Το 1874, ο Δρ. Ρόμπερτ Μ. Κέντζι, χειρουργός του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, που αργότερα έγινε καθηγητής χημείας, δημοσίευσε το βιβλίο «Shadows from the Walls of Death: Facts and Inferences» ή στα ελληνικά «Οι σκιές από τα τείχη του θανάτου: Γεγονότα και συμπεράσματα», χωρίς να περιμένει τις συνέπειες που έφερε αυτό στον κόσμο.
Το εν λόγω βιβλίο έχει 100 σελίδες, από τις οποίες οι 86 είναι γεμάτες από δείγματα ταπετσαριών από χρώση αρσενικού, με τις οποίες οι άνθρωποι της εποχής του συνήθιζαν να διακοσμούν τα σπίτια τους.
Παρά το γεγονός ότι το αρσενικό ήταν γνωστό ότι είναι τοξικού ουσία, ικανή να σκοτώσει έναν άνθρωπο αν την καταναλώσει, κανείς δεν φαντάστηκε ότι θα μπορούσε να κάνει το ίδιο απλώς και μόνο στη χρήση της σαν ενισχυτικό χρωμάτων στις ταπετσαρίες.
Βέβαια, ο συγγραφέας του βιβλίου γνώριζε πολύ καλά ότι ο θάνατος ήταν πιθανός ακόμα και από αυτήν την επαφή με την συγκεκριμένη ουσία. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, σχεδόν το 65% των ταπετσαριών στις ΗΠΑ είχαν αρσενικό, με τον Κέντζι να γνωρίζει αυτό που αργότερα θα αποτελούσε επιστημονική ανακάληψη. Ότι δηλαδή, με την πάροδο του χρόνου, οι τοίχοι με αυτές τις ταπετσαρίες ελευθέρωναν το δηλητήριο στην ατμόσφαιρα και σταδιακά οι ένοικοι του σπιτιού οδηγούντουσαν στο θάνατο.
Θέλοντας να ενημερώσει για τον κίνδυνο των ταπετσαριών αυτών, ο Κέντζι έστειλε 100 αντίγραφα του βιβλίου του σε δημόσιες βιβλιοθήκες στο Μίσιγκαν.
Μαζί με τα βιβλία, υπήρχε και ένα σχετικό σημείωμα που εξηγούσε στους υπεύθυνους τον σκοπό του βιβλίου, προειδοποιώντας τους να μην αφήνουν τα παιδιά να το αγγίζουν.
Μιας και οι περισσότερες βιβλιοθήκες το θεώρησαν επικίνδυνο για τον κόσμο, το έστειλαν πίσω, ενώ από εκείνα τα 100 αντίτυπα, υπάρχουν σήμερα μόλις τέσσερα.