Nέα μελέτη δείχνει την ευθύνη που έχει η κάθε χώρα για το κόστος κόστος της κλιματικής αλλαγής σε παγκόσμιο επίπεδο.
Από το 1990 έως σήμερα οι αμερικανικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έχουν κοστίσει σε άλλες χώρες 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια σε χαμένο εισόδημα, υπολογίζει νέα μελέτη, η οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντική εξέλιξη για τη νέα τάση των κλιματικών προσφυγών και τη διεκδίκηση αποζημιώσεων.
Καύσωνες, καταστροφή καλλιεργειών από ακραία καιρικά φαινόμενα και άλλες φυσικές καταστροφές είναι μερικοί από τους τρόπους με τους οποίους η κλιματική αλλαγή προκαλεί οικονομική ζημία, και μάλιστα άνιση.
Περισσότερο πλήττονται οι φτωχές χώρες του παγκόσμιου νότου, ενώ οι πλούσιες χώρες που ευθύνονται περισσότερο για τις εκπομπές άνθρακα μένουν αλώβητες ή σε ορισμένες περιπτώσεις απολαμβάνουν κέρδη λόγω αύξησης της αγροτικής παραγωγής.
Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα στον Καναδά και τη Ρωσία, χώρες που ευνοούνται από την αύξηση της θερμοκρασίας, επισημαίνει η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Climate Change.
Οι συντάκτες της δεν συνυπολόγισαν άλλες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η απώλεια βιοποικιλότητας και οι θάνατοι λόγω φυσικών καταστροφών, κάτι που σημαίνει ότι οι πραγματικές ζημιές είναι μεγαλύτερη.
Δεύτερη στη λίστα της ευθύνης έρχεται η Κίνα –πλέον ο μεγαλύτερος ρυπαντής του κόσμου- με παγκόσμιες ζημίες 1,8 τρισ. δολαρίων, και ακολουθούν η Ρωσία, η Ινδία και η Βραζιλία, η καθεμία με ζημιές που υπερβαίνουν τα 500 δισ. δολάρια το ίδιο διάστημα.
Από κοινού, οι έξι αυτές χώρες ευθύνονται για ζημιές 6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ή περίπου 11% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Η έρευνα εκτιμά επίσης τις ζημιές σε καθεμία από τις 143 χώρες που εξετάζει.
Νομική βάση
«Η μελέτη προσφέρει νομικά πολύτιμες εκτιμήσεις για την οικονομική ζημία που έχουν υποστεί μεμονωμένες χώρες λόγω της δραστηριότητας άλλων χωρών» δήλωσε ο Τζάστιν Μάνκιν, επικεφαλής της μελέτης, σε ανακοίνωση του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολούμπια όπου βρίσκεται η ερευνητική ομάδα.
Μια μείζων πρόκληση για τη μελέτη, αναγνωρίζουν οι ερευνητές, ήταν οι μεγάλες αβεβαιότητες στην αλυσίδα αιτιότητας που συνδέει τις εκπομπές με την τοπική αύξηση της θερμοκρασίας, και την αύξηση της θερμοκρασίας με τις επιπτώσεις.
Για να ξεπεράσει το πρόβλημα, η τετραμελής ομάδα συνδύασε μετρήσεις με κλιματικά μοντέλα προκειμένου να επιμερίσει το βαθμό ενοχής.
Η μελέτη εξέτασε 2 εκατομμύρια πιθανές τιμές για κάθε αλληλεπίδραση μεταξύ δύο χωρών. Συνολικά 11 τρισεκατομμύρια τιμές τροφοδοτήθηκαν στον υπερυπολογιστή που έτρεξε τα μοντέλα.
Όπως σημειώνει ο Guardian, οι αναπτυσσόμενες χώρες και οι ακτιβιστές του κλίματος απαιτούν εδώ και χρόνια αποζημιώσεις από τις χώρες που ευθύνονται περισσότερο για την κλιματική αλλαγή.
Οι ΗΠΑ, οι οποίες ευθύνονται για περίπου το ένα τέταρτο των συνολικών εκπομπών μέχρι σήμερα, αρνούνται να δημιουργήσουν ταμείο γι’ αυτό τον σκοπό φοβούμενες ότι θα θεωρηθούν νομικά υπεύθυνες.
Οι πλούσιες χώρες έχουν υποσχεθεί βοήθεια 100 δισ. δολαρίων το χρόνο ως κλιματική βοήθεια σε ευάλωτες χώρες, μέχρι σήμερα όμως η δέσμευση δεν έχει υλοποιηθεί πλήρως.
Και η διεκδίκηση αποζημιώσεων από τις ΗΠΑ και την Κίνα περιπλέκεται νομικά από το γεγονός ότι οι δύο χώρες δεν αναγνωρίζουν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Η νέα μελέτη, ελπίζουν οι συντάκτες της, θα μπορούσε να προσφέρει τη νομική βάση για διακρατικές αξιώσεις αποζημίωσης.
Την τελευταία δεκαετία, οι προσφυγές για θέματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή πληθαίνουν όλο και ταχύτερα, μέχρι σήμερα όμως εστιάζονται σε πετρελαϊκές και άλλες εταιρείες και όχι ολόκληρες χώρες.