Η ελληνική κυβέρνηση έχει διαβεβαιωθεί από τον Κιρ Στάρμερ, τον ηγέτη του Εργατικού Κόμματος δηλαδή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο, ότι σε περίπτωση εκλογικής νίκης του δεν θα εμποδίσει μια μελλοντική συμφωνία για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στην Αθήνα.
Μιλώντας μέσω βοηθών του, πριν από σχετικές συνομιλίες στο Λονδίνο με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Κιρ Στάρμερ αναφερθηκε στην υποστήριξή του σε μια δανειακή συμφωνία που θα προβλέπει την επιστροφή των αρχαιοτήτων στη χώρα όπου λαξεύτηκαν πριν από 2.500 χρόνια.
«Εάν συμφωνηθεί μια δανειακή συμφωνία που θα είναι αμοιβαία αποδεκτή από τη βρετανική κυβέρνηση και την ελληνική κυβέρνηση, δεν θα σταθούμε εμπόδιο», ανέφερε ένας από τους στενούς συμμάχους του ηγέτη των Εργατικών, σύμφωνα με τους «Financial Times», τους οποίους επικαλείται σε σχετικό δημοσίευμά του ο Guardian.
Καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο προετοιμάζεται για τις εκλογές, η παρέμβαση υπογραμμίζει τη σημασία που έχει αποκτήσει η πολιτιστική διαμάχη σε μια εποχή που οι αμφισβητούμενοι θησαυροί επαναπατρίζονται παγκοσμίως στις χώρες προέλευσής τους.
Η προτεινόμενη συμφωνία, η οποία συζητείται σε μυστικές συνομιλίες μεταξύ Ελλήνων αξιωματούχων και του Τζορτζ Όσμπορν, του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου, θα επέτρεπε την επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα με αντάλλαγμα ελληνικούς θησαυρούς που θα εκτίθενται στο Λονδίνο. Πολλά από αυτά τα έργα τέχνης βρίσκονται αποθηκευμένα σε θησαυροφυλάκια μουσείων και δεν έχουν δει ποτέ ξανά το φως της δημοσιότητας.
Ελληνικές πηγές αναγνώρισαν ότι ο ηγέτης των Εργατικών ήταν «θετικά διακείμενος» στο να εκτεθεί ένα σημαντικό μέρος των αρχαιοτήτων στο Μουσείο της Ακρόπολης στη θέα του ναού του Παρθενώνα, δηλαδή του ναού που κοσμούσαν. Παρότι ενώ αποκάλυψαν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα θέσει το θέμα όταν θα συναντηθεί με τον Κιρ Στάρμερ στο Λονδίνο τη Δευτέρα (27/11) και τον Ρίσι Σουνάκ, τον πρωθυπουργό, στην Ντάουνινγκ Στριτ την Τρίτη (28/11), στο πλαίσιο μιας εκστρατείας για την επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, οι Βρετανοί αξιωματούχοι κράτησαν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών.
Ένας εκ των έσω δήλωσε: «Ναι, γίνονται παρασκηνιακές συνομιλίες [γύρω από μια συμφωνία], αλλά μιλάμε για αθόρυβη διπλωματία επειδή είναι τόσο ευαίσθητο ζήτημα».
Ο Κιρ Στάρμερ, είπε η ίδια πηγή, δεν θα ήθελε να θίξει το θέμα δημοσίως, φοβούμενος τις αντιδράσεις που θα έρχονταν με την αναπόφευκτη ρητορική ότι οι Εργατικοί «χάνουν τα Μάρμαρα» ενόψει των εκλογών.
«Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί ο Κιρ Στάρμερ έχει, επίσης, τονίσει την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε αλλαγή του νόμου του 1963 για την εκποίηση που εμποδίζει το Βρετανικό Μουσείο να επιστρέψει τα Μάρμαρα», πρόσθεσε μια άλλη καλά πληροφορημένη πηγή στην Αθήνα, συμπληρώνοντας το εξής: «Αυτό που τελικά διχάζει το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα στο θέμα αυτό είναι η κυριότητα των αντικειμένων. Η κυβέρνησή μας δεν θα δεχτεί ποτέ ένα “δάνειο” θησαυρών που πιστεύει ότι κλάπηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα από τον [λόρδο] Έλγιν, ενώ το Βρετανικό Μουσείο υποστηρίζει ότι απαγορεύεται από τον νόμο να παραχωρήσει τη νόμιμη κυριότητα των έργων τέχνης που βρίσκονται στη συλλογή του».
Οι Εργατικοί, όμως, έχουν στείλει ερωτήματα στην Αθήνα. Την περασμένη εβδομάδα, η εφημερίδα «Τα Νέα», επικαλούμενη επίσης στελέχη του Εργατικού Κόμματος, δήλωσε ότι ο Κιρ Στάρμερ ήταν ανοιχτός στην εξεύρεση «μιας νομικής φόρμουλας» που θα επέτρεπε την προβολή των αρχαιοτήτων στην ελληνική πρωτεύουσα.
Πάντως, ο Κιρ Στάρμερ δεν είναι ο πρώτος ηγέτης των Εργατικών που υποστηρίζει την επιστροφή. Ο προκάτοχός του, Τζέρεμι Κόρμπιν, πίστευε, επίσης, ότι τα Μάρμαρα θα έπρεπε να επαναπατριστούν εάν το κόμμα του κέρδιζε την εξουσία, ενώ ο Νιλ Κίννοκ δήλωσε περίφημα, πριν από σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, ότι “ο Παρθενώνας χωρίς τα Μάρμαρα είναι σαν ένα χαμόγελο με ένα χαμένο δόντι».
Ύστερα από εντολή του Έλγιν, τότε πρεσβευτή της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη, οι αρχαιότητες μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο σε κιβώτια μεταξύ του 1801 και του 1804, πριν πωληθούν στο Βρετανικό Μουσείο το 1816. Ακόμα και εκείνη την εποχή, η απομάκρυνση των Μαρμάρων από το μνημείο του Παρθενώνα καταδικάστηκε ως πράξη βανδαλισμού από τον Λόρδο Βύρωνα.
Η διαμάχη ξέσπασε ξανά όταν η Μελίνα Μερκούρη υπέβαλε, το 1983, το πρώτο επίσημο αίτημα της Αθήνας για την ανάκτηση των Γλυπτών. Η ίδια επιχειρηματολόγησε υπέρ του επαναπατρισμού, λέγοντας ότι τα Γλυπτά αποτελούν «αναπόσπαστο μέρος ενός μνημείου που αντιπροσωπεύει το εθνικό πνεύμα της Ελλάδας».
Σχεδόν η μισή από την αρχική ζωφόρο του Παρθενώνα, μήκους 160 μέτρων, φιλοξενείται στο Βρετανικό Μουσείο. Μάλιστα, η εν λόγω διαμάχη έχει προκαλέσει αυξανόμενη αμηχανία στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου δημοσκοπήσεις έχουν δείξει ότι η συντριπτική πλειονότητα των Βρετανών υποστηρίζει την επιστροφή των Μαρμάρων.
Σαράντα χρόνια μετά, ο Τζορτζ Όσμπορν έχει μιλήσει όλο και περισσότερο για την επιθυμία του να σφυρηλατήσει μια εταιρική σχέση με την Ελλάδα, που θα επέτρεπε στα Γλυπτά να «περάσουν μέρος του χρόνου τους στην Αθήνα».
Μιλώντας στο ετήσιο δείπνο των διαχειριστών στη γκαλερί Duveen του Βρετανικού Μουσείου, όπου εκτίθενται τα Γλυπτά, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου δήλωσε: «Ως διαχειριστές επιδιώκουμε μια συνεργασία με τους Έλληνες φίλους μας που δεν απαιτεί από κανέναν να παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις του, δεν ζητά αλλαγές σε νόμους, αλλά που χρηματοδοτεί μια πρακτική, ρεαλιστική και ορθολογική πορεία προς τα εμπρός. Μπορεί να μην τα καταφέρουμε, αλλά πιστεύουμε ότι αξίζει να προσπαθήσουμε».