Η υπερανάπτυξη τοξικής άλγης που συνδέεται με τη βιομηχανική ρύπανση είναι η πιθανότερη αιτία για τους μαζικούς θανάτους ψαριών στον ποταμό Όντερ, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε γερμανικό ερευνητικό ινστιτούτο.
Δεκάδες τόνοι νεκρών ψαριών έχουν βρεθεί από τέλη Ιουλίου στον ποταμό, στα σύνορα της Γερμανίας με την Πολωνία, προκαλώντας πολλά ερωτήματα στις αρχές και των δύο χωρών που δηλώνουν ότι «εργάζονται ακατάπαυστα» για να εντοπίσουν τον «ένοχο».
Słowa mi się skończyły.. pic.twitter.com/NMHO5yV1NW
— Mischa Von Jadczak (@michaljadczak) August 12, 2022
Το Ινστιτούτο Οικολογίας Γλυκών Νερών και Αλιείας Εσωτερικών Υδάτων του Λάιμπνιτς (IGB) ανέφερε την Παρασκευή ότι το είδος Prymnesium parvum (χρυσοφύκη) εντοπίστηκε σε όλα τα δείγματα που ελήφθησαν πρόσφατα από τον ποταμό.
«Όταν ο συγκεκριμένος τύπος φυκιών εντοπίζεται σε πολύ μεγάλες ποσότητες, όπως συμβαίνει με τα δείγματα από τον Όντερ, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι υπάρχει πολύ υψηλή συγκέντρωση τοξινών» είπε η Ελίζαμπετ Βάργκα, του Πανεπιστημίου της Βιέννης, η οποία ηγήθηκε της ανάλυσης των δειγμάτων.
Οι επιστήμονες υποθέτουν επομένως ότι υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ των φυκιών και του θανάτου των ψαριών.
Θα χρειαστεί πάντως να γίνουν μελέτες για την τοξικότητα της άλγης και δεν είναι προς το παρόν σαφές αν θα μπορούσαν να επηρεαστούν από αυτήν άλλα ζώα ή και οι άνθρωποι, ανέφερε το IGB στην ανακοίνωσή του.
– Wczoraj wyłowiliśmy prawie tonę, dziś kolejną. Ci, co wyciągali martwe ryby, po kilku godzinach dostali reakcji alergicznej. Ręce ich wręcz paliły — mówi Onetowi Mirosław Cyra, komendant Społecznej Straży Rybackiej w Krośnie.
TONA martwych zwierząt.
CO-DZIEN-NNIE pic.twitter.com/t51tvZ5hde— tomasz.golonko (@TomaszGolonko) August 11, 2022
Νωρίτερα, η υπουργός Περιβάλλοντος της Πολωνίας Άννα Μόσκβα είπε ότι πρέπει να γίνουν και άλλες έρευνες για να καθοριστούν οι λόγοι που οδήγησαν στην υπερανάπτυξη της άλγης.
«Βλέπουμε ότι σπάνια εμφανίζεται στον κόσμο», τόνισε.
Ο Τομπίας Γκολντχάμερ, επιστήμονας του IGB, είπε ότι μια τόσο μεγάλη ανάπτυξη φυκιών απαιτεί αυξημένα επίπεδα αλατότητας που μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω της βιομηχανικής ρύπανσης.
Προειδοποίησε μάλιστα ότι αν δεν ληφθούν μέτρα για να μειωθούν τα επίπεδα αλατιού το φαινόμενο μπορεί να εμφανιστεί και πάλι, ιδίως κατά τη διάρκεια ενός ζεστού και ξηρού καλοκαιριού.