Σήμερα οι Αυστραλοί γιορτάζουν την 50η επέτειο της εντυπωσιακής Όπερας του Σίδνεϊ. Πρόκειται, αδιαμφισβήτητα, για ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα.
Το βράδυ, ένα θέαμα με λέιζερ θα φωτίσει τα «πανιά» του κτηρίου αυτού που βρίσκεται στο λιμάνι του Σίδνεϊ.
Πριν από 50 χρόνια, στις 20 Οκτωβρίου 1973, η βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ εγκαινίαζε την αίθουσα συναυλιών, την οποία έκτοτε επισκέπτονται περίπου 11 εκατομμύρια άνθρωποι το χρόνο.
Μάλιστα το 2007, η Όπερα του Σίδνεϊ μπήκε στην λίστα παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, η οποία χαιρέτισε ένα «αριστούργημα της αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα».
Όμως η δημιουργία της Όπερας ήταν περίπλοκη.
Ο αρχιτέκτονάς της, ο Δανός Γερν Ούτσον, δεν μπήκε ποτέ του στο κτήριο το οποίο σχεδίασε. Το 1956, κέρδισε ένα διαγωνισμό αφού επιβλήθηκε των άλλων 232 υποψηφίων.
Την επόμενη χρονιά μετακομίζει στην Αυστραλία μαζί με την οικογένειά του για να εργαστεί στο πρόγραμμα, όμως το 1966, ο Γιερν Ούτσον εγκαταλείπει το εργοτάξιο του κτιρίου -ο σκελετός του οποίου είχε ήδη ολοκληρωθεί- και φεύγει από την Αυστραλία έπειτα από ασυμφωνίες με τον υπουργό Δημοσίων Έργων της πολιτείας σχετικά με το όραμα, τον προϋπολογισμό και τη χρηματοδότηση του προγράμματος.
Το κτήριο τελείωσαν άλλοι αρχιτέκτονες, τροποποιώντας δραστικά τα σχέδιά του για το εσωτερικό της όπερας. Και ο Γερν Ούτσον ουδέποτε επέστρεψε στην Αυστραλία.
Ο αρχικός αρχιτέκτονας του κτηρίου, που έγινε σύμβολο, απεβίωσε το 2008 στην Κοπεγχάγη.
Τοποθετημένη στο σημείο Bennelong στο λιμάνι του Σίδνεϊ και κοντά στην εξίσου διάσημη γέφυρά του, το κήριο της Όπερας και τα περίχωρά της διαμορφώνουν μια παγκοσμίως αναγνωρίσιμη αυστραλιανή εικόνα.
Η κατασκευή του καινοτόμου κτηρίου διάρκεσε 14 χρόνια και το κόστος του, που αρχικά είχε υπολογισθεί σε 7 εκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας, όταν ολοκληρώθηκε είχε φθάσει τα 102 εκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας. Χρηματοδοτήθηκε σε μεγάλο μέρος από τις κρατικές λοταρίες.
Κάτω από τα περίφημα «πανιά» του κτηρίου, τα οποία είναι καλυμμένα με περισσότερα από ένα εκατομμύριο σουηδικής κατασκευής κεραμίδια, βρίσκονται δύο αίθουσες θεαμάτων και ένα εστιατόριο, πάνω σε μια μεγάλη πλατφόρμα από μπετόν.
Αυτό το «μεγάλο πολεοδομικό γλυπτό» είναι, σύμφωνα με την UNESCO, «ένα τολμηρό και οραματικό πείραμα που είχε διαρκή επιρροή στην αναδυόμενη αρχιτεκτονική του τέλους του 20ου αιώνα».
Η Όπερα γνώρισε επίσης ευτράπελα. Στα χρόνια του 1980, ένα δίχτυ εγκαταστάθηκε πάνω από το λάκκο της ορχήστρας του θεάτρου Τζόαν Σάδερλαντ αφού ένα κοτόπουλο, που συμμετείχε σε μια παράσταση όπερας, έφυγε από τη σκηνή και προσγειώθηκε πάνω σ’ ένα βιολοντσελίστα.