Ο Νίκος Ξανθόπουλος πέθανε σήμερα σε ηλικία 89 ετών, μετά από έναν μήνα νοσηλείας σε μονάδα εντατικής θεραπείας, λόγω σοβαρών καρδιολογικών προβλημάτων.
Ωστόσο, φάνηκε πως η καρδιά του δεν άντεξε και σήμερα, 22 Ιανουαρίου, άφησε την τελευταία του πνοή σε ειδικό κέντρο αποκατάστασης όπου είχε προσφάτως μεταφερθεί.
Ο αγαπητός ηθοποιός αν και δεν έδινε συχνά συνεντεύξεις, σε μία σπάνια εμφάνισή του στη Σεμίνα Διγενή και την εκπομπή «Κοίτα τι έκανες» το 2005, είχε μιλήσει για τη ζωή του και διάβασε συγκινημένος, αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία του, «Όσα θυμάμαι και όσα αγάπησα».
Στην εκπομπή είχε ερμηνεύσει τις μεγάλες επιτυχίες των ταινιών του, καθώς και ποντιακά, κυπριακά, και τουρκικά τραγούδια. Στο στούντιο είχε παραβρεθεί η πρώτη του κινηματογραφική «σύζυγος» Άντζελα Ζήλεια, τα κινηματογραφικά του «παιδιά» Βασίλης Καΐλας και Μαίρη Ευαγγέλου, καθώς και οι συμπρωταγωνιστές του, Αθηνόδωρος Προύσαλης και Στέφανος Στρατηγός.
Aπόσπασμα από το «Όσα θυμάμαι και όσα αγάπησα», την αυτοβιογραφία του Νίκου Ξανθόπουλου
«Κάποτε είχα έναν μόνο στόχο, να ζήσω, να καταφέρω να ζήσω. Ακούγεται τώρα παράξενα αυτό, τώρα που είναι όλα εύκολα, αλλά στα χρόνια τα δικά μας, μες στους πολέμους, την Κατοχή και τον εμφύλιο, ήταν ένα επίτευγμα. Δεν με ξέρετε, κανένας δεν με ξέρει.
Η εικόνα μου δεν είναι αυτή που δημιούργησαν, ίσως να φταίω κι εγώ που δεν αντιδρώ, δεν μιλάω. Η καλή μου η Ελένη Ζαφειρίου, που έκανε τη μάνα μου στις ταινίες, μου ‘λεγε, “Χαμογέλα, βρε. Ενώ είσαι τόσο καλό παιδί, έτσι που σε βλέπουν μουτρωμένο, βάζουν χίλια δυο στο μυαλό τους. Μην αδικείς ο ίδιος τον εαυτό σου”.
Κάποτε αποφάσισα να πάρω την οικογένειά μου και να φύγω να πάω στον Καναδά. Να κάνω μια νέα αρχή. Δεν άντεχα την αστάθεια, την ασάφεια, την ανασφάλεια, την καχυποψία, το φθόνο, τη διαβολή, την επιβουλή. Κι όμως, στο χείλος της καταστροφής, την ύστατη στιγμή υπάρχει ένα μαγικό ραβδί, που μεταμορφώνει αυτή τη χώρα, μας μεταμορφώνει στους καλύτερους, τους συνεπέστερους, σταθερούς, σαφείς κι αποδοτικούς πολίτες, αντάξια τέκνα αυτής της υπέροχης άθλιας χώρας στην οποία ζούμε.
Είναι να τρελαίνεσαι… Αισθάνομαι τη συγγραφή αυτού του βιβλίου σαν εξομολόγηση στον πνευματικό μου. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη αν αδίκησα κανέναν, αν φέρθηκα άσχημα σε κανέναν. Μπορεί να μην το κατάλαβα, να μην το ήθελα…».