Η κοινωνική ταινία «Κράμερ εναντίον Κράμερ» βραβεύτηκε με πέντε Όσκαρ: καλύτερης ταινίας, σκηνοθέτη, σεναρίου, α’ αντρικού και β’ γυναικείου ρόλου. Ουσιαστικά, επικράτησε στις σημαντικότερες κατηγορίες και ήταν μακράν η καλύτερη ταινία του 1980.
Βέβαια, την παράσταση έκλεψαν οι δύο πρωταγωνιστές, ο Ντάστιν Χόφμαν και η Μέριλ Στριπ, στους οποίους οφειλόταν μεγάλο μέρος της επιτυχίας. Η υπόθεση αφορούσε ένα ζευγάρι, τον Τεντ και την Τζοάνα Κράμερ, που παίρνει διαζύγιο και στη μέση βρίσκεται το παιδί τους, αλλά και οι διαφορετικές τους προτεραιότητες. Η Μέριλ Στριπ ξέχασε το Όσκαρ της στην τουαλέτα Για τον Χόφμαν ήταν κάτι παραπάνω από μία απλή ερμηνεία.
Ήταν η καθημερινότητά του, καθώς την περίοδο των γυρισμάτων έπαιρνε διαζύγιο από την πρώτη του γυναίκα, Αν. Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη, αλλά τον βοήθησε να μπει στο «πετσί» του ρόλου. Το ίδιο συνέβη και με την Μέριλ Στριπ, η οποία δεν ήταν καν η πρώτη επιλογή του σκηνοθέτη, Ρόμπερτ Μπέντον. Αρχικά ο ρόλος δόθηκε στην Κέιτ Τζάκσον, που έπαιζε τότε στους «Άγγελους του Τσάρλι» και αναγκάστηκε να τον απορρίψει, λόγω του συμβολαίου της με την τηλεοπτική παραγωγή. Ήταν ο Ντάστιν Χόφμαν αυτός που έπεισε τον σκηνοθέτη να δώσει τον ρόλο στην πρωτοεμφανιζόμενη τότε Μέριλ Στριπ.
Ο Χόφμαν δεν την γνώριζε προσωπικά, αλλά ήξερε ότι η Στριπ είχε μόλις χάσει τον σύντροφό της, Τζον Καζάλ, από καρκίνο. Το πένθος της Στριπ, έλεγε ο Χόφμαν στον σκηνοθέτη, θα γινόταν η συναισθηματική βάση του χαρακτήρα. Πράγματι, και οι δύο πρωταγωνιστές έδωσαν ρεσιτάλ ερμηνείας. Η ένταση των γυρισμάτων όμως, επηρέασε και τη σχέση τους.
Ο Χόφμαν συχνά ξεσπούσε πάνω στους συνεργάτες του και άρχισε να βλέπει ανταγωνιστικά τη Στριπ, η οποία εισέπραττε θετικά σχόλια απ΄ όλο το συνεργείο. Όταν μάλιστα η Στριπ ζήτησε να γράψει η ίδια τον λόγο που θα έδινε ο χαρακτήρας της στο δικαστήριο, ο Χόφμαν έγινε έξαλλος, γιατί θεώρησε ότι προσπαθούσε να στρέψει όλη την προσοχή πάνω της. Από την πλευρά της, η Στριπ διατήρησε την ψυχραιμία της και δεν αντιδρούσε επιθετικά προς τον Χόφμαν, αλλά οι σχέσεις τους ήταν διαρκώς τεταμένες. Αργότερα, ο Χόφμαν παραδέχτηκε ότι δεν συμπεριφέρθηκε σωστά. Η Στριπ δεν έκανε ποτέ κάποιο σχόλιο, πέρα από την παραδοχή της σε ένα τηλεοπτικό παιχνίδι, ότι αν έπρεπε να σκοτώσει κάποιον ανάμεσα σε τρεις συμπρωταγωνιστές της, θα επέλεγε τον Χόφμαν.
Οι αυτοσχεδιασμοί
Οι ηθοποιοί συνεργάστηκαν στενά με τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο, Ρόμπερτ Μπέντον, με αποτέλεσμα να προστεθούν πολλές ατάκες που εμπνεύστηκαν οι ίδιοι. Η ομιλία της Μέριλ Στριπ στο δικαστήριο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς ο Μπέντον της επέτρεψε να την ξαναγράψει, αφού δεν την ικανοποιούσε το αρχικό σενάριο.
Όμως μερικές σκηνές ξεχώρισαν, γιατί ήταν αυτοσχεδιασμοί της στιγμής που έγιναν μπροστά στην κάμερα, χωρίς να έχει προηγουμένως ενημερωθεί ο σκηνοθέτης. Μία από αυτές τις σκηνές είναι ο καβγάς μεταξύ του Τεντ Κράμερ και του μικρού του γιου, Μπίλι, ο οποίος αρνείται να φάει το φαγητό του και, παρακούοντας τις εντολές του πατέρα του, αρχίζει να τρώει παγωτό. Στο σενάριο δεν υπήρχε τίποτα για παγωτό, αλλά η σκηνή εξελίχθηκε τόσο φυσικά, που ο Μπέντον την συμπεριέλαβε στην ταινία. Το ποτήρι που πετάει στον τοίχο ο Χόφμαν ήταν επίσης αυτοσχεδιασμός και η Στριπ αν και δεν το περίμενε, αντιδρά φυσικά (3.40) Το ίδιο συνέβη και με την τελευταία σκηνή της ταινίας, όπου οι δύο γονείς συμφιλιώνονται μετά τον άσχημο χωρισμό τους.
Η Τζοάνα συγκινείται και κλαίει στην αγκαλιά του πρώην συζύγου της, πριν να του ζητήσει να δει τον γιο τους. Όταν μπαίνει στο ασανσέρ, προσπαθεί να σκουπίσει τα δάκρυά της και τον ρωτά: «Πώς είμαι;» «Υπέροχη», της απαντά ο Τεντ. Η ερώτηση της Στριπ δεν υπήρχε στο σενάριο, ούτε ήταν αυτοσχεδιασμός για τη σκηνή. Η ηθοποιός νόμιζε ότι είχε ολοκληρωθεί το γύρισμα κι απλώς ρώτησε τον Χόφμαν πώς ήταν, γιατί φοβόταν ότι είχε μουτζουρωθεί απ’ το μακιγιάζ. Ο Χόφμαν κατάλαβε τι συνέβη, αλλά της απάντησε ως Τεντ και η στιχομυθία συγκίνησε τον σκηνοθέτη, όπως και τους θεατές. …