητα συνεχίστηκε με μια έντονη έξαρση τον Σεπτέμβριο. Στις 29 Σεπτεμβρίου εξετάσαμε πάλι την περίπτωση της Θήβας, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη να τεθεί σε εφαρμογή το προληπτικό σκέλος του Σχεδίου “Εγκέλαδος”. Εκτοτε η σεισμική δραστηριότητα συνεχίστηκε, είχαμε μια ύφεση τον Νοέμβριο, αλλά μετά είχαμε πάλι πολλούς σεισμούς, με έξαρση το τελευταίο δεκαήμερο».
Το μεγάλο πλήθος των σεισμικών γεγονότων είναι αυτό που επιτρέπει πλέον στον Γεράσιμο Παπαδόπουλο και στην ομάδα του να προχωρήσουν σε μια εκτίμηση όσον αφορά την πορεία του φαινομένου.
«Όταν είναι πολλά τα σεισμικά γεγονότα, σχεδόν 3.000, προσφέρονται για στατιστική ανάλυση. Δεν βλέπω να έχουμε περάσει μια κόκκινη γραμμή κινδύνου μετά την έξαρση που είχαμε τις τελευταίες μέρες και η οποία συνεχίζεται. Προχθές είχαμε 2,8-2,9 ρίχτερ. Όμως, δεν θέλω να είμαι απολύτως καθησυχαστικός γιατί όταν μια περιοχή βρίσκεται σε συνεχή σεισμική δραστηριότητα επί εννέα μήνες, δεν μπορείς να είσαι βέβαιος για το ποια θα είναι η πορεία, με δεδομένο, μάλιστα, ότι είναι μια περιοχή όπου έχουν γίνει ισχυροί σεισμοί στο παρελθόν.
Εκείνο το οποίο κάνουμε είναι συνεχής επικαιροποίηση ορισμένων στατιστικών δεικτών που μας δείχνουν την πορεία του φαινομένου. Εάν δω ότι περνάμε μια κόκκινη γραμμή στους δείκτες, τότε νομίζω ότι θα πρέπει να το εξετάσουμε ξανά στο πλαίσιο της Επιτροπής. Προς το παρόν δεν το βλέπω, δεν φαίνεται να την πλησιάζουμε την κόκκινη γραμμή. Είναι, όμως, αξιοπρόσεκτο ότι δεν πέφτει η σεισμική δραστηριότητα. Δεν ανεβαίνει σε μεγέθη, αλλά είναι πολλοί στο πλήθος, και αυτό δεν μπορεί να σε καθησυχάζει απολύτως, τουλάχιστον εμένα ως σεισμολόγο».